Σε 18,1 ευρώ αύξησε η Eurobank Equities την τιμή στόχο για την Κρι Κρι, από 17,6 ευρώ προηγουμένως, με την χρηματιστηριακή να διατηρεί τη σύσταση «buy» (αγορά) για τη μετοχή.
Το περιθώριο ανόδου σε σύγκριση με το κλείσιμο της Παρασκευής (25/4) στα 14,66 ευρώ καθορίζεται σε 23,5%. Σε συνδυασμό με την προσδοκώμενη μερισματική απόδοση 3%, η συνολική αναμενόμενη απόδοση υπολογίζεται σε 26,5%.
Ως αποτέλεσμα της αναβάθμισης των μεσοπρόθεσμων εκτιμήσεων για τα κέρδη και της μετακύλισης της αποτίμησης στον Απρίλιο του 2026, η Eurobank Equities προχώρησε στην αύξηση της τιμής στόχου. Η αποτίμηση συνεπάγεται περίπου 11,4 φορές στον δείκτη EV/EBITDA για το 2025, με ένα μικρό premium σε σχέση με την τρέχουσα αποτίμηση των διεθνών ομοειδών εταιρειών. Εκτιμά ότι η ανώτερη αναπτυξιακή δυναμική της Κρι Κρι υπερκαλύπτει το μειονέκτημα του μικρότερου μεγέθους και της χαμηλότερης εμπορευσιμότητας.
Επαναλαμβάνει, δε, την ισχυρή σύσταση «buy», καθώς θεωρεί ελκυστική την αποτίμηση κοντά στις 9 φορές στον δείκτη EV/EBITDA, που αντιπροσωπεύει σε discount άνω του 15% σε σχέση με τους ομότιμους «παίκτες» στον κλάδο των γαλακτοκομικών, παρά την υπεροχή της εταιρείας σε ρυθμούς ανάπτυξης.
Προοπτικές για αυξημένες επιστροφές κεφαλαίου
Η Κρι Κρι συνεχίζει να παράγει ισχυρές ελεύθερες ταμειακές ροές, μετατρέποντας σταθερά πάνω από το 70% του EBITDA σε λειτουργικές ταμειακές ροές. Αυτό επιτρέπει στον όμιλο να χρηματοδοτεί πλήρως το επενδυτικό του πρόγραμμα χωρίς να επιβαρύνει τον ισολογισμό με δάνεια.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, αυτή η οικονομική ευελιξία στηρίζει το πρόγραμμα αύξησης παραγωγικής δυναμικότητας ύψους 50 εκατ. ευρώ που βρίσκεται σε εξέλιξη για την περίοδο 2025–2027 και στοχεύει στο διπλασιασμό της παραγωγής σε γιαούρτι και παγωτό.
Το προφίλ υψηλής ταμειακής παραγωγής αντικατοπτρίζεται και στις κορυφαίες αποδόσεις του κλάδου, με την απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROE) να αναμένεται ότι θα παραμείνει άνω του 24%-25% και την καθαρή ταμειακή θέση σε περίπου 12 εκατ. ευρώ το 2024.
Παράλληλα, οι ισχυρές ελεύθερες ταμειακές ροές προσφέρουν στρατηγική ευελιξία και ουσιαστικό περιθώριο για συνέχιση των επιστροφών κεφαλαίου στους μετόχους (εκτίμηση για payout 38%).
Ενίσχυση της δυναμικής στο γιαούρτι σε Ηνωμένο Βασίλειο και Ιταλία
Η στρατηγική έμφαση της Κρι Κρι στις διεθνείς αγορές αποδίδει, με ισχυρή ζήτηση για αυθεντικό ελληνικό γιαούρτι, ιδίως σε Ηνωμένο Βασίλειο και Ιταλία. Η ανάπτυξη της κατηγορίας παραμένει ιδιαίτερα έντονη, με αύξηση όγκων άνω του 40% στο Ηνωμένο Βασίλειο και περίπου 20% στην Ιταλία το 2024, υποστηριζόμενη από την τάση των καταναλωτών προς φυσικά και υγιεινά προϊόντα, μια δυναμική που αναμένεται να συνεχιστεί και το 2025.
Με αποτελεσματική κλιμάκωση της παραγωγής, χάρη στη σύγχρονη παραγωγική πλατφόρμα και την εξειδίκευση στις private label (PL) συνεργασίες, η Κρι Κρι βρίσκεται σε ισχυρή θέση να επωφεληθεί από τη διεύρυνση της παρουσίας στα ράφια και την αύξηση της πελατειακής της βάσης.
Λαμβάνοντας υπόψη τις προοπτικές αυτές, η Eurobank Equities αύξησε τις εκτιμήσεις της για τα έσοδα κατά 5-10%, προβλέποντας αύξηση εσόδων 19% το 2025 και 13% το 2026.
Αυτό θα μεταφραστεί σε αύξηση λειτουργικών κερδών (EBIT) 20% και 17% για το 2025 και το 2026, αντίστοιχα, και μεσοπρόθεσμο ρυθμό αύξησης EBIT περίπου 14% έως το 2029, κάνοντας λόγο για σταθεροποίηση των περιθωρίων EBIT στην περιοχή του 15%-16% (έναντι 14,5% το 2024), υποστηριζόμενα από τη λειτουργική μόχλευση, τη βελτίωση του προϊοντικού μείγματος και τους μηχανισμούς μετακύλισης κόστους στις PL συμβάσεις.
Το τελικό περιθώριο EBIT τοποθετεί την Κρι Κρι στο ανώτερο εύρος των ευρωπαϊκών εταιρειών τροφίμων. Με διψήφιο ρυθμό ανάπτυξης και αποτίμηση που παραμένει ελκυστική, περίπου 9 φορές στον δείκτη EV/EBITDA για το 2025, η Eurobank Equities παραμένει «αγοραστής» για την Κρι Κρι.
Διαβάστε ακόμη:
- Χατζηδάκης: Τον Σεπτέμβριο έρχονται νέα μέτρα στήριξης για τη μεσαία τάξη
- Πώς η Μελάνια «έσωσε» τον Τραμπ στην κηδεία του Πάπα – Οι τέσσερις λέξεις που του είπε
- Ελληνικό ακτινίδιο: Πρωταθλητής στις εξαγωγές και «βασιλιάς» στις διεθνείς αγορές
- Δημογραφικό πρόβλημα: Μείωση πληθυσμού κατά 1,5 εκατομμύριο έως το 2050 στην Ελλάδα