Το καλοκαίρι του 2025 βρίσκει τον ελληνικό τουρισμό σε μεταβατικό στάδιο ωρίμανσης, μετά το ιστορικό ρεκόρ του 2024 με 40,7 εκατομμύρια αφίξεις και έσοδα άνω των 21,7 δισ. ευρώ. Οι φετινές προβλέψεις κάνουν λόγο για ήπια αύξηση μεταξύ 2% και 3%, χωρίς ομοιογενή εικόνα ανά προορισμό, με τη ζήτηση να εξαρτάται έντονα από τις κρατήσεις τελευταίας στιγμής και την ευρωπαϊκή οικονομική ψυχολογία.
Η Σαντορίνη πλήρωσε ήδη το κόστος της σεισμικής δραστηριότητας, ενώ η Αθήνα στηρίζει την εικόνα της άνοιξης, καταγράφοντας υψηλές πληρότητες ακόμη και εκτός αιχμής. Ο Μάιος ωστόσο ήταν πιο «χλιαρός» σε σχέση με πέρυσι, τόσο στα νησιά όσο και στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια, με μόλις 1% άνοδο συνολικά, ενώ στο «Ελ. Βενιζέλος» η αύξηση περιορίστηκε στο 2,9%, δείγμα της γενικευμένης επιβράδυνσης μετά από χρόνια συνεχούς ανάπτυξης.
Πίεση στα κόστη, συρρίκνωση της διάρκειας διακοπών
Ο σημαντικότερος παράγοντας για το 2025 είναι οι πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα των Ευρωπαίων ταξιδιωτών. Παρότι η επιθυμία για ταξίδια παραμένει ισχυρή, οι ταξιδιώτες μειώνουν τη διάρκεια παραμονής και τις επιμέρους δαπάνες, επιλέγοντας οικονομικότερους προορισμούς και είδη διαμονής.
Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στη μέση δαπάνη ανά ταξίδι, η οποία πιέζεται καθοδικά – ήδη η εστίαση και το τοπικό εμπόριο σε πολλούς προορισμούς αναφέρουν σημαντική μείωση του κύκλου εργασιών σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Το στοίχημα της επιμήκυνσης και η σημασία των αεροπορικών αφίξεων
Ο Ιούλιος και ο Αύγουστος παραμένουν οι μήνες-κλειδιά. Τα πρώτα στοιχεία από τις αεροπορικές κρατήσεις δείχνουν αύξηση θέσεων κατά 5,3% για το θερινό πτητικό πρόγραμμα, ενώ ήδη οι αφίξεις του πρώτου πενταμήνου εμφανίζουν άνοδο 7% σε σχέση με πέρυσι.
Η ελπίδα είναι, όπως και το 2024, να υπάρξει επιμήκυνση της σεζόν μέχρι και τον Οκτώβριο, προκειμένου να διατηρηθεί θετικό το ισοζύγιο επισκεπτών και εσόδων.
Σύνθετες προκλήσεις και στρατηγική απουσία
Οι φορείς του κλάδου, με αιχμή τον ΣΕΤΕ, αναγνωρίζουν ότι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης δεν μπορούν να συνεχιστούν. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Γιάννης Παράσχης, κάνει λόγο για “συγκρατημένη αισιοδοξία”, ενώ ο αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Aegean, Ευτύχης Βασιλάκης, επισημαίνει την ανάγκη επένδυσης των τελών σε ανταποδοτικές υποδομές, ώστε να στηριχθεί η ποιοτική αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος.
Την ίδια ώρα, ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου του ΣΕΤΕ, Ηλίας Κικίλιας, θέτει θέμα στρατηγικής απουσίας για τον τουρισμό, αναδεικνύοντας το παράδοξο: ο τουρισμός παραμένει ο μόνος διεθνώς ανταγωνιστικός κλάδος της οικονομίας (21η θέση παγκοσμίως), ενώ η γενική ανταγωνιστικότητα της χώρας είναι στην 52η έως 59η θέση. Η υπερεξάρτηση της οικονομίας από τον τουρισμό, όσο παραμένει χωρίς στήριξη από την πολιτεία, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε παραγωγικό αδιέξοδο.
Γεωπολιτικοί κραδασμοί και αγορές υπό πίεση
Το κλείσιμο του εναέριου χώρου στο Ισραήλ είχε άμεσο αντίκτυπο και στην Ελλάδα, παρά το μικρό μερίδιο (2%) της αγοράς. Ο εύθραυστος γεωπολιτικός παράγοντας, όπως επισημαίνεται από όλους τους φορείς, δεν μπορεί να αγνοηθεί — ιδίως με το ενδεχόμενο εμπορικής όξυνσης ΗΠΑ – Ε.Ε. και τις επιπτώσεις του στη διατλαντική ζήτηση.
Παράλληλα, η αεροπορική αποδυνάμωση εταιρειών χαμηλού κόστους (όπως η Ryanair στην ιταλική αγορά), φέρνει μειώσεις επισκεψιμότητας σε νησιά όπως η Ρόδος.
Ανά προορισμό: Ανάμεικτες επιδόσεις και τοπικές ιδιαιτερότητες
Η εικόνα ανά προορισμό είναι μικτή:
-
Η Σαντορίνη καταγράφει πτώση 21,4%, με 68.000 λιγότερους επιβάτες τον Μάιο.
-
Η Μύκονος παραμένει σταθερή, με άνοδο στις διεθνείς αφίξεις.
-
Θετικά κινούνται Κέρκυρα (+7,1%), Κεφαλονιά (+9,5%) και Χανιά (+5,6%).
-
Σταθερή είναι η Ρόδος, με μικρή υποχώρηση στις αφίξεις Ιταλών, αλλά αύξηση των Βρετανών.
-
Η Θεσσαλονίκη παρουσιάζει άνοδο 3,7% τον Μάιο και 7,1% στο πεντάμηνο, με ισχυρή συμβολή από ταξιδιώτες Γερμανίας, Ηνωμένου Βασιλείου, Ιταλίας και Κύπρου.
Ο τουρισμός ως ρυθμιστής της ελληνικής οικονομίας
Τα επίσημα στοιχεία του 2024 υπογραμμίζουν την καθοριστική συμβολή του τουρισμού στην οικονομία:
-
21,7 δισ. ευρώ τουριστικά έσοδα (+5,4%)
-
30,2 δισ. ευρώ συνολική άμεση συμβολή (13% ΑΕΠ)
-
Πάνω από 700.000 θέσεις εργασίας στην αιχμή της περιόδου
-
71,5% κάλυψη του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών από τον εισερχόμενο τουρισμό
Σε μια περίοδο παγκόσμιας αβεβαιότητας, η Ελλάδα καλείται να διατηρήσει το συγκριτικό της πλεονέκτημα, όχι όμως με όρους μονοκαλλιέργειας, αλλά μέσα από σχεδιασμό, ποιοτική αναβάθμιση και στρατηγική διαφοροποίηση.