Ο Έλον Μασκ είχε ένα σχέδιο. Nα αγοράσει το Twitter και να ανακαλέσει τις πολιτικές εποπτείας περιεχομένου.
Την Τρίτη, μόλις μια μέρα αφότου ολοκλήρωσε τη συμφωνία του 44 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αγορά της εταιρείας, ο Μασκ ξεκίνησε το «μασάζ».
Έγραψε στο Twitter ότι οι προηγούμενες αποφάσεις εποπτείας (η οποίες είναι απόρροια της δουλειάς ενός κορυφαίου δικηγόρου) στο Twitter ήταν «προφανώς απίστευτα ακατάλληλες».
Αργότερα, μοιράστηκε ένα meme που κοροϊδεύει τον δικηγόρο, πυροδοτώντας έναν χείμαρρο επιθέσεων από άλλους χρήστες του Twitter.
Η προσωπική κριτική του κ. Μασκ ήταν μια απλή υπενθύμιση του τι αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι που δημιουργούν και υλοποιούν τις περίπλοκες πολιτικές ελέγχου περιεχομένου του Twitter.
Το όραμά του για την εταιρεία,ένα φυσικά είναι αυτό που πολλοί λένε ότι είναι, θα ανάγκαζε το Twitter να γυρίσει δέκα χρόνια πίσω.
Let’s make Twitter maximum fun!
— Elon Musk (@elonmusk) April 28, 2022
Τα στελέχη του Twitter που δημιούργησαν τους εν ενεργεία κανόνες είπαν ότι κάποτε είχαν απόψεις σχετικά με την διαδικτυακή συμπεριφορά που ήταν παρόμοιες με του κ. Μασκ.
Πίστευαν ότι οι πολιτικές του Twitter πρέπει να είναι περιορισμένες και να μιμούνται τους τοπικούς νόμους.
Όμως, έχοντας περάσει μια δεκαετία αντιμετωπίζοντας τη βία, την παρενόχληση και τις εκλογικές παραβιάσεις άλλαξαν γνώμη.
Τώρα, πολλά στελέχη του Twitter, και άλλων εταιρειών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, βλέπουν τις πολιτικές ελέγχου του περιεχομένου ως βασικές διασφαλίσεις για την προστασία του λόγου.
Το ερώτημα όμως είναι αν και ο Μασκ θα αλλάξει γνώμη όταν έρθει αντιμέτωπος με τις πιο σκοτεινές πτυχές του Twitter, τις οποίες σήμερα ενδεχομένως αγνοεί…
«Έχετε πει ότι θέλετε περισσότερο ελεύθερο λόγο και λιγότερη έλεγχο στο Twitter. Τι θα σημαίνει αυτό στην πράξη;».
Αυτή είναι μια ερώτηση που οι υπάλληλοι του Twitter έγραψαν σε μια λίστα που ελπίζουν να κάνουν στον Έλον Μασκ, την οποία αποκάλυψαν οι New York Times.
Μια άλλη ερώτηση που τέθηκε ήταν η εξής: «Μερικοί άνθρωποι ερμηνεύουν τα επιχειρήματά σας για την υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου ως επιθυμία να ανοίξετε την πόρτα για παρενόχληση. Είναι αλήθεια; Και αν όχι, έχετε ιδέες για το πώς να αυξήσετε την ελευθερία του λόγου και να κρατήσετε κλειστή την πόρτα στην παρενόχληση;».
Ο Μασκ δεν συγκινήθηκε από τις προειδοποιήσεις ότι τα σχέδιά του είναι άστοχα. «Η ακραία αντίδραση από αυτούς που φοβούνται την ελευθερία του λόγου τα λέει όλα», έγραψε στο Twitter.
The extreme antibody reaction from those who fear free speech says it all
— Elon Musk (@elonmusk) April 26, 2022
Στη συνέχεια επέκρινε το έργο των Vijaya Gadde και Jim Baker, δύο από τους κορυφαίους δικηγόρους του Twitter.
Η κ. Gadde έχει ηγηθεί των ομάδων πολιτικής του Twitter για περισσότερο από μια δεκαετία, χειριζόμενη συχνά περίπλοκες αποφάσεις ελέγχου περιεχόμενου, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης να παγώσει τον λογαριασμό του Ντόναλντ Τραμπ κοντά στο τέλος της θητείας του ως πρόεδρος. Πρώην γενικός σύμβουλος του F.B.I., ο κ. Baker εντάχθηκε στο Twitter το 2020.
Ο διευθύνων σύμβουλος του Twitter, Parag Agrawal, δεν απάντησε άμεσα στην κριτική του Μασκ, αλλά σε ένα tweet έγραψε: «Είμαι περήφανος για τους ανθρώπους μας που συνεχίζουν να κάνουν τη δουλειά τους, εστιασμένοι παρά τον θόρυβο».
Εργαζόμενοι του Twitter και άλλων εταιρειών μέσων κοινωνικής δικτύωσης είπαν ότι ο κ. Μασκ φαινεται να καταλαβαίνει ελάχιστα την προσέγγιση του Twitter στον έλεγχο του περιεχομένου και τα προβλήματα που οδήγησαν στους συγκεκριμένους κανόνες ή ότι απλώς δεν τον νοιάζει.
Μερικές από τις προτάσεις που έχει κάνει, όπως η επισήμανση των ψεύτικων λογαριασμών, υπήρχαν πριν ο Μασκ ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις για την εξαγορά.
«Βασικά αγοράζει τη θέση του δημιουργού των κανόνων και του κριτή του λόγου», είπε ο David Kaye, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Irvine, ο οποίος συνεργάστηκε με τα Ηνωμένα Έθνη σε ζητήματα λόγου.
«Αυτό είναι πραγματικά οδυνηρό για όσους ήταν σε αυτή τη θέση».
Στα πρώτα χρόνια του ως μια μικρή start-up, το Twitter διοικούνταν από μια φιλοσοφία: Τα tweets πρέπει να ρέουν. Αυτό σήμαινε ότι το Twitter έκανε ελάχιστα για να μεσολαβήσει τις συνομιλίες της πλατφόρμας.
Οι ιδρυτές του Twitter πήραν τα στοιχεία τους από το Blogger, την πλατφόρμα που ανήκει στην Google, που αρκετοί από αυτούς είχαν βοηθήσει στην κατασκευή του.
Πίστευαν ότι οποιοδήποτε κατακριτέο περιεχόμενο θα αντιμετωπιζόταν ή θα καταπνιγόταν από άλλους χρήστες, είπαν τρεις υπάλληλοι που εργάζονταν στο Twitter εκείνη την περίοδο.
«Υπάρχει ένας ορισμένος ιδεαλιστικός ζήλος που έχετε: Αν οι άνθρωποι το ενστερνιστούν ως πλατφόρμα αυτοέκφρασης, θα συμβούν καταπληκτικά πράγματα», είπε ο Τζέισον Γκόλντμαν, ο οποίος ήταν στην ιδρυτική ομάδα του Twitter και υπηρετούσε στο διοικητικό συμβούλιο του.
«Αυτή η αποστολή είναι πολύτιμη, αλλά σε τυφλώνει και σε κάνει να πιστεύεις ότι ορισμένα άσχημα πράγματα που συμβαίνουν είναι ανθρώπινα σφάλματα και όχι εξίσου υπευθυνότητας της πλατφόρμας».
Η εταιρεία συνήθως έσβηνε περιεχόμενο μόνο εάν περιείχε ανεπιθύμητο περιεχόμενο ή παραβίαζε τους αμερικανικούς νόμους που απαγορεύουν την εκμετάλλευση παιδιών και άλλες εγκληματικές πράξεις.
Το 2008, το Twitter προσέλαβε τον Del Harvey, τον 25ο υπάλληλο του και το πρώτο άτομο στο οποίο ανέθεσε την εποπτεία του περιεχομένου με πλήρη απασχόληση.
