Η ανοδική πορεία των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα συνεχίζεται για τρίτο συνεχόμενο μήνα, με τη χονδρική τιμή να διαμορφώνεται κατά μέσο όρο μέχρι χθες 28 Οκτωβρίου πλησίον των 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα, έναντι 73,76 ευρώ τον Αύγουστο.
Η αύξηση αυτή, που ξεπερνά το 62%, φέρνει ξανά στο προσκήνιο τον κίνδυνο νέων ανατιμήσεων στη λιανική αγορά.
Το επίπεδο αυτό κατατάσσει τη χώρα μας μεταξύ των ακριβότερων αγορών ηλεκτρισμού μαζί με τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Αλβανία και την Ουγγαρία για τον μήνα που φεύγει, όπου οι τιμές κινούνται σε αντίστοιχα υψηλά επίπεδα. Σε αντίθεση, όμως, με κράτη όπως η Γερμανία και η Αυστρία, όπου οι τιμές χονδρικής παραμένουν αισθητά χαμηλότερες, αποτυπώνοντας το χάσμα τιμών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, για το οποίο ζητά παρεμβάσεις η κυβέρνηση.
Η ελληνική αγορά επηρεάζεται από μια σειρά παραγόντων που συντηρούν τις πιέσεις στη χονδρική. Η παραγωγή από αιολικά πάρκα έχει μειωθεί εξαιτίας των παρατεταμένων περιόδων άπνοιας, περιορίζοντας τη φθηνή ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές. Την ίδια στιγμή, η αυξημένη συμμετοχή των μονάδων φυσικού αερίου, οι οποίες αποτελούν το ακριβότερο καύσιμο στο ενεργειακό μείγμα διατηρεί ψηλά το κόστος.
Η χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργεί βάσει του λεγόμενου μηχανισμού οριακής τιμολόγησης: η τελευταία και ακριβότερη μονάδα που χρειάζεται για να καλυφθεί η ζήτηση καθορίζει την τιμή για όλες τις υπόλοιπες. Στην πράξη, οι μονάδες φυσικού αερίου λόγω ευελιξίας είναι συχνά αυτές που καλούνται να καλύψουν τα κενά παραγωγής, ειδικά τις βραδινές ώρες.
Έτσι, παρά το αυξανόμενο ποσοστό των ΑΠΕ, η τελική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας εξακολουθεί να επηρεάζεται έντονα από το κόστος και τη μεταβλητότητα του φυσικού αερίου, το οποίο παραμένει κρίσιμο καύσιμο για την εξισορρόπηση του συστήματος.
Αξίζει να σημειωθεί πως η τιμή του φυσικού αερίου στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο TTF παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, κινούμενη γύρω στα 31 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει ότι η αύξηση στο ρεύμα δεν οφείλεται σε άνοδο της διεθνούς τιμής του φυσικού αερίου, αλλά κυρίως σε εσωτερικούς παράγοντες της αγοράς ηλεκτρισμού και στην περιορισμένη διαθεσιμότητα παραγωγής από ΑΠΕ.
Οι στρεβλώσεις
Ο Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νικόλαος Τσάφος, μιλώντας στην Υπουργική Σύνοδο για την Ενεργειακή Συνδεσιμότητα της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (CESEC) στο Βουκουρέστι, αναφέρθηκε διεξοδικά στις στρεβλώσεις που παρατηρούνται στην αγορά. Όπως τόνισε, υπάρχει πλέον ξεκάθαρη διαφοροποίηση τιμών μεταξύ της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης σε σχέση με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με το φαινόμενο αυτό να εμφανίζεται πλέον ακόμη και εντός της ίδιας της ΝΑ Ευρώπης. Σύμφωνα με τον κ. Τσάφο, η κατάσταση αυτή αναδεικνύει «την ανάγκη για ορθολογική αξιοποίηση αλλά και περαιτέρω ανάπτυξη των διασυνδέσεων μεταξύ των χωρών», προκειμένου να εξισορροπηθούν οι τιμές και να ενισχυθεί η ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής.
Ο υφυπουργός επισήμανε ότι το ζήτημα αποκτά πανευρωπαϊκή διάσταση, «επικαιροποιώντας» την προγενέστερη παρέμβαση του ACER σχετικά με τη βέλτιστη χρήση των διασυνδέσεων και τη λειτουργία των περιφερειακών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. Σημείωσε δε ότι η Ελλάδα στηρίζει τις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενίσχυση της διασυνδεσιμότητας και την αποσύνδεση της τιμής ρεύματος από το φυσικό αέριο, μέσω επενδύσεων σε αποθήκευση και πράσινες υποδομές.
Η Ελλάδα τελεί εν αναμονή των μέτρων που αναμένονται από τον Επίτροπο Ενέργειας Νταν Γιόργκενσεν έως τα τέλη του έτους με μία παρέμβαση που στοχεύει στη διόρθωση των στρεβλώσεων στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού.
Τα νέα τιμολόγια
Αν και οι μεγάλες καθετοποιημένες εταιρείες, όπως η ΔΕΗ και η Metlen (Protergia), που έχουν την μερίδα του λέοντος στην αγορά ηλεκτρισμού απορρόφησαν τις αυξήσεις του Οκτωβρίου για να συγκρατήσουν τα τιμολόγια, η πίεση φαίνεται να εντείνεται.
Παράγοντες της αγοράς προειδοποιούν ότι αν η χονδρική διατηρηθεί πάνω από τα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα, οι προμηθευτές δύσκολα θα μπορέσουν να απορροφήσουν το κόστος για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, κάτι που θα οδηγήσει σε αναπροσαρμογές στα κυμαινόμενα τιμολόγια.
Οι σχετικές ανακοινώσεις πάντως αναμένονται μέχρι το τέλος της εβδομάδας και συνολικά για τον κλάδο της προμήθειας το Σάββατο 1 Νοεμβρίου.
Το ενεργειακό ράλι των τελευταίων μηνών καταδεικνύει πάντως ότι παρά την πρόοδο στην πράσινη μετάβαση, η Ελλάδα και συνολικά η Ευρώπη παραμένουν ενεργειακά ευάλωτες.
Η ουσιαστική απεξάρτηση από το φυσικό αέριο και η διασύνδεση των αγορών αποτελούν πλέον κρίσιμες προϋποθέσεις για τη σταθεροποίηση των τιμών και την προστασία των καταναλωτών.