Στο υψηλότερο επίπεδο από την εποχή τις επανένωσης, στις αρχές του 1990, εκτοξεύθηκε ο ετήσιος πληθωρισμός στη Γερμανία, καθώς το ενεργειακό κόστος εξακολουθεί να επιβαρύνει δραστικά τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή διαμορφώθηκε στο 7,6% τον Μάρτιο του 2022, ξεπερνώντας αισθητά τις εκτιμήσεις των αναλυτών του Bloomberg, οι οποίοι περίμεναν άνοδο στο 6,8%.
Ας σημειωθεί ότι νωρίτερα έγινε γνωστό ότι ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ισπανία άγγιξε το 10%, κάτι που αποδεικνύει ότι οι τιμές στην Ευρώπη βρίσκονται εκτός κάθε ελέγχου, με τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο να επιδεινώνει την αβεβαιότητα.
Επιτόκια
Τα παραπάνω στοιχεία δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε μια ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με αποτέλεσμα ήδη οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων να έχουν πάρει την ανιούσα (το ελληνικό 10ετές φλερτάρει με το 3%). Χαρακτηριστικά, ο επικεφαλής της Bundesbank (κεντρική τράπεζα της Γερμανίας), Joachim Nagel, δήλωσε προ ημερών ότι η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να αναβάλει την αύξηση των μηδενικών επιτοκίων.
Ακόμη και πριν τον πόλεμο, εξάλλου, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης αντιμετώπιζε σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις, ως απόρροια των προβλημάτων στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Ένα ζήτημα, το οποίο έχει επιδεινωθεί σημαντικά πλέον.
Το πρωί της Τετάρτης, η κυβέρνηση έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, με στόχο την διασφάλιση επαρκών ενεργειακών αποθεμάτων, υπό τον φόβο διακοπής των παραδόσεων του ρωσικού αερίου. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή των «Σοφών» του υπουργείου Οικονομικών προειδοποίησε ότι ενδεχόμενο «πάγωμα» των ρωσικών ροών, θα μπορούσε να προκαλέσει ύφεση στην οικονομία και εκτόξευση του πληθωρισμού.
Για την αντιμετώπιση του υψηλού κόστους, η κυβέρνηση ανακοίνωσε πριν λίγες ημέρες ένα δεύτερο πακέτο στήριξης, ύψους 17 δισ. ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει μείωση των τιμών στα καύσιμα, εφάπαξ παροχές στα ευάλωτα νοικοκυριά και επιδότηση των δημόσιων μεταφορών.