Η αναζήτηση, με βάση δεδομένα DNA, συγγενών ενός Αλβανού εργάτη στην Αίγινα το 2015, φαίνεται να ήταν αυτή που οδήγησε στη σύλληψη του 36χρονου Αλβανού Λεν Μπρακ προ μερικών ημερών στην Μάλτα για την διπλή δολοφονία μίας 70χρονης και του ανιψιού της εκείνη την χρονιά στο νησί του Σαρωνικού.
Η έρευνα της ΕΛ.ΑΣ.
Τους τελευταίους μήνες η ΕΛ.ΑΣ με βάση αυτή την έρευνα, αλλά και με αποτύπωμα που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος και το οποίο διαπιστώθηκε προσφάτως ότι ανήκε στον 36χρονο Αλβανό (σ.σ. με συγκριτικό στοιχείο τα αποτυπώματα του που είχαν ληφθεί από μία παράνομη είσοδο του στην χώρα) είχε εκδώσει, τον Απρίλιο του 2022, ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης για τον εντοπισμό του.
Στις 20 Αυγούστου οι αστυνομικές Αρχές της Μάλτας σε τυχαίο έλεγχο εξέτασαν τα στοιχεία του 36χρονου, έλαβαν αποτυπώματα από αυτόν και ειδοποίησαν τις ελληνικές αρχές για την ηλεκτρονική ταυτοποίηση τους με εκείνα του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.
Στο σχετικό έγγραφο των αρχών της Μάλτας δεν μνημονευόταν πότε είχε μεταβεί στην χώρα αυτή ο συλληφθείς Αλβανός και ποια ήταν η ενασχόληση του εκεί.
Όπως μνημονευόταν στο τότε ρεπορτάζ της εφημερίδας, σχετικά με άγνωστα δεδομένα ανεξιχνίαστων τότε εγκλημάτων, και ανάμεσα σε αυτά με το διπλό φονικό της Αίγινας «σημαντικά στοιχεία μέσω εξέτασης DNA και τα οποία έχουν οδηγήσει στην Αλβανία, φαίνεται να έχουν ανακύψει για το διπλό φονικό που διαπράχθηκε στην Αίγινα τον Νοέμβριο του 2015 με θύματα την 70χρονη Ειρήνη Μαρμαρινού και τον 44χρονο ανιψιό της Λάμπρο Πρωτονοτάριο».
Το διπλό φονικό που συγκλόνισε την Ελλάδα
Άγνωστοι εισβολείς στο σπίτι τους ξυλοκόπησαν την 70χρονη μέχρι να χάσει τις αισθήσεις της, ενώ κι ο 44χρονος ανιψιός της είχε δεχτεί χτυπήματα στο κεφάλι και στον θώρακα.
Από τα χτυπήματα που δεν ήταν θανατηφόρα, τα δύο θύματα έχασαν τις αισθήσεις τους. Οι δράστες τους έκαψαν στην συνέχεια ζωντανούς.
Στο σημείο της επίθεσης βρέθηκε DNA του δράστη το οποίο διαπιστώθηκε ότι είχε σημαντικές ομοιότητες (κοινά «αλληλλόμορφα» στον γενετικό τύπο) με εκείνον Αλβανού εργάτη που διέμενε στην Αίγινα και ο οποίος γνώριζε τα θύματα.
Οι «συγγενικές ομοιότητες» σε DNA
Έτσι λοιπόν η Ασφάλεια Αττικής άρχισε να αναζητά τουλάχιστον 50 συγγενείς του αλλοδαπού που διέμεναν στην περιοχή της Αίγινας, στην Αθήνα, αλλά και στην βόρειο Ελλάδα, για να δώσουν δείγμα γενετικού υλικού.
Όμως, ούτε τότε υπήρξε ταυτοποίηση DNA με εκείνο του δράστη του στυγερού εγκλήματος . Κι έτσι η έρευνα της ΕΛ.ΑΣ επεκτάθηκε σε άλλο κύκλο συγγενών του αλλοδαπού που διαμένουν σε περιοχή της γειτονικής χώρας.
Όμως, η συλλογή και η σύγκριση δειγμάτων DNA από περίπου 200-300 κατοίκους αυτής της περιοχής, μέλη των ίδιων οικογενειών δεν υπήρξε δυνατή λόγω «κωλυμάτων» και από την αλβανική πλευρά.
Συμπληρώνεται, τέλος, ότι ο νομικός εκπρόσωπος του Αλβανού συλληφθέντα υποστήριξε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία με τα αποτυπώματα δεν παρουσιάστηκαν ενώπιον του δικαστηρίου και ότι ως εκ τούτου οι δικαστικές Αρχές δεν μπορούν να βασιστούν σε αυτά.
Η υπεράσπιση επεσήμανε, επίσης, ότι στα έγγραφα που επιδεικνύει η κατηγορούσα αρχή τα ονόματα δεν συμφωνούν όλα με αυτό του κατηγορουμένου καθώς και ότι αυτό εγείρει αμφιβολίες για την ταυτότητα του ατόμου.
Πιθανολογείται ότι θα υπάρξει αντιπαραβολή δειγμάτων DNA που θα ληφθούν από τον κατηγορούμενο (σ.σ. αρνήθηκε να κάνει οποιαδήποτε δημόσια δήλωση) προκειμένου να εκλείπει οποιαδήποτε αμφιβολία για την ταυτοπροσωπία.