Θετικά αξιολογούν οι επιχειρήσεις την τρέχουσα κατάσταση της χώρας, αλλά και τη δική τους πορεία, ωστόσο για το μέλλον, οι ανησυχίες είναι υπαρκτές και εντείνονται. Αυτό επισήμανε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, στο πλαίσιο παρουσίασης της ετήσιας έρευνας γνώμης των επιχειρήσεων «Ο Σφυγμός του Επιχειρείν», την οποία πραγματοποιεί ο Σύνδεσμος σε συνεργασία με την MRB.
Το γεγονός πάντως, στο οποίο στάθηκε ο κ. Θεοδωρόπουλος είναι το ότι οι μεσαίες επιχειρήσεις είναι αυτές που δέχονται τις μεγαλύτερες πιέσεις, καθώς δεν διαθέτουν ούτε το μέγεθος και τις υποδομές των μεγάλων, ούτε την ταχύτητα και την ευελιξία των μικρών.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το τελευταίο ανέφερε ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα αντιμετωπίζουν μεσαίες εταιρείες μεγέθους 10-25 εκατ. ευρώ.
Στις επαφές που έγιναν πρόσφατα μεταξύ του ΣΕΒ και των τραπεζών διαπιστώθηκε ότι περίπου μία στις τρεις επιχειρήσεις έχουν εκκρεμότητες με κόκκινα δάνεια του παρελθόντος και δεν είναι…bankable.
Σύμφωνα με τον κ. Θεοδωρόπουλο, οι τραπεζίτες εμφανίζονται πιο πρόθυμοι να χρηματοδοτήσουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δίνοντας λιγότερη σημασία, σε σχέση με το παρελθόν, στα στοιχεία του Τειρεσία, εφόσον τα τελευταία χρόνια οι εταιρείες εξυπηρετούν κανονικά τις υποχρεώσεις τους.
Οι τρεις κίνδυνοι
Σύμφωνα με τον κ. Θεοδωρόπουλο, οι βασικοί κίνδυνοι που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία είναι:
- η κλιματική κρίση. Ειδικότερα υπογράμμισε ότι ο τομέας της γεωργίας, λόγω της έλλειψης υδάτινων πόρων και των μεγάλων θερμοκρασιακών αλλαγών, θα αντιμετωπίσει τα μεγαλύτερα προβλήματα, «τα οποία δεν ξέρω πως μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε
- οι καθυστερήσεις των μεταρρυθμίσεων. Παραδέχτηκε ότι υπήρξε πρόοδος στον τομέα της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, ωστόσο χρειάζεται η επιτάχυνση και άλλων μεγάλων μεταρρυθμίσεων
- το ρευστό διεθνές περιβάλλον, όπως αυτό διαμορφώνεται π.χ. από τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις σε Ουκρανία και Γάζα, τον εμπορικό πόλεμο των δασμών με αφορμή τη νέα πολιτική Trump, η οποία πάντως, σύμφωνα με τον κ. Θεοδωρόπουλο, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρη
Τα εμπόδια
Αναφορικά με το ενεργειακό κόστος, ο κ. Θεοδωρόπουλος υπογράμμισε ότι «στην Ελλάδα έχουμε πολύ ακριβό κόστος ενέργειας που οφείλεται σε διάφοροι παράγοντες», παραδέχτηκε ωστόσο ότι δεν πρόκειται για ένα απλό θέμα το οποίο μπορεί να το λύσει μόνη της η χώρα μας, αφού υπάρχουν ευρωπαϊκοί κανονισμοί ρύθμισης των τιμών. Στάθηκε στην προσπάθεια που έκανε ο Έλληνας πρωθυπουργός στις Βρυξέλλες, η οποία όμως… «δεν καρποφόρησε».
Η έλλειψη προσωπικού αποτελεί ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας. Ο κ. Θεοδωρόπουλος ανέφερε ότι αντιμετωπίζουν δυσκολία εύρεσης προσωπικού χαμηλής εξειδίκευσης κυρίως σε Τουρισμό, Γεωργία αλλά και τομείς της Βιομηχανίας.
Ακόμη εντοπίζονται ελλείψεις σε προσωπικό με υψηλή εξειδίκευση – όπως είναι π.χ. οι μηχανικοί για software και hardware – καθώς και σε τεχνικούς που είναι απαραίτητοι στην παραγωγή.
