Το καθησυχαστικό μήνυμα του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Τζερόμ Πάουελ μετά τη συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας μπορεί να μην ηρεμήσει τους επενδυτές μετοχών και ομολόγων των ΗΠΑ, καθώς η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού εντείνει την εστίαση στα επερχόμενα μακροοικονομικά στοιχεία.
Αν και ο Πάουελ αναγνώρισε την έλλειψη προόδου στη μάχη της Fed κατά της αύξησης των τιμών, επανέλαβε την άποψη ότι τα επιτόκια είναι πιθανό να κατευθυνθούν χαμηλότερα φέτος.
Αυτό αποτέλεσε ανακούφιση για όσους ανησυχούσαν ότι η Fed θα μπορούσε να έχει στο στόχαστρό της περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων μετά από τρεις συνεχόμενους μήνες ισχυρότερου του αναμενόμενου πληθωρισμού.
Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι επενδυτές πιστεύουν ότι η αγορά θα παραμείνει επιφυλακτική, αφού η ήπια στροφή του Πάουελ τον Δεκέμβριο ακολουθήθηκε από αρκετούς μήνες ανοδικών εκπλήξεων όσον αφορά τον πληθωρισμό και την απασχόληση.
Μια άλλη σειρά ισχυρών οικονομικών στοιχείων θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τους φόβους για αύξηση των επιτοκίων και να τροφοδοτήσει περαιτέρω αναταραχές στις μετοχές και τα ομόλογα, είπαν.
«Εάν η Fed παραμένει εξαρτώμενη από τα δεδομένα όσο ισχυρίζεται ότι είναι, κάθε σημείο δεδομένων θα εξετάζεται εξονυχιστικά από την αγορά», δήλωσε ο διαχειριστής χαρτοφυλακίου της Newfleet Asset Management, Στιβ Χούκερ.
Περισσότερα στοιχεία για μια ισχυρότερη από την αναμενόμενη αγορά εργασίας θα μπορούσαν να συνεχίσουν να διαβρώνουν τις προβλέψεις για το πόσο η Fed θα επιλέξει να μειώσει τα επιτόκιά της φέτος.
Οι επενδυτές τιμολογούν τώρα περίπου 35 μονάδες βάσης μειώσεων το 2024, σε σύγκριση με τις περισσότερες από 150 μονάδες βάσης που εκτιμούσαν τον Ιανουάριο.
Αν και οι μετοχές δεν απέχουν πολύ από τα υψηλά ρεκόρ που σημειώθηκαν νωρίτερα φέτος, το ράλι τους έχει ταλαντευτεί καθώς οι προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων έχουν περιοριστεί τις τελευταίες εβδομάδες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη χειρότερη επίδοση του S&P 500 από τον Σεπτέμβριο.
Οι επενδυτές ομολόγων αντιμετωπίζουν δυσκολίες εδώ και μήνες, με την απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου να έχει αυξηθεί κατά 70 μονάδες βάσης από την αρχή του έτους.
«Οι προσδοκίες της αγοράς έχουν ταλαντευτεί από το ένα άκρο στο άλλο», δήλωσε ο Πολ Μιελζάρσκι, επικεφαλής της παγκόσμιας μακροοικονομικής στρατηγικής της Brandywine Global.
Ο ίδιος είναι υπερεπενδεδυμένος στα 5ετή και 7ετή κρατικά ομόλογα σε σχέση με τον δείκτη αναφοράς της εταιρείας του, αναμένοντας ότι η Fed θα μειώσει τελικά τα επιτόκια περισσότερο από ό,τι αναμένει η αγορά.
«Φυσικά η αγορά είναι λίγο επιφυλακτική και περιμένει τα μακροοικονομικά στοιχεία τα οποία θα επιβεβαιώσουν την υποκείμενη άποψη της Fed ότι ο πληθωρισμός μπορεί να μειωθεί στο 2% χωρίς να χρειαστεί ύφεση», δήλωσε.
Η Μπλερίνα Ουρούτσι, επικεφαλής οικονομολόγος της T Rowe Price στις ΗΠΑ, από την πλευρά της, πιστεύει ότι η Fed θα χρειαστεί τουλάχιστον τρεις μήνες με στοιχεία ασθενέστερα του αναμενόμενου για να είναι αρκετά σίγουρη ώστε να μειώσει τα επιτόκια.
Άλλοι ανησυχούν ότι τα αυξημένα επιτόκια θα αρχίσουν σύντομα να ασκούν πιέσεις σε ορισμένες αμερικανικές εταιρείες.
Το στέλεχος της Amundi US, Τζόναθαν Ντούνσινγκ, προτιμά τις επενδύσεις σε εταιρικό χρέος επενδυτικής βαθμίδας εν μέρει επειδή πιστεύει ότι μια παρατεταμένη περίοδος υψηλών επιτοκίων θα μπορούσε να δημιουργήσει κάποιο άγχος σε εταιρείες χαμηλότερης διαβάθμισης.
Φαίνεται επίσης αισιόδοξος για τα κρατικά ομόλογα, τα οποία πιθανότατα θα επωφεληθούν από μια «στροφή προς την ποιότητα σε περίπτωση που η οικονομία σκοντάψει στην πορεία», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με το Reuters, αυτό δεν σημαίνει ότι οι επενδυτές έχουν εγκαταλείψει εντελώς τις ελπίδες τους για μείωση των επιτοκίων.
Ο Τόνι Γουέλτς, επικεφαλής επενδύσεων της SignatureFD, πιστεύει ότι μεγάλο μέρος της αύξησης του πληθωρισμού οφείλεται στις τιμές των εμπορευμάτων, οι οποίες αυξήθηκαν εν μέρει λόγω των ανησυχιών για την επέκταση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.
Σημειωτέον πως οι τιμές του πετρελαίου υποχώρησαν σε χαμηλό επτά εβδομάδων πρόσφατα λόγω της αιφνιδιαστικής αύξησης των αμερικανικών αποθεμάτων αργού και της προοπτικής εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Γάζας.
Ο Γουέλτς παραμένει αισιόδοξος για τις μετοχές εταιρειών μικρής κεφαλαιοποίησης, οι οποίες πιστεύει ότι θα επωφεληθούν από ένα περιβάλλον χαλάρωσης των επιτοκίων, εφόσον οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν ευνοϊκές.