Η πρώτη έκθεση, με τίτλο “ Πορευόμενοι στην Ιερότητα”, φιλοξενείται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κολώνας και στον διάλογό της με τα αρχαία ευρήματα αναδεικνύει την πνευματική-στοχαστική πλευρά του έργου του Ξένου. Ο ακάματος δουλευτής της σκέψης και του υλικού Γ. Ξένος, κατορθώνει με τις επίμονες παραλλαγές και αφαιρέσεις της μορφής , την αναζήτηση του απόλυτου χρωματικού τόνου, να συνδέσει εύστοχα τα έργα του με τα θραυσματικά, πολλές φορές, ευρήματα που εκτίθενται. Η απλότητα των δημιουργιών του, αποτέλεσμα μίας κοπιώδους αναδίφησης και στο περιεχόμενο, αλλά πρωτίστως στην συναισθηματική και ενσυναισθητική δύναμη και δυνατότητα της εικόνας, καταδεικνύουν πως κι η Τέχνη σε μεγάλο βαθμό αποτελεί μία “ πορεία” προς εκείνη την πνευματικότητα, που συχνά μπορεί να ταυτίσει το εικαστικό με το Ιερό. Αλλά κι η έννοια της Πορείας, άραγε, δεν είναι κοινός παρονομαστής τόσο για τον καλλιτέχνη, στην αναζήτηση του πυρήνα και της σημασίας του έργου του και του ιεροφάντη προς την ατραπό της ένωσής του με το θείο; Μία πορεία που επιτυγχάνεται με μία διαρκή εμβάθυνση στη φύση του περιβάλλοντος και του εσωτερικού κόσμου. Μία εμβάθυνση που πλωτινικά ωθεί ακατάπαυστα στην αναζήτηση ενός Υπεραισθητού, ενός αόρατου Φωτός που κενώνεται στον νού κι όχι μόνο στα μάτια του ανθρώπου. Είναι αυτό το Απολλώνιο, αγλαό, αλλά και συνάμα κρυπτικό και χθόνιο, φώς που αποτελεί τον οδηγό για την ιεροφάνεια ή για την αποκαλυπτικότητα της τέχνης.
Η δεύτερη, που τιτλοφορείται “ Η ελευθερία του εγκλεισμού” στο Καποδίστρειο Ορφανοτροφείο-πρώην φυλακές Αίγινας” φανερώνει τη δυναμική τάση του καλλιτέχνη να συγκερνά τη βιωματική διαίσθηση της Ιστορίας (είτε πρόκειται για την προσωπική, είτε για την συλλογική της έκφραση, μιας κι εκεί έζησαν πολιτικοί κρατούμενοι σε μία ζοφερή περίοδο του Νεοελληνισμού), με την απολυτρωτική βύθιση στις απολυτρωτικές δυνάμεις της σκέψης και εν προκειμένω της τέχνης. Της τέχνης ειδωμένης, όχι απλά ως ένα ς παυσίλυπο, αλλά ως μία ενεργητική και ζωοδότρα δύναμη, μία νοητική ένεση και έμπνευση (σαν το φανταστικό σκάκι του κρατούμενου στη νουβέλα του Στέφαν Τσβάιχ), που ακόμη και μέσα σε καταστάσεις εγκλεισμού προσφέρει με τις παραστάσεις της διέξοδο και κούφιση.
Οι τίτλοι των έργων που εκτίθενται είναι ενδεικτικοί: “ Φωνασκούντες”, “ Χέρια”, “ Μάτια”, μαρτυρούν την πληθυντική βίωση και τη στενότητα του εγκλεισμού, που αναζητεί μία συναισθηματική και αισθητηριακή αφαίρεση για να ξεπεράσει τη μονόχρωμη κι ασφυκτική ζωή σε έναν περίκλειστο χώρο. Οι σπαρακτικές και σχεδόν απόκοσμες μορφές στα τελάρα ή τα κενά σιδερένια περιγράμματα στον προαύλιο, περιγράφουν τη συναισθηματική αλλοτρίωση και την αποταυτοποίηση του ατόμου μέσα σε συνθήκες εγκλεισμού. Μία αλληγορία για την ασφυκτικότητα της καθημερινότητας και τη στενότητα της εμπειρίας, που ακόμη και σε περιστάσεις, επιφαινόμενης, ελευθερίας, μπορεί να πνίγει τον άνθρωπο. Η αντιπαράθεση των σπαρακτικών έργων του Ξένου με τα προσωπικά αντικείμενα των πρώην κρατουμένων στις προθήκες ζωντανεύει το δυνατό εκείνο συναίσθημα, τον βαθύ λυγμό που η φυλακή ως απόλυτη μεταφορά του εγκλεισμού εμφυσά στον καθένα μας. Ένα συναίσθημα, που βιωματικά ο ίδιος ο Ξένος–για όποιον γνωρίζει την προσωπική του βιογραφία–μπορεί να περηφανεύεται πως το έχει ζήσει και η βίωση τούτη τον έχει εμπλουτίσει σε μεγάλο βαθμό.
Στον ίδιο χώρο, το στοιχείο που συνδέει την έκθεση στις φυλακές με την έκθεση στο Μουσείο, είναι η εγκατάσταση με τα πήλινα φίδια: μία άμεση αναφορά στα χθόνια στοιχεία και θεότητες, στο καθαυτό στοιχείο του τόπου, που και στο χώρο του ιερού και στη βέβηλη και φαύλη φυλακή αποτελεί τη μόνη ισχυρή ένδειξη ταυτότητας. Για τους Αρχαίους Έλληνες άλλωστε, ο “ χώρος”(“ χώρα”) είναι αυτό που “ δημιουργεί τόπο”, αυτό που δίνει νόημα στον τόπο: ο Ναός στην Αίγινα, οι Φυλακές στην Αίγινα. Όπως και το φίδι, ως χθόνιο δημιούργημα, ως ιερό ταυτόχρονα και φαύλο, το θεϊκό συνευρίσκεται πάντα με το βέβηλο, στον ίδιο χώρο. Ο Ξένος μοιάζει να μας υπενθυμίζει με τη διττή του τούτη έκθεση εκείνο που είπε ο Ηράκλειτος όταν τον βρήκαν να ζεσταίνεται στο φούρνο του σπιτιού του: «εἶναι γάρ καί ἐνταῦθα θεούς» (Παρευρίσκονται βέβαια και εδώ θεοί).
Τη διπλή τούτη έκθεση, που θα διαρκέσει από 27/07 έως 30/09 επιμελείται η Δρ Βιβή Βασιλοπούλου.