Σχετικά με την συνεχιζόμενη προσπάθεια επαναπατρισμού επιστημόνων που έφυγαν από την Ελλάδα την περίοδο της οικονομικής κρίσης, ο πρόεδρος του ΣΕΒ σημείωσε ότι έχουν προτείνει στο υπουργείο Οικονομικών να διευκολύνουν τις διαδικασίες μέσω των εφοριών. Να μπορούν δηλαδή όσοι ενδιαφέρονται να επιστρέψουν να εργαστούν στη χώρα μας να κάνουν ηλεκτρονική αίτηση και να παίρνουν απάντηση για το αν γίνει δεκτή αυτή προκειμένου να επωφεληθούν της έκπτωσης 50% των φόρων για μία επταετία, πριν αυτοί αφήσουν τη δουλειά τους στο εξωτερικό.
Για το θέμα της φορολογίας των επιχειρήσεων, ο κ. Θεοδωρόπουλος τόνισε ότι ο ΣΕΒ δεν έχει θέσει κάποιο θέμα μείωσης των φορολογικών συντελεστών, αλλά έχει ζητήσει να αρθούν κάποια βάρη που μπήκαν στη δεκαετή κρίση, όπως είναι π.χ. αυτό της προκαταβολής φόρου. Υπογράμμισε χαρακτηριστικά ότι «πρέπει να διορθωθούν κάποιες ρυθμίσεις, καθώς είναι δυσβάσταχτο για τις εταιρείες που αναπτύσσονται γρήγορα κυρίως της νέας οικονομίας. Η προκαταβολή φόρου τιμωρεί τις ταχέως αναπτυσσόμενες εταιρείες».
Για τον αθέμιτο ανταγωνισμό που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις από τρίτες χώρες πχ Κίνα και Τουρκία, ο κ. Θεοδωρόπουλος θεωρεί ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έπρεπε να επιβάλει κάποιον αντισταθμιστικό δασμό. Δεν μπορεί δηλαδή να επιβαρυνόμαστε μόνο εμείς με δασμούς που έχουν σχέση με τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα και οι ανταγωνιστές μας όχι».
Τα… «τρωτά» σημεία του νέου Αναπτυξιακού
Ιδιαίτερη μνεία έκανε ο κ. Θεοδωρόπουλος στο σχέδιο νόμου της κυβέρνησης που έχει τεθεί σε διαβούλευση για να βελτιώσει τη λειτουργία του Αναπτυξιακού Νόμου, με τον ΣΕΒ να διαφωνεί σε κάποια βασικά σημεία.
Ένα από τα βασικά κριτήρια αξιολόγησης για υπαγωγή επενδύσεων στον Αναπτυξιακό δεν πρέπει να είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας – πλην των παραμεθόριων περιοχών – αλλά η αύξηση της παραγωγικότητας. Όπως τόνισε, «η αύξηση της παραγωγικότητας μπορεί να προέλθει με περισσότερο αυτοματισμό. Αν μια επένδυση αυξάνει το capacity χωρίς αύξηση νέων θέσεων εργασίας δεν πρέπει να τιμωρείται».
Ένα ακόμη σημείο στο οποίο διαφωνεί ο ΣΕΒ αφορά τον τρόπο και τον χρόνο υπαγωγής στον αναπτυξιακό νόμο. Ο κ. Θεοδωρόπουλος υπογράμμισε ότι «έγιναν σημαντικά βήματα με τις επενδύσεις που μπήκαν στο RRF όπου μπήκαν στην αξιολόγηση τράπεζες και ελεγκτικά γραφεία, ωστόσο με τον Αναπτυξιακό ο έλεγχος επιστρέφει στο κράτος, όπου λόγω της περιορισμένης διαθεσιμότητας υπαλλήλων παρατηρούνται μεγάλες καθυστερήσεις υλοποίησης των επενδύσεων».
Χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΕΒ αναφέρθηκε σε ένα καθεστώς της Βιομηχανίας που βγήκε τον Μάρτιο του 2023 και χρειάστηκε να περάσουν περίπου 22 μήνες από τότε – τον Ιανουάριο του 2025 – για να γίνει γνωστό ποιες επιχειρήσεις θα ενταχθούν σε αυτό.
Πρόσθεσε ότι αυτό το γεγονός «είναι πολύ αρνητικό για την ταχύτητα των επενδύσεων, καθώς πολλά ενδιάμεσα στάδια επιμηκύνονται» παραδεχόμενος ωστόσο ότι δεν είναι συγκρίσιμη η επιλογή των επενδύσεων μέσω του RRF και του Αναπτυξιακού, καθώς στο τελευταίο πρέπει να γίνει αξιολόγηση περισσότερων αιτήσεων, ωστόσο σε κάθε περίπτωση «δεν χρειάζεται να περιμένουμε μέχρι και 2 χρόνια για να ενταχθούμε σε κάποιο καθεστώς ενίσχυσης των επενδυτικών σχεδίων».
Τι αναμένουν επιχειρηματίες και υψηλόβαθμα στελέχη για το 2025
Σχετικά με τα βασικά συμπεράσματα της πανελλαδικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε το διάστημα Φεβρουαρίου-Μαρτίου 2025 σε 647 επιχειρήσεις από όλα τα μεγέθη και στην οποία απάντησαν υψηλόβαθμα στελέχη της κάθε επιχείρησης / διευθυντές και ιδιοκτήτες, αυτά είναι τα εξής:
- Όσον αφορά στην τρέχουσα κατάσταση της χώρας, το 66,3% των επιχειρήσεων την αξιολογεί θετικά ή ουδέτερα, ενώ το 33,8% την αξιολογεί αρνητικά. Για τους επόμενους 12 μήνες, οι επιχειρήσεις εμφανίζονται πιο ανήσυχες από πέρυσι, καθώς οι αρνητικές προσδοκίες αυξάνονται από 26% σε 32,7% και οι θετικές μειώνονται από 23,9% σε 14,5% (οι εκτιμήσεις για σταθερότητα διαμορφώνονται από 44,4% σε 48,4%).
- Για τη δική τους πορεία, οι επιχειρήσεις εμφανίζονται ικανοποιημένες, αλλά αντίστοιχα αυξάνονται οι προβληματισμοί τους για το μέλλον. Για δεύτερη χρονιά συνεχίζεται ανοδικά η εκτίμηση για τη δική τους πορεία με το 54,9% των επιχειρήσεων να δηλώνει ότι ο κύκλος εργασιών του αυξήθηκε. Ελαφρώς πιο συγκρατημένες είναι οι επιχειρήσεις για την πορεία του τζίρου τους στους επόμενους 12 μήνες, με το 43,6% να προβλέπει ότι θα αυξηθεί.
- Παρά την ανησυχία, το 2025, το 92,4% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι είτε θα κρατήσει σταθερό (72,4%) είτε θα αυξήσει το προσωπικό του (20%). Πάνω από τις μισές επιχειρήσεις (52,4%) θα δώσουν αυξήσεις στους μισθούς το 2025 με σημαντικότερους λόγους την επιβράβευση της απόδοσης (62,3%) και τη διατήρηση του ταλέντου έναντι του ανταγωνισμού (47,4%).
- Οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να επενδύουν, αν και σε μικρότερο βαθμό. Το 20,4% των επιχειρήσεων προβλέπει ότι θα αυξήσει τις επενδύσεις του στους επόμενους 12 μήνες (vs. 22,8% το 2023), ενώ 25,5% θα τις κρατήσει σταθερές (vs. 30,3% το 2023). Αυξάνεται ωστόσο στο 49,2% από 37% το 2023, το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει ότι δεν θα πραγματοποιήσει επενδύσεις.
- Παραμένουν τα διαχρονικά εμπόδια που επηρεάζουν τη λειτουργία και ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Για τις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, τα τρία πιο σημαντικά εμπόδια είναι το κόστος ενέργειας (93,9% και 78,1% αντίστοιχα), η φορολογία των επιχειρήσεων (86,8% και 82% αντίστοιχα) και οι φόροι και ασφαλιστικές εισφορές στην εργασία (85,5% και 83,8% αντίστοιχα). Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, οι βασικές προκλήσεις είναι οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό (71,5%), η γραφειοκρατία (69,6%) και οι φόροι και ασφαλιστικές εισφορές στην εργασία (68,9%).
- Για μία στις δύο επιχειρήσεις (50,7%), η κλιματική κρίση είναι μεγάλο πρόβλημα για τη λειτουργία τους την επόμενη πενταετία. Στην ΑΙ, οι επιχειρήσεις κινούνται δειλά. Πάνω από τις μισές (55,1%), δεν σχεδιάζουν καμία σχετική πρωτοβουλία για την επόμενη χρονιά. Μία στις τέσσερις επιχειρήσεις (25,4%) κάνουν «κάτι» σε σχέση με την ΑΙ (κυρίως βρίσκονται στα πρώτα στάδια αξιοποίησης ή υλοποιούν πιλοτικά προγράμματα ΑΙ), ενώ το 18,5% σχεδιάζει να ξεκινήσει κάποιο πρόγραμμα ΑΙ μέσα στο 2025.