Σε προβλέψεις για υποχώρηση του πληθωρισμού από τα μέσα του έτους προέβη ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας χθες σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Mega και στη Νίκη Λυμπεράκη, ενώ παράλληλα το αίτημα αύξησης του κατώτατου μισθού το χαρακτήρισε δίκαιο, επισημαίνοντας πως η ΤτΕ συμμετέχει στη σχετική διαβούλευση.
Σύμφωνα με τον κεντρικό τραπεζίτη, ο κατώτατος μισθός πρέπει να αυξηθεί αλλά πρέπει να ληφθούν υπόψη πάρα πολλοί παράγοντες και πρόσθεσε ότι είμαι βέβαιος ότι η κυβέρνηση τους λαμβάνει υπόψη. Υπάρχει μια διαβούλευση, η ΤτΕ είναι ένας από τους οργανισμούς που θα προσφέρει την τεχνογνωσία της. Με τον κατώτατο μισθό στην Ελλάδα αμείβεται περίπου το 27% του εργατικού δυναμικού. Είναι δίκαιο αίτημα η αύξηση του κατώτατου».
Σχετικά με τον πληθωρισμό ανέφερε ότι «η πανδημία αύξησε τον πληθωρισμό γιατί δημιούργησε φραγμούς στην παραγωγή. Όταν η πανδημία φύγει, που φεύγει όπως φαίνεται, αυτοί οι φραγμοί θα αρθούν και άρα ο πληθωρισμός θα αρχίσει να μειώνεται από τα μέσα του έτους φέτος.
«Επομένως, στην Ευρώπη δεν βλέπουμε τον λόγο γιατί να γίνει αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, πέραν από την σταδιακή άρση των εκτάκτων μέτρων για την πανδημία», υπογράμμισε ο κ. Στουρνάρας.
Σχετικά με το Ταμείο Ανάκαμψης, εκτίμησε πως έως το 2026 τα χρήματα του Ταμείου θα αυξήσουν το ΑΕΠ της Ελλάδας κατά περίπου 7%, τις επενδύσεις κατά περίπου 22%, τα φορολογικά έσοδα κατά σχεδόν 3%, ενώ παράλληλα θα δημιουργηθούν 200 χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.
Ως προς την πορεία του 2022, ο κεντρικός τραπεζίτης ανέφερε ότι χάρη στο δημοσιονομικό φρένο σε ό,τι αφορά τα μέτρα για την πανδημία, το πρωτογενές έλλειμμα θα υποχωρήσει από το 6,5% που είναι τώρα στο 1,5%. Τόνισε πως η δημοσιονομική συστολή δεν πρόκειται να έχει αντίκτυπο στους πολίτες γιατί θα αντισταθμιστεί από τους ρυθμούς ανάπτυξης που θα παραμείνουν υψηλοί. Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα είναι η χώρα που έδωσε ίσως τα περισσότερα χρήματα τηρουμένων των αναλογιών του μεγέθους της ως ποσοστό του ΑΕΠ για την πανδημία, από όλες τις άλλες χώρες στην Ευρωζώνη. Αναλόγως, το φρένο που πατάει το 2022 είναι μεγαλύτερο. Για αυτό και το πρωτογενές έλλειμμα θα πέσει από περίπου 6,5 ή 7% του ΑΕΠ σε περίπου 1 ή 1,5% του ΑΕΠ φέτος. Άρα λοιπόν η δημοσιονομική συστολή φέτος είναι εξίσου σημαντική με τη δημοσιονομική αύξηση που είχαμε το 2021 και το 2020».
Εξήγησε ότι η δημοσιονομική συστολή δεν θα πιέσει τον κόσμο, γιατί αντικαθίσταται από τη σημαντική οικονομική ανάπτυξη που θα έχουμε και το 2022. Μάλιστα τόνισε ότι η ανάπτυξη το 2021 τελικά θα εκπλήξει, ίσως να πλησιάσει και το 9%. Οι τελευταίες εκτιμήσεις της ΤτΕ, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, δείχνουν ότι θα είναι γύρω στο 8,5 με 9%. Άρα, θα έχουμε μια πολύ μεγάλη ανάπτυξη το 2021, αλλά και το 2022 τα υποδείγματα μας δείχνουν ότι ένα 4,5 με 5% είναι εφικτό.
«Αυτή η ανάπτυξη θα λειτουργήσει ως γέφυρα στη δημοσιονομική συρρίκνωση που πρέπει οπωσδήποτε να γίνει για να μην έχουμε προβλήματα βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους», σημείωσε.
Ο κεντρικός τραπεζίτης ανέφερε δε ότι το καλό είναι ότι σήμερα βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε έχοντας περάσει τόσες δυσκολίες. «Τα παθήματα ας γίνουν μαθήματα και για εμάς αλλά και για τους εταίρους μας. Ένα μάθημα που έχουμε όλοι μας πάρει, είναι ότι δεν πρέπει να ακολουθούνται φιλοκυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές. Τι σημαίνει αυτό; Όταν έχεις ύφεση, δεν μπορείς να ζητάς από αυτόν που έχει ύφεση να παίρνει μέτρα λιτότητας. Στην Ελλάδα παίρναμε μέτρα που βελτιώναμε το πρωτογενές πλεόνασμα αλλά η λιτότητα η οποία επεβλήθη δημιούργησε μεγαλύτερη ύφεση, χάναμε έσοδα και ό,τι κερδίζαμε δημοσιονομικά από το πρωτογενές αποτέλεσμα, το χάναμε από την απώλεια εσόδων. Αυτό δεν πρέπει να ξαναγίνει. Δεν πρέπει ό,τι κερδίζουμε από το πρωτογενές αποτέλεσμα να το χάνουμε από το λεγόμενο φαινόμενο της χιονοστιβάδας. Δηλαδή τη διαφορά του επιτοκίου που δανείζεται το δημόσιο και του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης» και πρόσθεσε ότι «πρέπει πάση θυσία να προσπαθούμε ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης να είναι μεγαλύτερος από το επιτόκιο με το οποίο δανείζεται το ελληνικό δημόσιο. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό μάθημα που πήραμε τότε και προσπαθούμε να επιχειρηματολογήσουμε ότι αυτή η αρχή πρέπει να ενσωματωθεί στο νέο σύμφωνο σταθερότητας. Δηλαδή να έχει την ευελιξία να μην ακολουθούνται φιλοκυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές».
Ο κ. Στουρνάρας ανέφερε επίσης ότι «στη γνωμοδότηση που ζητήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, νομίζω αυτό πέρασε. Για να είμαι δίκαιος, για να μιλάμε συμμετρικά, όπως φιλοκυκλικές πολιτικές δεν πρέπει να ακολουθούνται στη διάρκεια της ύφεσης, δεν πρέπει όμως να ακολουθούνται και στη διάρκεια της άνθησης. Δηλαδή μια χώρα που έχει υψηλό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, πρέπει να παίρνει δημοσιονομικά μέτρα μείωσης του ελλείμματος της και όχι αύξησης».