Επανέρχομαι στο θέμα της ακρίβειας, που κατατρώει εισοδήματα, ιδίως στο χώρο των τροφίμων, όπου ο πληθωρισμός της απληστίας καλά κρατεί και αντί να μειώνεται αυξάνεται, με τελευταίο παράδειγμα την πιο πρόσφατη επίσημη καταγραφή του, τον περασμένο Ιούνιο.

Τότε που κατέγραψε νέα άνοδο 12,2% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2022 και άνοδο κατά 2,1% σε σχέση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα Μάιο του 2023.

Εμφάνισε, δηλαδή, την ενδέκατη υψηλότερη αύξηση τους τελευταίους 17 μήνες!

Μαθαίνω, λοιπόν, ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται για δύο ταυτόχρονες και παράλληλες κινήσεις: Σε νομοθέτημα που ετοιμάζεται πυρετωδώς, θα υπάρχει κατ’ αρχήν πρόβλεψη για πλαφόν στα περιθώρια κέρδους όλων των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων, από την παραγωγή, μέχρι τον τελευταίο πωλητή του προϊόντος.

Το ερώτημα εδώ είναι με ποιους τρόπους θα ελεγχθεί το περιθώριο κέρδους πολυεθνικών επιχειρήσεων, οι οποίες δρουν στην ελληνική αγορά είτε μέσω θυγατρικών τους είτε μέσω αντιπροσώπων-εμπόρων.

Και αν στην πρώτη περίπτωση, μπορεί να γενικευθεί και για τις θυγατρικές το πλαφόν, στους αντιπροσώπους και εισαγωγείς, πως θα ισχύσει το ίδιο, όταν τα κόστη παραγωγής δεν είναι δυνατόν να τα γνωστοποιήσουν οι μητρικές πολυεθνικές.

Για το λόγο αυτό το αρμόδιο υπουργείο Ανάπτυξης, διοχέτευσε προς τα Μέσα Ενημέρωσης ότι θα τις καλέσει να εξηγήσουν την τεράστια πολλές φορές διαφορά τιμής του ίδιου προϊόντος στην Ελλάδα, από ότι σε άλλες χώρες και δη γειτονικές (π.χ. Ιταλία, Κύπρος).

Νέα νομοθετική ρύθμιση ετοιμάζεται και για την παράταση της πρωτοβουλίας «Καλάθι του νοικοκυριού», για το οποίο υπάρχουν θετικές απόψεις, αλλά και καταγγελίες από επιχειρήσεις επώνυμων προϊόντων, ότι αυτή η πολιτική ωφελεί τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας και ότι η ποιότητα αυτών των ειδών είναι υποβαθμισμένη.

Πως αντιδρούν οι επιχειρήσεις; Εκπρόσωποί τους έχουν ήδη διαμηνύσει στην κυβέρνηση ότι από τον υπολογισμό των τιμών, εξαιρούνται οι προσφορές, μέσω των οποίων μειώνονται οι τιμές.

Έχουν μάλιστα στα χέρια τους κάποιες μελέτες, που ανατρέπουν, κατά την άποψή τους τα επίσημα στοιχεία, κάνοντας λόγο για ανακριβή μέθοδο υπολογισμό τους.

Στο μεταξύ, οι καταναλωτές συνεχίζουν να πληρώνουν πολύ ακριβά όλα τα είδη διατροφής, αλλά και τα βασικότερα από τα είδη ευρείας κατανάλωσης από τα νοικοκυριά, όπως φυσικά και τα καύσιμα.

Διαβάστε ακόμη: