Το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε σήμερα μια απόφαση με την οποία απλοποιούνται οι διαδικασίες με τις οποίες τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα κεφαλαιουχικών εταιρειών που δεν ασκούσαν διοίκηση και οι εταιρείες πτώχευσαν, μπορούν να προστατευτούν από φορολογικούς καταλογισμούς, πρόστιμα, κλπ, με απλές ενδικοφανείς προσφυγές προς τα αρμόδια φορολογικά όργανα.
Ακόμη, σήμερα είναι και η καταληκτική ημερομηνία της παράτασης που είχε δώσει ο υφυπουργός Οικονομικών, Απόστολος Βεσυρόπουλος και ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γεώργιος Πιτσιλής, ως προς την υποβολή αίτησης στην Επιτροπή Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, για επίλυση ενδικοφανούς διαφοράς από πράξη επιβολής φόρου ή προστίμων, για υποθέσεις που εκκρεμούν και δεν έχουν συζητηθεί ενώπιον του ΣτΕ και των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, αλλά και για την υποβολή αιτήσεων για την εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας (νόμοι 4646/2019, 4701/2020 και 4646/201) για την παύση βάρους οφειλών φυσικών προσώπων για τα οποία συνέτρεχε αλληλέγγυα ευθύνη αναφορικά με οφειλές νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων.
Αναλυτικότερα, η επταμελής σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του ΣτΕ, με την υπ΄ αριθμ. 2816/2020 απόφασή της, έκανε δεκτή αίτηση αλληλέγγυου προσώπου που στρεφόταν κατά της ΑΑΔΕ.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του ΣτΕ, έκριναν ότι:
«α) Με την προσφυγή που οι προσωπικώς και αλληλεγγύως ευθυνόμενοι ασκούν κατά της πράξης προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμου που εκδίδεται σε βάρος του νομικού προσώπου, στη διοίκηση, διαχείριση ή εκπροσώπηση του οποίου είναι εντεταλμένοι, μπορούν να προβάλλονται, αφενός μεν λόγοι με τους οποίους αμφισβητείται η συνδρομή των κατά νόμον προϋποθέσεων γένεσης της προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης τους, αφετέρου δε, λόγοι αναγόμενοι στη νομιμότητα της οικείας καταλογιστικής πράξης ή της εν γένει φορολογικής οφειλής του κυρίως υπόχρεου νομικού προσώπου, όπως είναι κατεξοχήν οι λόγοι περί παραγραφής των σχετικών φορολογικών αξιώσεων.
Για το παραδεκτό της προβολής λόγων περί ελλείψεως των κατά νόμον προϋποθέσεων της αλληλέγγυας ευθύνης δεν απαιτείται να προβάλλονται, σωρευτικώς, και λόγοι με τους οποίους αμφισβητείται η νομιμότητα της καταλογιστικής πράξης ή της εν γένει φορολογικής υποχρέωσης του νομικού προσώπου. Τούτο ισχύει και αντιστρόφως.
β) Η προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη των εκκαθαριστών εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, ανακύπτουσα κατά το μεταγενέστερο της λύσεως του νομικού προσώπου στάδιο της εκκαθαρίσεώς του, δεν καταλαμβάνει τις υπάρχουσες, κατά τον χρόνο λύσης της εταιρείας, φορολογικές της οφειλές, η είσπραξη των οποίων εξασφαλίζεται, άλλωστε, επαρκώς με την καθιέρωση της αλληλέγγυας ευθύνης των, κατά τον χρόνο αυτό, εντεταλμένων στη διοίκησή της προσώπων.
Κατ’ αναλογία, αντιθέτως, όσων ισχύουν για τους λοιπούς εντεταλμένους στη διοίκηση των νομικών προσώπων, οι εκκαθαριστές ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως, κατά το μεν στάδιο της εκκαθάρισης, μόνον για την καταβολή των φορολογικών οφειλών που προέρχονται από παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους στην κατανάλωση φόρους, κατά τον δε χρόνο περάτωσης της εκκαθάρισης, για την καταβολή, πέραν των φόρων αυτών, και του φόρου εισοδήματος [και, υπό το καθεστώς του ΚΦΔ, και των λοιπών ρητώς κατονομαζόμενων στις οικείες διατάξεις φόρων και συναφώς επιβαλλόμενων τόκων και προστίμων]».