Τον Ιούλιο, οι ενισχύσεις για την ηλεκτρική ενέργεια σε οικιακά τιμολόγια και για όλες τις παροχές κύριας και μη κύριας κατοικίας, χωρίς εισοδηματικά κριτήρια και ανεξαρτήτως παρόχου, μένουν ίδιες όπως και τον Ιούνιο.

Συγκεκριμένα:

  • Για μηνιαίες καταναλώσεις έως 500 kWh, η ενίσχυση θα είναι 15 €/MWh. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει το 90% των νοικοκυριών στην Ελλάδα.
  • Την ίδια ενίσχυση θα λάβουν και όσοι έχουν μηνιαία κατανάλωση πάνω από 500 kWh, υπό την προϋπόθεση ότι θα μειώσουν κατά 15% τη μέση ημερήσια κατανάλωση ενέργειας σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή.
  • Στα νοικοκυριά που είναι ενταγμένα στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο (ΚΟΤ) η ενίσχυση ανέρχεται στα 50 €/MWh και απορροφά το σύνολο του αυξημένου κόστους.
  • Επιπλέον, για τους αγρότες η ενίσχυση ανέρχεται στα 15€/MWh.
  • Η αξία της ενίσχυσης του ρεύματος για νοικοκυριά και αγρότες τον Ιούλιο διαμορφώνεται στα 24 εκατ. ευρώ.
  • Συνεπώς στα ίδια επίπεδα με τον Ιούνιο, 1,5 λεπτά ανά κιλοβατώρα, η επιδότηση στα οικιακά τιμολόγια ρεύματος που ανακοίνωσε το ΥΠΕΝ

Τι θα γίνει με τη ρήτρα αναπροσαρμογής;

Σε σχετικά μικρή παράταση των έκτακτων μέτρων στη λιανική φαίνεται να προσανατολίζεται τώρα το ΥΠΕΝ, ώστε να υπάρξει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για την προετοιμασία επιστροφής των τιμολογίων στην «κανονικότητα».

Το ΥΠΕΝ θέλει να διατηρήσει τις ρήτρες αναπροσαρμογής για ένα ακόμη δίμηνο, ώστε να ενεργοποιηθούν την 1η Δεκεμβρίου και όχι από την 1η Οκτωβρίου που προβλέπεται αυτή τη στιγμή.

Μέχρι τον Οκτώβριο θα υπάρχει καθαρή εικόνα για πιθανό ανοδικό ράλι στο κόστος αερίου με δεδομένο ότι οι ευρωπαϊκές αποθήκες αερίου θα πρέπει να είναι γεμάτες κατά 90% έως την 1η Νοεμβρίου.

Επομένως, οι πάροχοι θα έχουν καλύτερη δυνατότητα πληροφόρησης για την εξέλιξη των τιμών, και μεγαλύτερη ευχέρεια να ορίσουν τη μεθοδολογία τιμολόγησης των προϊόντων τους μέσα στον Σεπτέμβριο.

Όμως, μάλλον δεν θα υπάρξει παράταση στα έκτακτα μέτρα στη χονδρεμπορική αγορά, στην περίπτωση βέβαια που στο μεταξύ δεν υπάρξει αναζωπύρωση της ενεργειακής κρίσης και οι διεθνείς συνθήκες και τιμές αερίου είναι όπως σήμερα.

Κατά συνέπεια, αν οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας που εξαρτώνται από τις τιμές αερίου, βρίσκονται σε παρόμοια επίπεδα μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου, τότε το πλαφόν στη DAM και την Ενδοημερήσια αγορά θα γίνουν παρελθόν από την 1η Οκτωβρίου.

Οι 5 μεγάλοι προμηθευτές θεωρούν πως οι ρήτρες θα πρέπει να μην επανέλθουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, από το προβλεπόμενο έως αυτή τη στιγμή.

Βασικό επιχείρημά τους είναι η πίεση χρόνου μέχρι το ορόσημο της 1ης Οκτωβρίου, για να προετοιμάσουν τη μετάβαση στην κανονικότητα. Έτσι, για παράδειγμα, θα πρέπει μέχρι τις 31 Ιουλίου να ενημερώσουν εκατομμύρια καταναλωτές, για τις τροποποιήσεις που πρόκειται να κάνουν στις συμβάσεις προμήθειας.

