Αμερικανικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί έβαλαν στο στόχαστρο τη νύχτα της Παρασκευής προς Σάββατο θέσεις ένοπλων οργανώσεων προσκείμενων στο Ιράν στο δυτικό Ιράκ, ιδιαίτερα στον τομέα της Αλ Κάιμ, στα σύνορα με τη Συρία, δήλωσαν δυο πηγές του Γαλλικού Πρακτορείου στις ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας.
Καταδικάζοντας την «παραβίαση της ιρακινής εθνικής κυριαρχίας», ο στρατηγός Γιαχία Ρασούλ, εκπρόσωπος του ιρακινού πρωθυπουργού Μοχάμεντ Σία αλ Σουντάνι, προειδοποίησε σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε εναντίον των δυνητικά «καταστροφικών συνεπειών για την ασφάλεια και τη σταθερότητα του Ιράκ και της περιοχής».
«Έγινε στόχος εγκατάσταση ένοπλων παρατάξεων στην περιοχή της Αλ Κάιμ, πρόκειται για αποθήκη ελαφρών όπλων, κατά τις πρώτες πληροφορίες», είπε αξιωματούχος του υπουργείου Εσωτερικών, ο οποίος εκφράστηκε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί.
Ο αξιωματούχος έκανε λόγο για «οκτώ άμαχους τραυματίες» στην περιοχή αυτή.
Δεύτερος βομβαρδισμός έγινε στην περιοχή Αλ Ακάσατ, νοτιότερα, πάντα κοντά στα σύνορα, εναντίον κέντρου διοίκησης επιχειρήσεων των Χασντ ας Σάαμπι («Μονάδων Λαϊκής Κινητοποίησης»), συμμαχίας παραστρατιωτικών παρατάξεων που πρόσκεινται στο Ιράν και πλέον τυπικά είναι ενταγμένες στις ένοπλες δυνάμεις του Ιράκ.
Στέλεχος των Χασντ ας Σάαμπι, που εκφράστηκε επίσης υπό τον όρο να μην κατονομαστεί, επιβεβαίωσε τους δυο βομβαρδισμούς, στην Αλ Κάιμ, με στόχο κατ’ αυτό θέση της Κατάεμπ Χεζμπολά («Ταξιαρχίες του Κόμματος του Θεού»), και στην Αλ Ακάσατ, που προκάλεσε «τραυματισμούς».
Παράλληλα, το μεικτό διοικητήριο των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ που είναι αρμόδιο για την περιοχή της Μέσης Ανατολής (CENTCOM, «κεντρική διοίκηση»), επιβεβαίωσε αργά χθες το βράδυ πως εξαπολύθηκαν «αεροπορικά πλήγματα στο Ιράκ και στη Συρία», με στόχο παρατάξεις προσκείμενες στο Ιράν και στελέχη της δύναμης Κουντς («Ιερουσαλήμ») των Φρουρών της Επανάστασης, επίλεκτου σώματος του ιρανικού στρατού. Η Κουντς είναι η δύναμη που διεξάγει ιρανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό.
Στα πλήγματα «χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 125 πυρομαχικά ακριβείας», διευκρίνισε μέσω X (του πρώην Twitter) η CENTCOM, προσθέτοντας πως στόχοι έγιναν πάνω από 85 τοποθεσίες, συμπεριλαμβανομένων κέντρων διοίκησης, χώρων αποθήκευσης drones και πυραύλων, που ανήκουν σε παραστρατιωτικούς και στις ιρανικές δυνάμεις, και «διευκόλυναν τις επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων των ΗΠΑ και του (διεθνούς αντιτζιχαντιστικού) συνασπισμού».
Ο Λευκός Οίκος είχε διαμηνύσει πως θα ανταπέδιδε την επίθεση με drone της 28ης Ιανουαρίου, την οποία απέδωσε σε μαχητές προσκείμενους στο Ιράν και η οποία είχε αποτέλεσμα να σκοτωθούν τρία μέλη των αμερικανικών ένοπλων δυνάμεων σε βάση υποστήριξης στην Ιορδανία, στα σύνορα με τη Συρία και περίπου δέκα χιλιόμετρα από το Ιράκ.
Από τα μέσα Οκτωβρίου, έχουν γίνει πάνω από 165 επιθέσεις, με drones, ρουκέτες και βαλλιστικούς πυραύλους μικρού βεληνεκούς εναντίον αμερικανών στρατιωτικών που είναι ανεπτυγμένοι στο πλαίσιο της αποστολής αντιτζιχαντιστικού συνασπισμού στο Ιράκ και στη Συρία.
Την ευθύνη για τις περισσότερες ανέλαβε η «Ισλαμική Αντίσταση στο Ιράκ», οργάνωση-ομπρέλα μαχητών ένοπλων ομάδων προσκείμενων στο Ιράν. Οι ενέργειές της εντάσσονται στην εκρηκτική ατμόσφαιρα στην περιφέρεια με φόντο τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας ανάμεσα στο Ισραήλ και το παλαιστινιακό Κίνημα Ισλαμικής Αντίστασης, πιο γνωστό με το ακρώνυμό του, Χαμάς.