Tο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών, σε ανακοίνωση που εξέδωσε στην ιστοσελίδα του, δεν κρύβει την αγωνία του για το κρίσιμο σημείο στο οποίο έχουν περιέλθει οι διμερείς σχέσεις με τις ΗΠΑ, ενώ προκρίνει τον διάλογο ως την μοναδική λύση για βγουν αυτές από το τέλμα.
Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα εξής:
«Σημειώνουμε την έκφραση που εξέφρασε ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν στις 7 Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους στις συνομιλίες που είχε με τον Πρόεδρο Βλάντιμιρ Πούτιν· για την ετοιμότητα έναρξης σοβαρού διαλόγου για θέματα που σχετίζονται με τη διασφάλιση της ασφάλειας της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ένας τέτοιος διάλογος είναι επειγόντως απαραίτητος σήμερα, καθώς οι σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της συλλογικής Δύσης συνεχίζουν να επιδεινώνονται και έχουν φτάσει σε ένα κρίσιμο σημείο.
Παράλληλα, τις τελευταίες μέρες πολλαπλασιάζονται διάφορες ελεύθερες ερμηνείες της θέσης μας. Ως προς αυτό, θεωρούμε απαραίτητο να διευκρινίσουμε για άλλη μια φορά τα ακόλουθα:
Η σύγκρουση με τη χώρα μας είναι απολύτως απαράδεκτη. Ως πρόσχημα χρησιμοποιείται η κατάσταση στην Ουκρανία, σε σχέση με την οποία η Δύση έχει ακολουθήσει μια πορεία προς την ενθάρρυνση της ρωσοφοβίας, τη θωράκιση των ενεργειών του καθεστώτος του Κιέβου να διαταράξει τις συμφωνίες του Μινσκ και την προετοιμασία ενός σεναρίου ισχύος στο Ντονμπάς.
Αντί να περιορίσουν τους Ουκρανούς προστατευόμενούς τους, οι χώρες του ΝΑΤΟ πιέζουν το Κίεβο να λάβει επιθετικά βήματα. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ερμηνευτούν οι συχνότερες απρογραμμάτιστες ασκήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους στη Μαύρη Θάλασσα. Αεροσκάφη των κρατών μελών του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών βομβαρδιστικών, πραγματοποιούν τακτικά προκλητικές υπερπτήσεις και επικίνδυνους ελιγμούς κοντά στα σύνορα της Ρωσίας. Η στρατιωτική ανάπτυξη του εδάφους της Ουκρανίας συνεχίζεται, με την μεταφορά όπλων στη χώρα.
Έχει ακολουθηθεί μια πορεία για να προσελκύσει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, η οποία είναι γεμάτη με την εμφάνιση πυραυλικών συστημάτων κρούσης με ελάχιστο χρόνο πτήσης προς την Κεντρική Ρωσία και άλλα αποσταθεροποιητικά όπλα. Μια τέτοια ανεύθυνη συμπεριφορά δημιουργεί απαράδεκτες απειλές για την ασφάλειά μας, προκαλεί σοβαρούς στρατιωτικούς κινδύνους για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, μέχρι μια μεγάλης κλίμακας σύγκρουση στην Ευρώπη.
Την ίδια στιγμή, υποστηρίζεται ότι το ζήτημα της υποθετικής ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ αφορά αποκλειστικά το Κίεβο και τη συμμαχία και κανείς δεν πρέπει να παρέμβει σε αυτή τη διαδικασία. Ας θυμίσουμε, ωστόσο, ότι εκτός από τη Συνθήκη της Ουάσιγκτον, οι χώρες του ΝΑΤΟ έχουν επίσης δεσμεύσεις σχετικά με το αδιαίρετο της ασφάλειας στον ευρωατλαντικό χώρο, σε όλη την περιοχή του ΟΑΣΕ. Αυτή η αρχή διακηρύχθηκε για πρώτη φορά στην Τελική Πράξη του Ελσίνκι, και στη συνέχεια επιβεβαιώθηκε και ενισχύθηκε στη Χάρτα του Παρισιού για μια Νέα Ευρώπη το 1990, η οποία αναφέρει: «Η ασφάλεια όλων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ασφάλεια όλων των άλλων». Και το 1999, στη σύνοδο κορυφής του ΟΑΣΕ στην Κωνσταντινούπολη, εγκρίθηκε ο Χάρτης για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια, στον οποίο τονιζόταν ότι τα συμμετέχοντα κράτη «δεν θα ενισχύσουν την ασφάλειά τους σε βάρος της ασφάλειας άλλων κρατών».
Όλα αυτά τα έγγραφα υπογράφηκαν από τους ανώτατους ηγέτες των κρατών που συμμετέχουν στον ΟΑΣΕ, συμπεριλαμβανομένων όλων των χωρών του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, κατά παράβαση της αρχής του αδιαίρετου της ασφάλειας, καθώς και κατά παράβαση των υποσχέσεων που δόθηκαν στη σοβιετική ηγεσία, όλα αυτά τα χρόνια το ΝΑΤΟ επεκετείνεται σταθερά προς τα ανατολικά, αγνοώντας τις ανησυχίες που εξέφρασε η Μόσχα, και κάθε φορά η επέκταση αυτή του ΝΑΤΟ προστέθηκε στο παραπάνω πλοκ μια ξέφρενη αντιρωσική κατηγορία.
Έχουμε επιστήσει εδώ και καιρό την προσοχή στο απαράδεκτο μιας τέτοιας εξέλιξης αυτών των γεγονότων. Τις τελευταίες δεκαετίες, έχει προταθεί περισσότερες από μία φορές να συμφωνηθεί και να γίνει νομικά δεσμευτική η αρχή της ίσης και αδιαίρετης ασφάλειας στον ευρωατλαντικό χώρο, καθώς η Δύση σαφώς δεν έχει διάθεση να εκπληρώσει τις προαναφερθείσες πολιτικές υποχρεώσεις. Ωστόσο, αυτές τις προτάσεις, πάντα τις απορρίπτουν
Από αυτή την άποψη, όπως τονίζει ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, επιμένουμε στην ανάπτυξη, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο και βάσει της αρχής της ίσης και αδιαίρετης ασφάλειας, σοβαρών μακροπρόθεσμων νομικών εγγυήσεων, αποκλείοντας κάθε περαιτέρω προέλαση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά και την ανάπτυξη απειλητικών οπλικών συστημάτων στη Δύση, στα σύνορα της Ρωσίας.
Για τα θεμελιώδη συμφέροντα της ευρωπαϊκής ασφάλειας, είναι απαραίτητο να αποκηρύξουμε επισήμως την απόφαση της συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008 ότι «η Ουκρανία και η Γεωργία θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ», σε αντίθεση με τη δέσμευση των ηγετών όλων των συμμετεχόντων κρατών του ΟΑΣΕ – «να μην ενισχύουν την ασφάλειά τους σε βάρος της ασφάλειας των άλλων».
Επιμένουμε στη νομική εδραίωση της συμφωνίας για τη μη ανάπτυξη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες του ΝΑΤΟ οπλικών συστημάτων κρούσης που αποτελούν απειλή για τη Ρωσική Ομοσπονδία στο έδαφος γειτονικών χωρών, τόσο μελών όσο και μη μελών της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
Επιμένουμε επίσης να λάβουμε μια συγκεκριμένη απάντηση του ΝΑΤΟ στις προηγούμενες προτάσεις μας για μείωση των εντάσεων στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων ιδίως:
– την απόσυρση περιοχών επιχειρησιακών ασκήσεων σε συμφωνημένη απόσταση από τη γραμμή επαφής Ρωσίας-ΝΑΤΟ
– τον συντονισμός της μέγιστης απόστασης προσέγγισης πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών για την πρόληψη επικίνδυνων στρατιωτικών δραστηριοτήτων, κυρίως στις περιοχές της Βαλτικής και της Μαύρης Θάλασσας
– την επανέναρξη τακτικού διαλόγου μεταξύ των υπουργείων Άμυνας στη γραμμή Ρωσίας-ΗΠΑ και Ρωσίας-ΝΑΤΟ.
Καλούμε την Ουάσιγκτον να συμμετάσχει στο μονομερές ρωσικό μορατόριουμ για την ανάπτυξη επίγειας INF στην Ευρώπη, να συμφωνήσει και να εισαγάγει τα απαραίτητα μέτρα για την επαλήθευση της εκπλήρωσης των αμοιβαίων υποχρεώσεων.
Σε αυτούς τους τομείς, η Ρωσία θα υποβάλει σύντομα σχέδια διεθνών νομικών εγγράφων για την έναρξη διαπραγματεύσεων με την κατάλληλη μορφή.
Ειδικότερα, θα υποβάλουμε μια ολοκληρωμένη πρόταση για νομικές εγγυήσεις ασφάλειας στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τον επόμενο γύρο του ρωσοαμερικανικού διαλόγου για τη στρατηγική σταθερότητα. Θα σταθούμε για μια ουσιαστική συζήτηση των στρατιωτικών πτυχών της διασφάλισης της ασφάλειας μέσω των υπουργείων Άμυνας με τη συμμετοχή των υπηρεσιών εξωτερικών υποθέσεων της Ρωσίας και των χωρών του ΝΑΤΟ.
Θεωρούμε αναγκαίο ο ΟΑΣΕ, όπου εκπροσωπούνται όλες οι χώρες της ευρωατλαντικής περιοχής, να μην μείνει αμέτοχος στις συζητήσεις για την επίλυση των ευρωπαϊκών προβλημάτων ασφάλειας.
Σας προτρέπουμε να εξετάσετε προσεκτικά τις ρωσικές προτάσεις και να ξεκινήσετε σοβαρές διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμφωνιών που θα διασφαλίζουν μια δίκαιη και σταθερή ισορροπία συμφερόντων στον κοινό μας χώρο».