Η προετοιμασία για την επιστροφή στην κανονικότητα θα πρέπει να γίνει τον Αύγουστο, μία από τις δυσκολότερες περιόδους για τη δυνατότητα πρόβλεψης της εξέλιξης των χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας.

Οι πάροχοι καλούνται να ορίσουν τη μεθοδολογία τιμολόγησης των προϊόντων τους μέσα στον Αύγουστο η οποία θα ισχύσει από την 1η Οκτωβρίου.

Η αναβολή επί δίμηνο των ημερομηνιών προσαρμογής θα διευκόλυνε τους πάντες, αφού καταρχάς θα σήμαινε πως θα μεταφερόταν στις 30 Σεπτεμβρίου η προθεσμία για την ενημέρωση των καταναλωτών.

Επίσης, το φθινόπωρο χαρακτηρίζεται κατά κανόνα από μικρότερη μεταβλητότητα των χονδρεμπορικών τιμών ρεύματος.

Αλλά και η κυβέρνηση θα έχει καλύτερη εικόνα για το εάν το πλαφόν είναι απαραίτητο από την 1η Οκτωβρίου.

Αν είναι εφικτό, τότε το δίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου δεν θα υπάρχουν επιδοτήσεις στις χρεώσεις που θα ανακοινώσουν οι προμηθευτές και, κατά συνέπεια, χωρίς τον μηχανισμό ανάκτησης των υπερεσόδων – που αποτελεί μία από τις σημαντικότερες πηγές χρηματοδότησης των ενισχύσεων.

«Το πλαφόν στη χονδρεμπορική και οι επιδοτήσεις θα μείνουν στη φαρέτρα του ΥΠΕΝ. Έτσι, στην περίπτωση η κρίση επανακάμψει, θα τα έχουμε για τη στήριξη των καταναλωτών, όπως άλλωστε προβλέπει η απόφαση του τελευταίου Συμβουλίου Υπουργών» μας λέει στέλεχος του ΥΠΕΝ.

Αποζημιώσεις ζητούν οι προμηθευτές

Αποζημιώσεις για όσο διάστημα καθυστερεί η απόδοση από τον ΕΛΥΚΩ των ποσών ΥΚΩ που πλήρωσαν οι προμηθευτές ρεύματος, ζητά ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ) που έχει Πρόεδρο τον κ. Γιώργο Περιστέρη.

Το αίτημα αυτό διατυπώνει ο ΕΣΠΕΝ με επιστολή του προς τα υπουργεία Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τη ΡΑΑΕΥ και τον ΔΕΔΔΗΕ με αφορμή την ενημέρωση που έλαβαν οι εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας από τον Διαχειριστή πως πρόκειται να λάβουν μειωμένο αντάλλαγμα για την παροχή Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ) έναντι του συνολικού οφειλόμενου ποσού για τον μήνα Απρίλιο, καθώς ο Ειδικός Λογαριασμός Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΕΛΥΚΩ) έχει καταστεί ελλειμματικός.

Σύμφωνα με τον ΕΣΠΕΝ ο ΕΛΥΚΩ είναι ελλειμματικός καθώς με υπουργικές αποφάσεις στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης ποσά ύψους 460 εκ. ευρώ μεταφέρθηκαν στο ΤΕΜ για την επιδότηση των λογαριασμών ρεύματος, ενώ κατά 65 εκ. ευρώ μειώθηκαν οι εισροές λόγω της υπουργικής απόφασης για πάγωμα των ΥΚΩ που πληρώνουν οι ενεργοβόρες επιχειρήσεις χαμηλής και μέσης τάσης.

