Μισό βήμα για την αναβάθμιση της Ελλάδας που θα τη φέρει πιο κοντά στην περίφημη επενδυτική διαβάθμιση έκανε αργά χθες το βράδυ ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch.

Η βελτίωση των προοπτικών είναι συνήθως το ενδιάμεσο στάδιο για την αναβάθμιση του αξιόχρεου τους επόμενους 12-18 μήνες, με την προϋπόθεση βέβαια ότι οι παραπάνω προβλέψεις του Fitch θα επιβεβαιωθούν.

Οι βασικότεροι μοχλοί για την αναβάθμιση θα είναι, όπως εξηγεί ο ίδιος ο οίκος, δύο:

  • Η εμπιστοσύνη ότι το χρέος θα ακολουθήσει πράγματι πτωτική τάση, χάρη στη μείωση των ελλειμμάτων, την ισχυρή ανάπτυξη και το χαμηλό κόστος δανεισμού
  • Η συνέχιση της προόδου στη μείωση των κόκκινων δανείων που θα οδηγήσει σε βελτίωση της δυνατότητας των τραπεζών να χορηγούν δάνεια στον ιδιωτικό τομέα

Το μήνυμα που στέλνει ο Fitch στην κυβέρνηση είναι ξεκάθαρο: Πρέπει να δείξει στην πράξη ότι τα μεγάλα ελλείμματα της περασμένης διετίας, τα οποία δημιουργήθηκαν λόγω της πανδημίας, θα περιοριστούν δραστικά από φέτος, ώστε να υπάρξει η απαραίτητη εμπιστοσύνη για την αποκλιμάκωση του χρέους.

Όπως σημειώνει ο οίκος, το δημοσιονομικό έλλειμμα το 2021 ήταν οριακά μόνο μικρότερο από το 2020 (9,7% του ΑΕΠ έναντι 10,1%), ενώ προβλέπει μείωση του ελλείμματος στο 4,1% του ΑΕΠ φέτος και στο 2,9% το 2023. Παράλληλα, σημειώνει ότι υπάρχει και ένας βραχυπρόθεσμος κίνδυνος από την αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού, ιδιαίτερα λόγω της παραλλαγής Ομικρον.

Η σημασία που θα έχει μία μεγάλη μείωση του ελλείμματος φέτος, για την οποία άλλωστε έχει δεσμευθεί και η κυβέρνηση στο πλαίσιο της ΕΕ, είναι σαφές ότι αποτελεί πυξίδα για την κυβέρνηση, η οποία έχει θέσει ως στόχο την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας στο πρώτο εξάμηνο του 2023 και την έξοδο φέτος από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας της ΕΕ.

Τι περιμένουμε από τους οίκους αξιολόγησης

Μετά την αναθεώρηση του outlook σε θετικό, τρεις από τους τέσσερις μεγάλους οίκους αξιολόγησης – που λαμβάνει υπόψη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να επιτρέπει την αγορά ομολόγων μίας χώρας – έχουν την ίδια αξιολόγηση για την Ελλάδα.

Συγκεκριμένα, τόσο ο S&P όσο και ο DBRS αξιολογούν την Ελλάδα με ‘ΒΒ’ και θετικό outlook, ο πρώτος από τον Απρίλιο και ο δεύτερος από τον Σεπτέμβριο του 2021, ενώ η Moody’s έχει δυσμενέστερη αξιολόγηση (Ba3 από τον Νοέμβριο του 2020 που είναι τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική, με σταθερές προοπτικές).

Το ενδιαφέρον εστιάζεται τώρα στις επόμενες αξιολογήσεις που θα κάνουν σε δύο μήνες (στις 18 Μαρτίου) ο DBRS και ο Moody’s, με τον S&P να ακολουθεί στις 22 Απριλίου.

Οι οίκοι επαναξιολογούν κάθε έξι μήνες το αξιόχρεο της Ελλάδας, αν και κάποιες φορές δεν προχωρούν σε σχετικές ανακοινώσεις, όπως συνέβη με τον Moody’s πέρυσι και τον S&P τον Οκτώβριο του 2021.

Αν και οι απόψεις τους μπορεί να είναι κάπως διαφορετικές, όλοι στηρίζουν τις αξιολογήσεις τους στο τρίπτυχο ανάπτυξη – χρέος – κόκκινα δάνεια.

Ο S&P είχε αναφέρει πέρυσι τον Απρίλιο, όταν προχώρησε στην αναθεώρηση του outlook σε θετικό, ότι αυτό σήμαινε πως μπορεί να αναβαθμίσει το ελληνικό αξιόχρεο τους επόμενους 12 -18 μήνες, αν η οικονομική ανάκαμψη ήταν ταχύτερη από αυτή που προέβλεπε τότε και αν βελτιωνόταν σημαντικά η δημοσιονομική διαχείριση σε συνδυασμό με μία μεγάλη μείωση των κόκκινων δανείων. Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις έχουν επιτευχθεί αναφορικά με την ανάπτυξη και τα κόκκινα δάνεια, θα έχει ενδιαφέρον η ετυμηγορία του, όπως και των δύο άλλων οίκων.