«Ελπίζω να είμαι κι εγώ ένα πέταλο από τα λουλούδια του πολιτισμού που ανθίζουν στις στάχτες μια καταστροφής», δήλωσε χθες (20/6) ο διάσημος σκηνοθέτης και σεναριογράφος Αλεξάντερ Πέιν στην τελετή έναρξης του 2ου Evia Film Project στον θερινό κινηματογράφο «Απόλλων» της Αιδηψού, όπου ο ελληνικής καταγωγής και βραβευμένος με δύο Όσκαρ δημιουργός παρουσίασε στο κοινό της βόρειας Εύβοιας την ταινία του, «Μικρόκοσμος».
«Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για δεύτερη χρονιά έρχεται στη βόρεια Εύβοια, που αγαπήσαμε πέρσι και η οποία δοκιμάστηκε από μια φυσική καταστροφή. Φέτος, θέλουμε να μοιραστούμε την αγάπη μας γι’ αυτό τον τόπο με επαγγελματίες του κινηματογράφου απ’ όλο τον κόσμο. Θα μας δείξουν τις ταινίες τους, θα δουλέψουν τα σχέδιά τους για τις επόμενες, θα μας αποκαλύψουν μυστικά του σινεμά και, κυρίως, θα ανακαλύψουν τις μαγικές τοποθεσίες της βόρειας Εύβοιας, με σκοπό αυτές να πρωταγωνιστήσουν σε ό,τι θα δούμε στο μέλλον στις οθόνες μας. Κι όλα αυτά, βέβαια, με προτεραιότητα την προστασία του περιβάλλοντος και την καλλιέργεια μιας συλλογικής οικολογικής συνείδησης, η οποία συνδυάζεται με δράσεις στην καθημερινότητά μας», ανέφεραν χαρακτηριστικά ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Ορέστης Ανδρεαδάκης, και η γενική διευθύντρια του Φεστιβάλ, Ελίζ Ζαλαντό.
Παράλληλα, υπογράμμισαν την εξαιρετικά σημαντική συμβολή του οπτικοακουστικού τομέα στην ανάπτυξη: «Τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές κινηματογραφικές ταινίες, τα ντοκιμαντέρ, οι τηλεοπτικές σειρές μυθοπλασίας, καθώς και τα έργα εικονικής πραγματικότητας, έχουν αποκτήσει μεγάλη αναπτυξιακή δύναμη. Προσφέρουν χιλιάδες θέσεις εργασίας, υποστήριξη στις τοπικές κοινωνίες και εξωστρέφεια, όχι μόνο ενός εκπληκτικού ανταγωνιστικού προϊόντος, αλλά και ολόκληρου του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού. Στο πλαίσιο αυτής της πρόκλησης, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ήρθε και πάλι στη βόρεια Εύβοια, με την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και με σταθερό συνοδοιπόρο το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, σε μια γιορτή με την ελληνική και τη διεθνή κινηματογραφική κοινότητα, η οποία αρχίζει σήμερα και συνεχίζεται όλο τον χρόνο μέσα από τις δράσεις μας, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς».
Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο δήμαρχος Ιστιαίας-Αιδηψού, Γιάννης Κοντζιάς, ο οποίος ανέφερε: «Το Evia Film Project υπήρξε η πρώτη κίνηση έμπρακτης στήριξης από την πολιτεία αλλά και από τους ανθρώπους του πολιτισμού απέναντι στους Δήμους Ιστιαίας-Αιδηψού και Μαντουδίου-Λίμνης-Αγίας Άννας, οι οποίοι ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα από τις πυρκαγιές του Αυγούστου του 2021. Η δράση του Evia Film Project, αλλά και η φιλοξενία ενός τόσο σημαντικού καλεσμένου, όπως ο Αλεξάντερ Πέιν, δεν μας γεμίζει μόνο με χαρά και συγκίνηση, αλλά μας δίνει και την ελπίδα πως ο τόπος μας θα βρει ξανά τον δρόμο του, ο οποίος περνά αναγκαστικά μέσα από τον πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι το μόνο αγαθό που πολλαπλασιάζεται συνεχώς καθώς το μοιράζεσαι».
Ο Αλέξαντερ Πέιν, αφότου καλησπέρισε το κοινό στα ελληνικά, δήλωσε ευτυχής που βρίσκεται στην Εύβοια. «Λυπάμαι πολύ για τους λόγους που οδήγησαν στη δημιουργία του Evia Film Project, αλλά είμαι πολύ χαρούμενος που είμαι κομμάτι του. Είμαι επίσης χαρούμενος που υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που θέλουν να δουν τη συγκεκριμένη ταινία διότι ελάχιστοι την είδαν όταν πρωτοβγήκε στις αίθουσες. Θέλω να συγχαρώ τον δήμαρχο για τα όμορφα λόγια του, ιδίως για το σημείο όπου εξήγησε ότι ακόμη και μέσα από τις στάχτες μιας καταστροφής μπορούν να ανθίσουν λουλούδια, τα λουλούδια του πολιτισμού. Είναι τιμή μου να βρίσκομαι εδώ και ελπίζω να είμαι κι εγώ ένα πέταλο από αυτά τα λουλούδια», είπε.