Οι διαδηλώσεις της Αραβικής Άνοιξης ξεκίνησαν το 2010 και το Twitter έγινε μεγάφωνο για ακτιβιστές, ενισχύοντας την πεποίθηση πολλών εργαζομένων ότι ο «καλός λόγος» θα νικούσε στο διαδίκτυο.
Αλλά η δύναμη του Twitter ως εργαλείο παρενόχλησης έγινε σαφής το 2014 όταν έγινε το επίκεντρο του Gamergate, μιας εκστρατείας μαζικής παρενόχλησης μέσω βιντεοπαιχνιδιών με απειλές θανάτου και βιασμού προς χιλιάδες γυναίκες.
«Εάν δεν υπάρχουν κανόνες κατά της κακοποίησης και της παρενόχλησης, μερικοί άνθρωποι κινδυνεύουν να υποστούν εκφοβισμό στη σιωπή και τότε δεν επωφεληθείτε από τη φωνή τους, την οπτική τους, την ελεύθερη έκφρασή τους», δήλωσε ο Colin Crowell, πρώην επικεφαλής της παγκόσμιας δημόσιας πολιτικής του Twitter, ο οποίος αποχώρησε από την εταιρεία το 2019.
Σε απάντηση αυτών των γεγονότων το Twitter άρχισε να διευρύνει τις πολιτικές του. Αλλά εμφανίστηκαν νέες απειλές.
Τον Σεπτέμβριο του 2016, μια ρωσική ομάδα τρολ δημιούργησε αθόρυβα 2.700 ψεύτικα προφίλ στο Twitter και τα χρησιμοποίησε για να σπείρει διχόνοια σχετικά με τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές μεταξύ του Τραμπ και της Κλίντον.
Τα προφίλ λειτούργησαν ανεξέλεγκτα για μήνες, ενώ οι καταγγελίες για παρενόχληση συνεχίζονταν.
Το 2017, ο Jack Dorsey, ο διευθύνων σύμβουλος εκείνη την εποχή, δήλωσε ότι η επιβολή της πολιτικής θα γίνει η κορυφαία προτεραιότητα της εταιρείας.
Αργότερα το ίδιο έτος, οι γυναίκες μποϊκόταραν το Twitter κατά τη διάρκεια του κινήματος #MeToo και ο κ. Dorsey αναγνώρισε ότι η Twitter «δεν έκανε αρκετά».
Στη συνέχεια ανακοίνωσε μια λίστα με περιεχόμενο που η Twitter δεν θα ανεχόταν πλέον: γυμνές εικόνες που μοιράζονται χωρίς τη συγκατάθεση του εικονιζόμενου, σύμβολα μίσους και tweets που εξυμνούσαν τη βία.
Το 2018, το Twitter μπλόκαρε πολλούς λογαριασμούς που συνδέονταν με την επιχείρηση hack-and-leak που αποκάλυψε τα email της καμπάνιας της Χίλαρι Κλίντον και άρχισε να κλείνει λογαριασμού σε αμφιλεγόμενες ακροδεξιές προσωπικότητες, όπως ο Alex Jones, επειδή παραβίαζαν επανειλημμένα τις πολιτικές.
Τον επόμενο χρόνο, το Twitter κυκλοφόρησε νέες πολιτικές που είχαν σκοπό να αποτρέψουν τη διάδοση παραπληροφόρησης στις μελλοντικές εκλογές, απαγορεύοντας τα tweets που θα μπορούσαν να αποτρέψουν τους ανθρώπους από το να ψηφίσουν ή να τους παραπλανήσουν σχετικά με το πώς να το κάνουν.
Ο Dorsey απαγόρευσε κάθε μορφή πολιτικής διαφήμισης, αλλά συχνά άφηνε τις δύσκολες αποφάσεις «λογοκρισίας» στην Vijaya Gadde.
