Έντονη ανησυχία προκαλούν τα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα της στάθμης του ποταμού Ρήνου, ο οποίος σε πολλά σημεία κοντεύει να «στεγνώσει», θέτοντας σε κίνδυνο τη μεταφορά τεράστιων ποσοτήτων αγαθών στην «καρδιά» της Ευρώπης.

Στην πόλη Kaub της Γερμανίας, η οποία αποτελεί ένα από τα βασικότερα εμπορικά σημεία, η στάθμη των υδάτων αναμένεται να υποχωρήσει εντός του Σαββατοκύριακου μόλις στα 47 εκατοστά (σήμερα βρίσκεται στα 60 εκατοστά). Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι αν υποχωρήσει κατά ακόμη επτά εκατοστά (και φθάσει στα 40 εκατοστά), τότε θα είναι η αδύνατη η διέλευση των πλοίων.  

Η Ευρώπη ήδη αντιμετωπίζει μια άνευ προηγουμένου ενεργειακή κρίση, με τη Ρωσία να ανοιγοκλείνει κατά το δοκούν τις κάνουλες του φυσικού αερίου. Και τώρα καλείται να διαχειριστεί και την Κλιματική Αλλαγή. Εφόσον ο Ρήνος καταστεί απροσπέλαστος για τα πλοία, αυτό σημαίνει ότι μια σειρά προϊόντων, από καύσιμα έως χημικά, δεν θα μπορούν να μεταφερθούν, εντείνοντας τις ανησυχίες για τον κίνδυνο ύφεσης στην Ευρωζώνη και τη Γερμανία. 

«Οι μεταφορές άνθρακα είναι ήδη περιορισμένες, καθώς η χαμηλή στάθμη δεν επιτρέπει σε όλα τα πλοία να πλέουν. Και όσα το κάνουν, αναγκάζονται να μεταφέρουν λιγότερα εμπορεύματα» τονίζει η EnBW, μία από τις εταιρείες παροχής ενέργειας. «Το κόστος παράδοσης του άνθρακα έχει αυξηθεί, κάτι που ενισχύει το κόστος λειτουργίας των εργοστασίων». 

Eξαιτίας της κρίσης στο φυσικό αέριο, πολλές χώρες της Ευρώπης, ανάμεσα στις οποίες και η Γερμανία, έχουν αναγκαστεί να ενεργοποιήσουν ξανά τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας από άνθρακα και ορυκτά καύσιμα, σε μια προσπάθεια μείωσης της εξάρτησης από τη Ρωσία.  

Το 2018, όταν η στάθμη του Ρήνου είχε και πάλι υποχωρήσει αισθητά, οι αναταράξεις στις μεταφορές περιόρισαν τον ρυθμό ανάπτυξης της Γερμανίας κατά 0,4% του ΑΕΠ. Αυτές τις ημέρες, στις οποίες η ανάγκη για τη θαλάσσια διαδρομή είναι σημαντικότερη (λόγω της μεταφοράς του άνθρακα) εκτιμάται ότι οι επιπτώσεις θα είναι ακόμη μεγαλύτερες.  

Πέραν των ενεργειακών προϊόντων, ο Ρήνος αποτελεί βασικό διάδρομο για τη μεταφορά αυτοκινήτων, ανταλλακτικών, τροφίμων και χιλιάδων άλλων αγαθών, πολύτιμων για την οικονομία και την κοινωνία. Κάθε χρόνο, άλλωστε, εκατομμύρια τόνοι εμπορευμάτων διακινούνται μέσω του ποταμού, ο οποίος ξεκινάει από την Ελβετία και εκβάλλει στη Βόρεια Θάλασσα, σε μια διαδρομή 1.300 χιλιομέτρων. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η στάθμη των υδάτων δεν αντικατοπτρίζει το πραγματικό βάθος του Ρήνου. Για παράδειγμα, στο Kaub, όταν η στάθμη είχε μετρηθεί στα 90 εκατοστά πριν λίγες εβδομάδες, το πραγματικό βάθος ήταν περίπου στα δύο μέτρα. Ωστόσο, η μέτρηση της στάθμης εξυπηρετεί στη ναυσιπλοΐα της περιοχής.   

Το πρόβλημα δεν εξαντλείται μόνο στη Γερμανία. Η Ελβετία, η οποία συνήθως χρησιμοποιεί τον Ρήνο για να εισαγάγει καύσιμα, σήμερα αναγκάζεται να αξιοποιήσει το στρατηγικό της απόθεμα, καθώς η χαμηλή στάθμη έχει καταστήσει οικονομικά ασύμφορη τη μεταφορά. Το ίδιο ισχύει και για άλλες χώρες, όπως η Τσεχία και η Αυστρία. 

«Με τις μεταφορές στον Ρήνο να αντιμετωπίζουν κίνδυνο, οι εναλλακτικές διαδρομές, όπως ο σιδηρόδρομος ή οι αυτοκινητόδρομοι, είναι αρκετά πιο ακριβές. Κι αυτό δυσκολεύει τις χώρες να γεμίσουν τις αποθήκες καυσίμων, προτού έρθει ο χειμώνα» τονίζει στο Bloomberg o Josh Folds, αναλυτής της Facts Global Energy.  

Τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. καταβάλλουν προσπάθειες να γεμίσουν τις αποθήκες ενέργειας στο 80% της συνολικής χωρητικότητας έως τις αρχές του χειμώνα, προκειμένου να είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο διακοπής του ρωσικού αερίου.  Σύμφωνα με τους αναλυτές, αν η Μόσχα «κόψει» τελείως τις ροές αερίου στον Nord Stream (σήμερα βρίσκονται στο 20%), τότε η Γερμανία κινδυνεύει να χάσει το 4,8% του ΑΕΠ.  

Το κόστος ναυτιλιακής μεταφοράς, στο μεταξύ, είναι ήδη εκτός ελέγχου. Ενδεικτικά, ανέρχεται σε περισσότερα από 200 ευρώ ανά τόνο για τη μεταφορά καυσίμων στη Βασιλεία της Ελβετίας, ενώ πριν λίγους μήνες περιοριζόταν σε μόλις 25 ευρώ ανά τόνο. 

 

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, αρκετές εταιρείες, οι οποίες εξαρτώνται από τα logistics του ποταμού, έχουν ήδη λάβει μέτρα, επιχειρώντας να αυξήσουν τα αποθέματά τους, ενώ ταυτόχρονα στρέφονται σε εναλλακτικές επιλογές, όπως ο σιδηρόδρομος και οι οδικές μεταφορές (παρά το αυξημένο κόστος).