Αύξηση rating ελληνικών τραπεζών
Χθες, 27 Απριλίου ο οίκος αξιολόγησης S&P αναβάθμισε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα (ICR) των ελληνικών τραπεζών κατά μία βαθμίδα, θέτοντας τις προοπτικές σε σταθερές. Πιο συγκεκριμένα αύξησε το rating της Εθνικής Τράπεζας, της Eurobank και της Alpha Bank σε B+ από B και της Τράπεζας Πειραιώς σε B από B-. Την περασμένη Παρασκευή o S&P, αναβάθμισε την Ελλάδα λόγω της προσδοκίας της ότι οι κυβερνητικές πολιτικές θα κατευθυνθούν προς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες, μαζί με την αναμενόμενη χρήση κονδυλίων της ΕΕ, θα οδηγήσουν σε βελτιωμένη οικονομική απόδοση.
H δράση αυτή αναμένεται να ενισχύσει τις επιχειρηματικές προοπτικές, την προσφορά πίστωσης και τη ζήτηση στην Ελλάδα ενώ παράλληλα θα αυξήσει την διάθεση των επενδυτών για αγορά προβληματικών περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών.
Μετρήσεις χρηματοδότησης
Η αύξηση των εγχώριων καταθέσεων συνδυαστικά με τη συνεχιζόμενη εκκαθάριση των ισολογισμών και τις νομισματικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στη χρηματοδότηση TLTRO της ΕΚΤ, έχουν οδηγήσει σε βελτιώσεις στις μετρήσεις χρηματοδότησης και ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες.
Επιπλέον, η ποιότητα κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών παραμένει χαμηλή, λόγω του υψηλού μεριδίου της αναβαλλόμενης φορολογίας DTC στις κεφαλαιακές τους βάσεις, ενώ παραγωγική τους ικανότητα περιορίζει την κεφαλαιοποίηση.
Ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες
Πλέον, τα ρευστά περιουσιακά στοιχεία και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών καλύπτουν τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες χρηματοδότησής τους ικανοποιητικά. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν επίσης αποκτήσει πρόσβαση σε χρηματοδότηση συμφωνιών επαναγοράς από διατραπεζικές αγορές στο εξωτερικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, ο κίνδυνος ρευστότητας να είναι ουδέτερος και αυτό αποτυπώνεται στην αξιολόγηση για τις Alpha Bank, Eurobank, Εθνική και Πειραιώς, οδηγώντας έτσι στην αναβάθμισή τους.
«Κόκκινα δάνεια»
Τα NPEs και η S&P ισχυρίζονται πως οι ελληνικές τράπεζες, έχουν μειώσει την κληρονομιά των κόκκινων δανείων κατά περισσότερο από 30 δισεκατομμύρια ευρώ τα τελευταία τρία χρόνια. Έχουν αξιοποιήσει το σχέδιο «Ηρακλής» ενώ αναμένεται οι προσπάθειες αυτές να συνεχιστούν μέσω μεγάλων τιτλοφορήσεων NPE. Δεδομένου του πολύ μεγάλου όγκου των συνεχιζόμενων και των επερχόμενων πωλήσεων NPE, ο οίκος αναμένει ότι οι δείκτες NPE των τραπεζών θα συνεχίσουν να βελτιώνονται κατά τη διάρκεια του 2021 και του 2022, παρά τις νέες εισροές που θα προκύψουν λόγω της πανδημίας COVID-19.
Εγχώριες καταθέσεις
Σε ό,τι αφορά τις εγχώριες καταθέσεις, ο οίκος σημειώνει ότι αυξήθηκαν κατά περισσότερο από περίπου 21 δισεκατομμύρια ευρώ τα τελευταία δύο χρόνια και έφτασαν τα 173,7 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του έτους 2020. Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις το 2020 βελτιώθηκε στο 90% από 103% το 2019.
Επιπροσθέτως, το έκτακτο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ, αναμένεται να συνεχίσει να απορροφά τα οικονομικά σοκ που οφείλονται στην πανδημία COVID-19, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Η απόφαση της ΕΚΤ να θεωρήσει τα ελληνικά ομόλογα ως επιλέξιμα για το TLTRO ήταν αρκετά επωφελής για τις τράπεζες, ιδίως για το κόστος χρηματοδότησής τους. Εκτός από τo waiver για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, η ΕΚΤ αποδέχεται τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου ως εγγύηση στις πράξεις επαναγοράς της, ενισχύοντας περαιτέρω την στήριξη της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα. Ο συνολικός δανεισμός των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών μέσω του προγράμματος υπερέβη τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ στις 30 Μαρτίου 2021.
Οι βασικές προκλήσεις για τις ελληνικές τράπεζες
Όπως αναφέρει ο S&P, η αποκατάσταση της κερδοφορίας και τα ακόμη αδύναμα κεφάλαια παραμένουν βασικές προκλήσεις για τις ελληνικές τράπεζες. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν πολύ δρόμο ακόμη για να βελτιώσουν την κερδοφορία τους. Η πίεση στα περιθώρια και στα έσοδα από προμήθειες θα επικρατήσει τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022,.
Παράλληλα, η αβεβαιότητα σχετικά με τον ρυθμό της ανάκαμψης της οικονομίας συνεχίζεται, δεδομένης της εμφάνισης διαδοχικών κυμάτων της πανδημίας στην Ελλάδα και των κύριων εμπορικών εταίρων, κάτι που θα μπορούσε να καθυστερήσει την ανάκαμψη στους τομείς των υπηρεσιών και του τουρισμού.
Η S&P αναμένει αύξηση του κόστους κινδύνου για τους επόμενους 12-18 μήνες για την κάλυψη των πρόσθετων προβλέψεις που απαιτούνται για την ολοκλήρωση των πωλήσεων NPE, ή για δάνεια υπό αναστολή, με το default rate να αναμένεται κοντά στο 25%. Το χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης και η σημαντική εξοικονόμηση κόστους, χάρη στις μειώσεις του αριθμού των καταστημάτων των τραπεζών και του προσωπικού που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, θα βοηθήσουν ωστόσο στην στήριξη της κερδοφορίας, αλλά μέχρι έναν βαθμό.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr