«Παράνομος μηχανισμός τιμολογίων», «νομικά ανύπαρκτες συναλλαγές», «πλασματικές συμβάσεις εργασίας»: αυτές είναι μερικές από τις κατηγορίες που περιλαμβάνονται στην 94 σελίδων εντολή της εισαγγελίας του Μιλάνου για κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων της Amazon στην Ιταλία.
Η εντολή εκτελέστηκε από την ιταλική Οικονομική Αστυνομία και 121 εκατομμύρια ευρώ του κολοσσού του ηλεκτρονικού εμπορίου βρίσκονται πλέον στα χέρια των ιταλικών αρχών.
Η υπόθεση αφορά την περίοδο 2017-2022, στη διάρκεια της οποίας το κέντρο logistics της Amazon Italia Transport (AIT) κατηγορείται ότι χρησιμοποιούσε ένα δίκτυο εταιρειών ενοικίασης εργαζομένων για να πληρώνει χαμηλότερους μισθούς, χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές και λιγότερους φόρους.
Πώς λειτουργούσε το δίκτυο
Όπως αναφέρουν στο κατηγορητήριο οι εισαγγελείς Paolo Storari και Valentina Mondovì, «η Amazon Italia Transport, με το δικό της λογισμικό διαχείρισης, ασκεί διαχειριστικές εξουσίες, οργανώνοντας de facto τη συνολική δραστηριότητα διανομής και παράδοσης προϊόντων, συμπεριλαμβανομένης εκείνης που αφορά την παράδοση του “τελευταίου μιλίου” (last mile)- η οποία φαινόταν να έχει ανατεθεί σε εταιρείες διανομής– ασκώντας άμεσα έναντι των μεμονωμένων ταχυμεταφορέων, που τυπικά απασχολούνται από τους προαναφερθέντες προμηθευτές, τις ειδικές εξουσίες του εργοδότη, όσον αφορά στην οργάνωση της δραστηριότητας των μεμονωμένων ταχυμεταφορέων, τη διαχείριση των εργασιών τους, τον έλεγχο της εργασίας τους και την παροχή του απαραίτητου τεχνολογικού εξοπλισμού για την εκτέλεση των υπηρεσιών».
Από τις παραπάνω πρακτικές προέκυπταν επίσης παράνομες επιστροφές φόρων, σύμφωνα με το κατηγορητήριο. Τρία διευθυντικά στελέχη της AIT καλούνται να απολογηθούν για το γεγονός ότι υπέγραφαν για αυτές τις επιστροφές φόρων.
Η «ψηφιακή συμμορία»
Η εισαγγελία του Μιλάνου χαρακτηρίζει «ψηφιακή συμμορία» το δίκτυο που είχε στηθεί για να παρακάμπτονται οι νόμοι.
«Γίνε ο αρχιτέκτονας της δικής σου επιτυχίας: αν πάντα ήθελες να δημιουργήσεις και να διαχειριστείς μια ομάδα, ξεκίνησε τη δική σου επιχείρηση ως πάροχος υπηρεσιών παράδοσης της Amazon».
Αυτό ήταν το κείμενο με το οποίο διαφήμιζε η Amazon το πρόγραμμα “DSP”. To πρόγραμμα προέβλεπε επένδυση 10.000 – 25.000 ευρώ από τους υποψήφιους επιχειρηματίες για να στήσουν μια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης στην οποία θα προσλάμβαναν ταχυμεταφορείς που θα παρέδιδαν πακέτα στο “τελευταίο μίλι ”.
Δημιουργούνταν έτσι «συνεταιρισμοί» που αποτελούσαν «δεξαμενές ανθρώπινου δυναμικού» και παρείχαν ταχυμεταφορείς στις υπηρεσίες της Amazon.
Στην πραγματικότητα, οι ταχυμεταφορείς έπρεπε να ακολουθούν πιστά τις εντολές του λογισμικού της AIT, λειτουργώντας ως υπάλληλοι της Amazon, χωρίς να έχουν τα ανάλογα δικαιώματα.
Με τον τρόπο αυτό, η Amazon γλύτωνε κάθε χρόνο μεγάλα ποσά από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές και μπορούσε έτσι να προσφέρει «ανταγωνιστικές τιμές» στην ιταλική αγορά.
Σχολιάζοντας την κατάσχεση των 121 εκατομμυρίων της Amazon, ο υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, Giancarlo Giorgetti, τόνισε ότι «η προσπάθεια αντιμετώπισης της μεγάλης φοροδιαφυγής και της φοροδιαφυγής των πολυεθνικών πρέπει να γίνει σε διεθνές επίπεδο» και συμπλήρωσε ότι σύντομα θα αξιοποιούνται και εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης στις προσπάθειες αυτές:
«Τα εργαλεία που θα προσφέρει σύντομα η τεχνητή νοημοσύνη θα αποτελέσουν ένα πολύ χρήσιμο μέσο πληροφόρησης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής» είπε.
H έρευνα κατά της Amazon είναι η 21η έρευνα των εισαγγελέων του Μιλάνου στον τομέα των logistics. Όπως γράφει η Corriere Della Sera, οι έρευνες αυτές έχουν αποφέρει μέχρι σήμερα συνολικά 600 εκατομμύρια ευρώ στα κρατικά ταμεία, ποσά που έχουν επιστραφεί στις φορολογικές αρχές από κολοσσούς όπως οι DHL, GLS, Uber, BRT, Geodis, Esselunga, UPS, GS, GXO, Schenker.
Η απάντηση της Amazon
Απαντώντας στις κατηγορίες, η Amazon ανέφερε σε ανακοίνωσή της:
«Συμμορφωνόμαστε με όλους τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς σε κάθε χώρα στην οποία δραστηριοποιούμαστε και απαιτούμε από τις εταιρείες που συνεργάζονται μαζί μας να κάνουν το ίδιο. Έχουμε θέσει υψηλά πρότυπα τόσο για εμάς όσο και για τους προμηθευτές μας, και έχουμε έναν Κώδικα Δεοντολογίας τον οποίο πρέπει να τηρούν οι προμηθευτές προκειμένου να συνεργαστούν μαζί μας. Θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε άμεσα με τις αρμόδιες αρχές κατά τη διάρκεια της έρευνας».