Την 17η Μαΐου 1792 γεννιέται κάτω από έναν πλάτανο, στον δρόμο που σήμερα ονομάζεται Wall Street, το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, New York Stock Exchange.
Οι χρηματιστές αυτοί συμφώνησαν να συναλλάσσονται μόνο μεταξύ τους και όρισαν το επίπεδο της προμήθειας για τις αγοραπωλησίες μετοχών.
Την εποχή εκείνη, το trading γινόταν κυρίως σε εμπορεύματα, ενώ οι μετοχές της εποχής ήταν περιορισμένες: Κυρίως ασφαλιστικές εταιρείες, η Bank of New York και η First Bank of the United States.
Συναλλαγές γίνονταν επίσης στα Hamilton Bonds, τα ομόλογα που είχε εκδώσει ο τότε υπουργός Οικονομικών Alexander Hamilton για την αντιμετώπιση του χρέους της αμερικανικής επανάστασης.
Η συμφωνία του Buttonwood ήταν μια προσπάθεια καθιέρωσης κάποιων κανόνων, έπειτα από τον πανικό του 1792, ο οποίος ξέσπασε εξαιτίας των πράξεων του κερδοσκόπου William Duer.
Ο Duer πόνταρε στην πτώση της αγοράς, την ώρα που όλοι οι άλλοι πόνταραν στην άνοδο.
Ο κερδοσκόπος δανειζόταν για να κάνει αυτά τα trades, όμως όταν τα χρήματά του τελείωσαν και δεν μπορούσε πια να δανειστεί, απλά σταμάτησε να πληρώνει.
Όσα ακολούθησαν θυμίζουν σε όσους την έζησαν την κρίση της Lehman Brothers.
Ξαφνικά, επικράτησε καχυποψία μεταξύ των συναλλασσόμενων στην αγορά, γιατί κανείς δεν ήξερε εάν αυτός που είχε απέναντί του είχε δανείσει στον Duer, με αποτέλεσμα να χάσει τα χρήματά του.
Όταν επικράτησε ο πανικός, όλοι άρχισαν να πουλάνε, και όσο έπεφταν οι τιμές, τόσο εντεινόταν ο πανικός.
Χρειάστηκε η παρέμβαση του Hamilton, σε συνεργασία με την First Bank of the United States για να δοθεί τέλος στον πανικό.
Το Buttonwood Agreement ήταν ένας τρόπος να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και να αρχίσει ο κόσμος να επενδύει ξανά.