Συνταξιούχοι και μισθωτοί, είχαν  βγάλει τα λεφτά τους από την τράπεζα ,κυρίως την περιόδο του μνημονίου και ειδικότερα επί κυβερνήσεως Σύριζα φοβούμενοι ότι θα τα χάσουν μέσα από το κούρεμα η την χρεωκοπία. Αυτό είχε ώς συνέπεια να μην μπορούν τώρα να τα γυρίσουν στις τράπεζες πιστεύοντας ότι θα κατηγορηθούν για μαύρο χρήμα.
Βέβαια οι φορολογικοί έλεγχοι σε πολλές περιπτώσεις είχαν μπεί σε ένα  κυνήγι μαγισσών με συνέπεια, πολλοί μισθωτοί η και μικρομεσαίοι να προσπαθήσουν μέσα από αγώνες να αποδείξουν το αυτονόητο.
Τους ενδοιασμούς αυτούς αντιμετωπίζουν όσοι επιθυμούν να επανακαταθέσουν τα χρήματα που σήκωσαν από τις τράπεζες το 2010 και το 2015 και να προβούν σε αγορές ιδιαίτερα πρώτης κατοικίας

Όλα αλλάζουν για τις κατασχέσεις


Ολα αυτά αλλάζουν. Και από το 2020 πλέον οι πιο «τολμηροί» μπορούν να κάνουν όλα τα παραπάνω με κάπως μεγαλύτερη άνεση, χωρίς τον άμεσο κίνδυνο κατάσχεσης. Τα περιστατικά αυθαίρετης επιβολής προστίμων για μετρητά (σαν να ήταν «αγνώστου προελεύσεως» χρήματα και όχι ήδη δηλωμένα και φορολογημένα περιουσιακά στοιχεία) φαίνεται πως μειώνονται και περνάνε σταδιακά στο παρελθόν, όπως υποστηρίζουν στελέχη του φοροελεγκτικού μηχανισμού. Κυρίως δε μετά από αποφάσεις του ΣτΕ, του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή και της Διεύθυνσης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών (ΔΕΔ).

Τι ισχύει πλέον

Με βάση τα νέα δεδομένα προκύπτει:

■ Τα μετρητά είναι νόμιμο χρήμα και δεν πρέπει να ενοχοποιείται. Το αυτονόητο είχε καταργηθεί πρακτικά έως και το 2018, παρότι ήδη από το 2015 η περιβόητη «Εγκύκλιος Μπάκα» (όπως έμεινε γνωστή από το όνομα του πρώην γενικού διευθυντή και προσωρινά γενικού γραμματέα της ΓΓΔΕ Ιωάννη Μπάκα) ξεκαθάριζε ότι κανένας νόμος δεν μπορεί να επιβάλει πού θα φυλάει κάποιος τα λεφτά του. Οπως έχει αποκαλύψει το «business stories», όμως, o φορολογικός έλεγχος θεωρούσε μαύρο χρήμα σχεδόν κάθε χρηματική συναλλαγή εκτός τραπεζικού συστήματος.
■ Το βάρος απόδειξης της φοροδιαφυγής φέρει και η ελεγκτική αρχή. Αν και παραμένει σε ισχύ, εφαρμόζεται υπό όρους πλέον η διάταξη νόμου του 2010 που καταργούσε πλήρως το τεκμήριο της αθωότητας και έπρεπε ο ελεγχόμενος να αποδείξει ότι δεν είναι ένοχος – και στον ελεγκτή του που ήταν ταυτόχρονα κριτής του!
Πλέον γίνεται αποδεκτό ότι οι ελεγκτές πρέπει να στηρίζονται στην ανάλυση οικονομικής θέσης και στην ανάλωση εισοδημάτων περασμένων ετών, για να τεκμηριώσουν αν το ποσόν διακινείται παράνομα και δεν δικαιολογείται από τα δηλωθέντα εισοδήματα. Δεν αρκεί δηλαδή ο εντοπισμός μιας μεμονωμένης εγχρήματης συναλλαγής. Και αν από τις φορολογικές δηλώσεις περασμένων ετών ή άλλες πηγές υπερκαλύπεται η εν λόγω συναλλαγή, αυτό αποτελεί τεκμηρίωση της προέλευσης των χρημάτων.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr