Σχέδιο προκειμένου να γίνουν ανταγωνιστικοί οι πλειστηριασμοί ακινήτων επεξεργάζεται το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, με στόχο να αυξηθούν τα «κέρδη» για τον οφειλέτη αλλά και για να συμμετάσχουν εκτός των funds και των τραπεζών και φυσικά πρόσωπα.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της εφημερίδας Καθημερινής, επικαλούμενο ανώτατη πηγή του υπουργείου Οικονομικών, οι άγονοι πλειστηριασμοί είναι τις περισσότερες φορές εις βάρος του οφειλέτη, καθώς το τελικό τίμημα μπορεί να συρρικνωθεί σημαντικά και να μην ανταποκρίνεται στην πραγματική τιμή του ακινήτου.
Εκτός, βέβαια, εάν ο οφειλέτης προσπαθεί να βρει λύση ή να ενταχθεί σε κάποια ρύθμιση για την αποπληρωμή του χρέους που έχει.
Παράλληλα, σχεδιάζονται αλλαγές που σχετίζονται με τους άγονους πλειστηριασμούς οι οποίοι οδηγούν στη μείωση του τιμήματος.
Εξετάζεται δηλαδή η αλλαγή των όρων ώστε το τίμημα να μην «πέφτει» στο 65% της αρχικώς ορισθείσας τιμής.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, όταν κηρύσσεται άγονος και ματαιώνεται ο πλειστηριασμός λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος εφαρμόζεται το άρθρο 966 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, και ο πλειστηριασμός γίνεται έπειτα από 40 ημέρες.
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, η τιμή της πρώτης προσφοράς για τους δύο πρώτους άγονους πλειστηριασμούς είναι ίδια, την τρίτη φορά που επανέρχεται ο πλειστηριασμός η τιμή της πρώτης προσφοράς αντιστοιχεί στο 80% της αρχικώς ορισθείσας και την τέταρτη φορά στο 65% της αρχικώς ορισθείσας τιμής.
Εφόσον δεν υπάρχει αγοραστικό ενδιαφέρον ο επισπεύδων τον πλειστηριασμό πρέπει να απευθυνθεί στη Δικαιοσύνη.
Υψηλότερη τιμή
Στόχος της κυβέρνησης δεν είναι μόνο ο πλειστηριασμός να μη ματαιώνεται αλλά, όπως αναφέρει το ίδιο ανώτατο στέλεχος, η τιμή πρώτης προσφοράς με τις αλλαγές που προωθούνται να αυξάνεται για παράδειγμα από το 100 στο 120 μέσω της διευρυμένης ζήτησης. Ουσιαστικά με τις αλλαγές που εξετάζονται, επιδιώκεται το τελικό ποσό να «σβήνει» όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα από το χρέος του οφειλέτη, ει δυνατόν και όλο.
Σήμερα, μετά την αυτόματη αναπροσαρμογή το τελικό τίμημα καταλήγει να είναι υποτιμημένο, το ακίνητο περνάει στα χέρια μιας θυγατρικής τράπεζας ή εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων, με αποτέλεσμα ο οφειλέτης να συνεχίζει να χρωστάει στους πιστωτές ή στο ελληνικό Δημόσιο.
Ολα τα θέματα που οδηγούν στη ματαίωση των πλειστηριασμών έχουν ήδη συζητηθεί με τις τράπεζες και τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων σε ευρεία σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Οικονομικών με τη συμμετοχή των αρμόδιων γενικών γραμματέων. Οι τελευταίοι θα καταθέσουν το προσεχές διάστημα στην πολιτική ηγεσία την τελική πρόταση που θα «ξεμπλοκάρει» τους πλειστηριασμούς με στόχο αυτοί να γίνουν ανταγωνιστικοί.
Σημειώνεται ότι το 2023 ολοκληρώθηκε το 25% των πλειστηριασμών ακινήτων που πραγματοποιήθηκαν, ενώ όσον αφορά το υπόλοιπο 75% έμειναν άγονοι.
Συγκεκριμένα, από τους περίπου 44.446 ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, περίπου 10.000 περιπτώσεις κατέληξαν σε κάποιον πλειοδότη.
Τι εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών:
1. Επίλυση προβλημάτων με στόχο να συμμετέχουν και τρίτοι. Στόχος είναι να συμμετέχουν και φυσικά πρόσωπα, που σπανίζουν πλέον στους πλειστηριασμούς.
2. Αλλαγή του θεσμικού πλαισίου που αφορά τα ποσοστά μείωσης του τιμήματος σε περίπτωση που κηρυχθεί άγονος πλειστηριασμούς.
3. Οι συμμετέχοντες ιδιώτες δεν έχουν σήμερα εικόνα για το ακίνητο που βγαίνει στον πλειστηριασμό. Υπάρχουν σενάρια οι ιδιώτες να μπορούν να έχουν πρόσβαση στο ακίνητο που εκπλειστηριάζεται.
4. Μέτρα για να επιλυθούν προβλήματα που δημιουργούνται με τις εκ των υστέρων ανακοπές. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ανασφάλεια στους πλειοδότες, αναφέρουν πηγές του υπουργείου Οικονομικών.
5. Παρεμβάσεις με στόχο τα ακίνητα που αποκτώνται από πλειστηριασμούς να «βγαίνουν» άμεσα στην αγορά για ενοικίαση ή πώληση. Σήμερα υπάρχουν περίπου 10.000 ακίνητα που κατέχουν οι servicers και οι τράπεζες, τα οποία όμως βγαίνουν με αργούς ρυθμούς καθώς υπάρχουν προβλήματα που σχετίζονται με το κτηματολόγιο κατά κύριο λόγο αλλά και με τις εκ των υστέρων ανακοπές.
Οι πολεοδομικές παραβάσεις, όπως προέκυψε από τη συνάντηση που είχαν με την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, δεν συνιστούν το μεγαλύτερο πρόβλημα συσσώρευσης κλειστών διαμερισμάτων.
Αλλά και σε αυτές τις περιπτώσεις το οικονομικό επιτελείο εξετάζει λύσεις για επίσπευση των διαδικασιών.