Οι τράπεζες που χρηματοδότησαν την αγορά του Twitter από τον Ίλον Μασκ με 44 δισεκατομμύρια δολάρια εξακολουθούν να αγωνίζονται ένα χρόνο μετά για να περιορίσουν τη ζημιά στους ισολογισμούς τους.
Επτά τράπεζες, μεταξύ των οποίων η Morgan Stanley, η Bank of America και η Barclays, δάνεισαν στον Μασκ περίπου 13 δισ. δολάρια για την αγορά του Twitter πριν από ένα χρόνο. Υπό κανονικές συνθήκες, θα είχαν ξεφορτωθεί το χρέος σε επενδυτικές εταιρείες της Wall Street αμέσως μετά. Αλλά πλέον η όρεξη των επενδυτών για το Twitter, το οποίο ο Μασκ έχει μετονομάσει σε X, έχει ψυχρανθεί από τότε που ανέλαβε ο δισεκατομμυριούχος, αναγκάζοντας τις τράπεζες να κρατήσουν το χρέος στους δικούς τους ισολογισμούς σε μειωμένη αξία.
Έρχονται νέα συνδρομητικά πακέτα στο «Χ» – Τι ανακοίνωσε ο Μασκ
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal οι τράπεζες αναμένουν επί του παρόντος να υποστούν πλήγμα τουλάχιστον 15%, ή περίπου 2 δισεκατομμύρια δολάρια, όταν πουλήσουν το χρέος. Αυτό θα σήμαινε απώλειες εκατοντάδων εκατομμυρίων για εκείνες που κατέχουν τα μεγαλύτερα κομμάτια, στις οποίες περιλαμβάνονται η Morgan Stanley, η Bank of America, η Barclays και η MUFG.
Σημειώνεται ότι συμμετείχαν επίσης οι BNP Paribas, Société Générale και Mizuho.
Η νέα διευθύνουσα σύμβουλος της X δήλωσε ότι η πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης είναι «σχεδόν ισοσκελισμένη» και θα πρέπει να έχει κέρδη μέχρι τις αρχές του 2024.
Αφού κράτησαν το χρέος για ένα χρόνο – μια αιωνιότητα στον κόσμο της εταιρικής χρηματοδότησης – οι τράπεζες, οι οποίες ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να το πουλήσουν μέχρι την Ημέρα της Εργασίας στις 4 Σεπτεμβρίου, άρχισαν πρόσφατα τις προετοιμασίες για να προσπαθήσουν να ξεφορτωθούν τουλάχιστον ένα μέρος του, ανέφεραν οι πηγές της Wall Street Journal.
Τα «σκουπίδια»
Πρώτα πρέπει να εξασφαλίσουν αξιολόγηση από τους οίκους Moody’s και S&P, μια σφραγίδα ποιότητας που συνήθως απαιτούν επενδυτές όπως τα αμοιβαία κεφάλαια και οι διαχειριστές δανείων. Εάν το Χ λάβει χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση, θα είναι δύσκολο για τις τράπεζες να πουλήσουν το χρέος σε μια ευρεία βάση επενδυτών χωρίς να υποστούν ακόμη μεγαλύτερη ζημία από αυτή που ήδη αναμένουν.
Οι τραπεζίτες που βρίσκονται κοντά στη συμφωνία λένε ότι η ιδιότροπη διαχείριση του Μασκ και η αποδυνάμωση της διαφημιστικής αγοράς της πλατφόρμας θα μπορούσαν να παραπέμψουν τα ομόλογα στην κατηγορία «σκουπίδια», ένας χαρακτηρισμός που προορίζεται για εταιρείες με υψηλότερο κίνδυνο χρεοκοπίας. Ο ίδιος ο Μασκ δήλωσε πέρυσι ότι η X βρισκόταν κοντά στο χείλος της χρεοκοπίας μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Σημειώνεται ότι το Twitter πριν από τον Μασκ είχε αξιολόγηση «σκουπίδια», παρόλο που είχε σημαντικά λιγότερο χρέος από ό,τι τώρα. Δεδομένου ότι η X δεν είναι πλέον εισηγμένη στο χρηματιστήριο, δεν αποκαλύπτει τα οικονομικά της στοιχεία, αν και ο Μασκ έχει πει ότι τα διαφημιστικά έσοδα της πλατφόρμας έχουν πέσει κατακόρυφα από τότε που την αγόρασε.
Η εταιρεία έχει μειώσει κατά χιλιάδες τις θέσεις εργασίας και άλλες δαπάνες υπό την ιδιοκτησία του, εν μέρει για να βοηθήσει να στηρίξει τις υψηλές πληρωμές τόκων που πρέπει να καταβάλει για το χρέος, και η νέα διευθύνουσα σύμβουλος Λίντα Γιακαρίνο δήλωσε ότι αναμένει ότι η X θα γυρίσει σε κέρδη το επόμενο έτος.
Τι περιλαμβάνει το χρέος του Χ
Το πακέτο χρέους του Μασκ περιελάμβανε 6,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε προθεσμιακά δάνεια, 6 δισεκατομμύρια δολάρια μοιρασμένα εξίσου σε εξασφαλισμένα και μη εξασφαλισμένα ομόλογα και μια ανακυκλούμενη πιστωτική γραμμή 500 εκατομμυρίων δολαρίων.
Το αδιάθετο χρέος της X συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλύτερων και μακροβιότερων «hung deals», δηλαδή συμφωνίες με μία τράπεζα να παρέχει ενδιάμεση χρηματοδότηση για μια εξαγορά, αναμένοντας ότι το δάνειο αυτό θα αναχρηματοδοτηθεί στην αγορά ομολόγων σε μεταγενέστερη ημερομηνία.
Οι τράπεζες βρέθηκαν σε παρόμοιες καταστάσεις σε περιόδους όπως το 2007-08, όταν οι επενδυτές έχασαν την εμπιστοσύνη τους στο χρηματοπιστωτικό σύστημα κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τελικά κατάφεραν να πουλήσουν δισεκατομμύρια χρέους που υποστήριζαν μεγάλες συμφωνίες εξαγορών καθώς οι αγορές ηρέμησαν, αλλά αναγκάστηκαν να υποστούν τεράστιες ζημίες.
Σύμφωνα με την εκτίμηση της Wall Street Journal, η συμφωνία εξαγοράς της X θα έπρεπε να είναι ένας… μποναμάς αμοιβών για τις τράπεζες, οι οποίες θα κέρδιζαν δεκάδες εκατομμύρια δολάρια από το χρέος. Αντ’ αυτού, η αδυναμία τους να το μεταπωλήσουν αποτέλεσε βαρίδι για τις επιχειρήσεις δανεισμού τους και προκάλεσε ερωτήματα από τους ίδιους τους επενδυτές τους.
Τέλος, οι μεγάλες συμφωνίες δεν αρέσουν στις ρυθμιστικές αρχές, οι οποίες ελέγχουν με μεγαλύτερη επιμέλεια τα οικονομικά στοιχεία των τραπεζών μετά τις αποτυχίες της Silicon Valley Bank και άλλων τραπεζών νωρίτερα φέτος. Όσο περισσότερο κρατούν οι τράπεζες το χρέος της X, τόσο μεγαλύτερος είναι ο έλεγχος από τις ρυθμιστικές αρχές, οι οποίες τιμωρούν τους δανειστές για την άμεση πιστωτική έκθεση σε εταιρείες με διαβάθμιση «σκουπίδια», καταλήγει η Wall Street Journal.