Αμέσως μετά την προβολή της ταινίας, ο Αλεξάντερ Πέιν μίλησε για την αρχική σύλληψη της ταινίας, σημειώνοντας πως η πρώτη σπίθα έμπνευσης είχε κωμική χροιά: «Αρχικά, το σενάριο επικεντρωνόταν στην κωμική ιδέα του πόσο περισσότερα υλικά υπάρχοντα θα μπορούσε να έχει στη διάθεσή του ένας μικροσκοπικός άνθρωπος. Ξεκινώντας από αυτή την αφετηρία, καταλήξαμε στο ότι ο επιστημονικός λόγος πίσω από τη συρρίκνωση των ανθρώπων θα μπορούσε να σχετίζεται με μια απόπειρα σωτηρίας του πλανήτη από τον υπερπληθυσμό και τη σπατάλη των φυσικών πόρων. Δεν είχαμε ως πρόθεση να εκφράσουμε ένα συγκεκριμένο μήνυμα, ασχέτως αν η ταινία αντανακλά και τις δικές μας απόψεις σε ορισμένα πολιτικά και περιβαλλοντικά ζητήματα. Παρόλα αυτά, με τον σεναριογράφο της ταινίας, Τζιμ Τέιλορ, δεν είχαμε την παραμικρή πρόθεση να φανούμε διδακτικοί. Σατιρικοί ίσως, αλλά σίγουρα όχι διδακτικοί».
Απαντώντας για τις ιδέες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο τελικό σενάριο της ταινίας, ο Αλεξάντερ Πέιν δήλωσε πως αν είχε το ίδιο σενάριο σήμερα στα χέρια του ίσως και να είχε στραφεί στην επιλογή μιας τηλεοπτικής σειράς παρά σε μια κινηματογραφική ταινία. «Παρακολούθησα απόψε την ταινία για πρώτη φορά ύστερα από επτά χρόνια και αναρωτιόμουν συνεχώς γιατί υπήρξε κριτική και εμπορική αποτυχία στην εποχή της. Κατέληξα λοιπόν στο ότι η ταινία υποφέρει από μια εσωτερική σύγκρουση, προσπαθώντας να βρει ισορροπία ανάμεσα στις υψηλές ιδέες και τις μικρές ανθρώπινες στιγμές. Σε τελική ανάλυση, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς εξίσου εύκολα ότι η ταινία διατυπώνει πολλά διαφορετικά μηνύματα, αλλά και κανένα απολύτως μήνυμα. Προφανώς όλοι συμφωνούμε πως η κατάσταση που βιώνουμε σε ζητήματα όπως το περιβάλλον ή η μετανάστευση δεν είναι η επιθυμητή. Προσωπικά μιλώντας, αν υπάρχει ένα μήνυμα στην ταινία είναι πως ό,τι κι αν συμβαίνει, και παρά τα αμέτρητα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, πρέπει πάντα να βοηθούμε τον διπλανό μας», εξήγησε.
Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση με το κοινό, ο Αλεξάντερ Πέιν μίλησε για την επερχόμενη ταινία του, με τίτλο «The Holdovers» και πρωταγωνιστή τον Πολ Τζιαμάτι. «Η ταινία διαδραματίζεται στη δεκαετία του ’70, σε ένα οικοτροφείο αρρένων στη Μασαχουσέτη, και στο επίκεντρο της ιστορίας συναντούμε ένα ορφανό από πατέρα μοναχοπαίδι που είναι αναγκασμένο να περάσει ολομόναχος τις γιορτές των Χριστουγέννων, μιας και η μητέρα του θα φύγει σε διακοπές με τον βαθύπλουτο νέο σύζυγό της. Οι μόνοι άλλοι άνθρωποι που θα βρίσκονται στο οικοτροφείο την περίοδο των Χριστουγέννων, πέρα από τον νεαρό μαθητή, είναι ένας αυστηρός καθηγητής και λάτρης της πειθαρχίας, τον οποίο υποδύεται ο Πολ Τζιαμάτι, και η Αφροαμερικανή μαγείρισσα, η οποία έχει μόλις χάσει τον γιο της στο Βιετνάμ. Η πλοκή της ταινίας, η οποία διαθέτει τόσο κωμικά όσο και δραματικά στοιχεία περιστρέφεται γύρω από τη συνύπαρξη αυτών των τριών φαινομενικά αταίριαστων χαρακτήρων στη διάρκεια των δύο χιονισμένων και γιορτινών εβδομάδων», κατέληξε.