Το Twitter ανέπτυξε επίσης μια στρατηγική που θα του επέτρεπε να διατηρεί περισσότερα tweets: Αντί να τα αφαιρεί, πρόσθεσε ετικέτες σε tweets που περιείχαν παραπληροφόρηση σχετικά με τις εκλογές και περιόριζε την ικανότητά τους να διαδίδονται στην πλατφόρμα.
Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2020, το Twitter απαγόρευσε τα παραποιημένα βίντεο γνωστά ως «deepfakes» και απαγόρευσε στους χρήστες να μοιράζονται υλικό που αποκτήθηκε μέσω εκστρατειών hacking.
Αυτή η πολιτική δοκιμάστηκε όταν η New York Post δημοσίευσε ένα άρθρο που περιείχε e-mail που υποτίθεται ότι ελήφθησαν από το laptop του γιου του Τζo Μπάιντεν, Χάντερ.
Φοβούμενος ότι το υλικό προήλθε από μια επιχείρηση hack-and-leak, το Twitter απέκλεισε την κοινοποίηση του άρθρου στην πλατφόρμα του.
Ο κ. Ντόρσεϊ διαφώνησε δημόσια με την απόφαση. Μέρες αργότερα, η κ. Vijaya Gadde ανακοίνωσε ότι η πολιτική είχε αλλάξει και ότι το Twitter θα επέτρεπε το άρθρο της Post να εμφανίζεται σε tweets.
Το επεισόδιο έχει γίνει βασικός άξονας των συντηρητικών κριτικών στο Twitter και επαναλήφθηκε στην κριτική του Έλον Μασκ στην Vijaya Gadde.
Ο Μασκ είπε ότι ήθελε να επιστρέψει το Twitter στις πρώτες του μέρες, όταν αφαιρούσε μόνο το παράνομο περιεχόμενο. «Είμαι κατά της λογοκρισίας που υπερβαίνει κατά πολύ το νόμο», έγραψε ο κ. Μασκ στο Twitter.
By “free speech”, I simply mean that which matches the law.
I am against censorship that goes far beyond the law.
If people want less free speech, they will ask government to pass laws to that effect.
Therefore, going beyond the law is contrary to the will of the people.
— Elon Musk (@elonmusk) April 26, 2022
Τα σχέδια του κ. Μασκ θα μπορούσαν επίσης να αντιμετωπίσουν νομικά προβλήματα στην Ευρώπη.
Οι ευρωπαίοι έχουν καταλήξει σε μια συμφωνία σχετικά με τη νομοθεσία που ονομάζεται νόμος για τις ψηφιακές υπηρεσίες, η οποία απαιτεί από πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπως το Twitter να ελέγχουν πιο επιθετικά τις υπηρεσίες τους για ρητορική μίσους, παραπληροφόρηση και παράνομο περιεχόμενο.
Ο νέος νόμος θα απαιτεί από το Twitter και άλλες εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης με περισσότερους από 45 εκατομμύρια χρήστες στην Ευρωπαϊκή Ένωση να διεξάγουν ετήσιες αξιολογήσεις κινδύνου σχετικά με τη διάδοση επιβλαβούς περιεχομένου στις πλατφόρμες τους και να περιγράφουν με λεπτομέρεια τα σχέδια για την καταπολέμηση του προβλήματος.
Εάν θεωρηθεί ότι δεν κάνουν αρκετά, στις εταιρείες μπορούν να επιβληθούν πρόστιμα έως και 6 τοις εκατό των παγκόσμιων εσόδων τους ή ακόμη και να αποκλειστούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αν υπάρξει υποτροπή της παράβασης τους.
Εντός της εταιρείας του Twitter πάντως η απογοήτευση είναι αυξημένη και ορισμένοι υπάλληλοι αναρωτιούνται αν ο Μασκ θα σταματούσε πραγματικά τη δουλειά τους σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή στιγμή, όταν πρόκειται να αρχίσουν να «χτενίζουν» tweets σχετικά με τις εκλογές στη Βραζιλία και αλλά και τις εθνικές εκλογές σε πολλά κράτη.