Ο Σύνδεσμος των Προμηθευτών καλεί την πολιτεία να προχωρήσει, αν αυτό απαιτείται, στην αναπροσαρμογή των μοναδιαίων χρεώσεων ΥΚΩ και στην κάλυψη του ελλείμματος και του αποθεματικού από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Τι λέει η επιστολή για τον ανταγωνισμό

Ο ΕΣΠΕΝ ομιλεί για επιπτώσεις στη λειτουργία του ανταγωνισμού από τη μη απόδοση των ανταλλαγμάτων ΥΚΩ: «Στο πλαίσιο αυτό, ο Σύνδεσμος μας επιθυμεί να τονίσει ότι η παροχή των ΥΚΩ αποτελεί κοινωνική πολιτική για τη διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας, το κόστος της οποίας -σε καμία περίπτωση- δεν είναι αποδεκτό να μετατίθεται στους προμηθευτές, προκαλώντας καταφανείς στρεβλώσεις ως προς τη λειτουργία της αγοράς και του ανταγωνισμού, και δυσχεραίνοντας τη δυνατότητα των προμηθευτών να ανταπεξέλθουν στην υποχρέωση παροχής των εν λόγω υπηρεσιών στους δικαιούχους καταναλωτές, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται ο ίδιος ο σκοπός της συγκεκριμένης κοινωνικής πολιτικής».

Στέλεχος του ΕΣΠΕΝ μας εξηγεί: «Δεν θα πρέπει να υπάρξει οποιαδήποτε περαιτέρω καθυστέρηση στην αναγκαία μέριμνα εκ μέρους των εμπλεκόμενων φορέων και της Πολιτείας, για την αναπροσαρμογή των μοναδιαίων χρεώσεων ΥΚΩ εάν αυτό απαιτείται, καθώς και για την αναπλήρωση του αποθεματικού του Λογαριασμού, ώστε να καταστεί εφικτή τόσο η άμεση κάλυψη του υπολειπομένου ανταλλάγματος που αφορά την εκκαθάριση του μηνός Απριλίου, όσο και η αντιμετώπιση τυχόν εκτιμώμενου μηνιαίου ελλείματος εισροών-εκροών του Ειδικού Λογαριασμού για το επόμενο διάστημα».

Στην επιστολή του ο ΕΣΠΕΝ ζητά επίσης από την πολιτεία να υπάρξει προσθήκη στο νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο, με την οποία θα προβλέπεται ότι «στην περίπτωση που, παρά την υλοποίηση των αναγκαίων ενεργειών οι οποίες προσδιορίζονται στις κείμενες διατάξεις, δεν καθίσταται εφικτό να αποφευχθεί ο σχηματισμός ελλείματος στον Λογαριασμό, θα παρέχεται αποζημίωση στους εμπλεκόμενους Προμηθευτές έναντι του χρηματοοικονομικού κόστους που αναλαμβάνουν για όσο διάστημα η διευθέτηση των υπολειπόμενων ποσών παραμένει σε εκκρεμότητα».

Οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας τονίζουν ότι «κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Διαχείρισης του Δικτύου Διανομής και της Απόφασης ΡΑΕ 750/2021, για όσο διάστημα ο Λογαριασμός παραμένει ελλειμματικός, τα οφειλόμενα ανταλλάγματα αποδίδονται στους προμηθευτές μόνο μερικώς, ενώ τα υπολειπόμενα ποσά εξοφλούνται σύμφωνα με συγκεκριμένη μεθοδολογία όταν διαπιστώνεται πλεόνασμα στον Λογαριασμό, δίχως ωστόσο να υπάρχει οποιαδήποτε πρόβλεψη για την κάλυψη του χρηματοοικονομικού κόστους -σε όρους ρευστότητας- που συνεπάγεται η καθυστερημένη καταβολή τους για τους προμηθευτές».

«Συνεπώς οι προμηθευτές καλούνται να αναλάβουν το κόστος χρηματοδότησης των μηνιαίων ελλειμάτων του Λογαριασμού, εξασφαλίζοντας με ίδια μέσα το απαιτούμενο κεφάλαιο κίνησης και δεσμεύοντας το έως ότου καταστεί εφικτή η εξόφληση των υπολειπόμενων ποσών από τον Λογαριασμό» μας λέει κορυφαίο στέλεχος του ΕΣΠΕΝ.

Η επιστολή του ΕΣΠΕΝ καταλήγει: «Σε αντίθετη περίπτωση, καθίσταται σαφές ότι ανακύπτουν προφανή αντικίνητρα ως προς την εκπροσώπηση των δικαιούχων καταναλωτών από τους Προμηθευτές, καθώς και επιβάρυνση του κόστους προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας για το σύνολο των καταναλωτών».

Διαβάστε περισσότερα