Παρότι ο Προϋπολογισμός του 2022 καταρτίζεται για δεύτερο συνεχόμενο έτος υπό το καθεστώς αβεβαιότητας που προκαλεί η παγκόσμια υγειονομική κρίση και μολονότι οι τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις στις τιμές αποτελούν πρόσθετο παράγοντα αβεβαιότητας, έχουν ήδη καταγραφεί τα πρώτα θετικά μακροοικονομικά αποτελέσματα, μετά τη σταδιακή υποχώρηση των άμεσων οικονομικών επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης.
Όπως αναφέρει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης στην εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού του 2022, ο ρυθμός ανάπτυξης για το έτος 2021 αναθεωρείται σημαντικά προς τα άνω, από 3,6% που προβλεπόταν στο ΜΠΔΣ 2022-2025 και 6,1% στο προσχέδιο Προϋπολογισμού 2022, σε 6,9%. Αυτό σηματοδοτεί ότι σε σχέση με την ύφεση ύψους 9,0% που παρατηρήθηκε το 2020, η οικονομία έχει ήδη καλύψει άνω των δύο τρίτων του απολεσθέντος εγχώριου προϊόντος, εντός μάλιστα ενός έτους που κατά το πρώτο εξάμηνο υπήρχαν ακόμη σε ισχύ σημαντικά περιοριστικά μέτρα στην άσκηση της οικονομικής δραστηριότητας.
Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης
Επιπλέον, η σωρευτική ανάπτυξη των ετών 2021-2022 αυξάνεται στο 11,7%, 1,6% υψηλότερα σε σχέση με τις προβλέψεις στο ΜΠΔΣ 2022-2025, σηματοδοτώντας ότι κατά το έτος 2022 όχι μόνο αναμένεται να αποκατασταθεί το επίπεδο του εγχώριου προϊόντος του 2019, αλλά αυτό να αυξηθεί περαιτέρω, κατά 1,7%. Σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, το παραπάνω αποτέλεσμα δεν οφείλεται προφανώς μόνο στην άρση των περιοριστικών υγειονομικών μέτρων, αλλά σε μεγάλο βαθμό στην πρωτόγνωρη σε ύψος οικονομική ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων που ξεπερνά τα 43 δισ. ευρώ σε ταμειακή βάση, και τα 31 δισ. ευρώ σε δημοσιονομική βάση, την περίοδο 2020-2022.
Παράλληλα, τα ταμειακά διαθέσιμα παραμένουν σε ασφαλή επίπεδα, ενώ η ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης με τη βοήθεια των πρόσθετων πόρων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», περιορίζει καθοριστικά τις μακροχρόνιες δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, και διασφαλίζει την πορεία αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους, ως ποσοστού του ΑΕΠ, στα αμέσως επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, η πληθώρα παρεμβάσεων, που περιλαμβάνει άνω των 70 κατηγοριών μέτρων, πολλά από τα οποία ανανεώνονταν και ενισχύονταν σε μηναία βάση, κατάφερε να στηρίξει την οικονομική δραστηριότητα της χώρας, έτσι ώστε να είναι έτοιμη να κάνει το άλμα ανάπτυξης στη μετα-κορωνοϊό εποχή. Επίσης, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας ενισχύεται και η χώρα αναβαθμίζεται, παρά την αναγκαστική επιβάρυνση του δημοσίου χρέους –όπως έγινε πανευρωπαϊκά– στη διάρκεια της πανδημίας. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της υλοποίησης ενός συνεκτικού και ολοκληρωμένου σχεδίου μεταρρυθμίσεων, σε όλα τα πεδία της δημόσιας σφαίρας, η δυσκολία εφαρμογής του οποίου στη διάρκεια και υπό τους περιορισμούς της πανδημίας, δεν εμπόδισε την ταχεία και αποτελεσματική του πρόοδο.
Το αναπτυξιακό “αποτύπωμα”
Το 2022, σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, αναμένεται να είναι έτος επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας σε συνθήκες κανονικότητας. Αναλυτικότερα, πρωτεύοντα παράγοντα για την ώθηση της οικονομικής δραστηριότητας το 2022 αποτελεί το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, με τις πραγματοποιούμενες δαπάνες από τον προϋπολογισμό του Ταμείου Ανάκαμψης. Ως αποτέλεσμα, μέσα στην επόμενη χρονιά η υλοποίηση του σχεδίου αναμένεται να προσδώσει στην ελληνική οικονομία επιπλέον 2,9 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, χωρίς τη συμπερίληψη της μόχλευσης, συμβάλλοντας στη μείωση του μακροχρόνιου επενδυτικού κενού και θέτοντας βάσεις για τη διαμόρφωση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης μακροπρόθεσμα, μέσω της συμβολής του σκέλους των μεταρρυθμίσεων.
Άλλος σημαντικός παράγοντας για την κυβέρνηση, είναι η σταδιακή επιστροφή σε συνθήκες κανονικότητας από υγειονομικής άποψης, στη βάση του υλοποιούμενου προγράμματος εμβολιασμών, η οποία με τη σειρά της θα επιτρέψει την ομαλή ομαλοποίηση της λειτουργίας της αγοράς, αντλώντας επιπλέον οφέλη από τα “κέρδη” της περιόδου της πανδημίας σε όρους ψηφιοποίησης και εξωστρέφειας της οικονομίας. Η επιστροφή στην κανονικότητα αναμένεται να διευκολύνει την περαιτέρω ανάκαμψη του τουριστικού κλάδου, με τις εισπράξεις από το εξωτερικό να αυξάνονται έναντι του 2021 κατά 60%, υποστηρίζοντας παράλληλα την εξομάλυνση των δημοσιονομικών μεγεθών.
Σημαντικό το επενδυτικό περιβάλλον
Επιπλέον, ευνοϊκός παράγοντας για τη διαμόρφωση υψηλού ρυθμού ανάπτυξης το 2022 είναι η έναρξη υλοποίησης ορισμένων αναπτυξιακών μέτρων στη λογική της βελτίωσης του επενδυτικού περιβάλλοντος και της εισοδηματικής ενίσχυσης των νοικοκυριών, όπως είχε σχεδιαστεί πριν την επέλαση της πανδημίας. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται η μείωση του συντελεστή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων από το 24% στο 22%, η παροχή κινήτρων για συνενώσεις και συνεργασίες μεσαίων, μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, η θέσπιση φορολογικών κινήτρων για τη χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η κατάργηση του φόρου γονικών παροχών και δωρεών για παροχές και δωρεές έως 800.000 ευρώ και η αύξηση του κατώτατου μισθού.
Από κει και πέρα, η αναπροσαρμογή των προβλέψεων του Υπουργείου Οικονομικών έγινε υπό την παραδοχή ότι η μεγαλύτερη ύφεση κατά το έτος 2020 δεν επηρεάζει τις οικονομικές εξελίξεις κατά τα επόμενα έτη, αφού αντισταθμίζεται πλήρως από αντίστοιχη μεγαλύτερη μεγέθυνση κατά το τρέχον έτος. Σημειώνεται ότι η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι, το ΑΕΠ το 2020 σε όρους όγκου παρουσίασε μείωση κατά 9,0% σε σχέση με το 2019, έναντι μείωσης 8,2% που είχε ανακοινωθεί στην πρώτη εκτίμηση, τον Μάρτιο 2021.
Σύμφωνα λοιπόν με την πρόβλεψη του σχεδίου του Προϋπολογισμού, το ΑΕΠ του έτους 2021 θα αυξηθεί κατά 6,9% έναντι της αρχικής πρόβλεψης του προσχεδίου για μεγέθυνση ίση με 6,1%. Κατ’ αναλογία, το σύνολο σχεδόν των βασικών μακροοικονομικών δεικτών του 2021 αναθεωρούνται επί τω βελτίω. Η βελτίωση αυτή προκύπτει αποκλειστικά ως ένα βελτιωμένο «αποτέλεσμα βάσης», αφού το επίπεδο του ΑΕΠ το 2021, δεν μεταβάλλεται ουσιαστικά σε σχέση με αυτό που είχε προβλεφθεί στο προσχέδιο1. Κατά συνέπεια και οι προβλέψεις του έτους 2022 παραμένουν οι ίδιες. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΔΣ), μολονότι η παραπάνω υπόθεση ενέχει ορισμένους κίνδυνους, υπό το φως της ισχυρής ανάκαμψης που παρατηρείται κατά το τρέχον έτος είναι πολύ πιθανό ο ρυθμός μεταβολής του έτους 2021 να διαμορφωθεί στο επίπεδο της νέας πρόβλεψης.
Δημοσιονομική προσαρμογή εν μέσω ανάπτυξης
Στο δημοσιονομικό “μέτωπο”, σύμφωνα και με την ανάλυση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), η Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού 2022 παρουσιάζει οριακές αλλαγές σε σχέση με το Προσχέδιο. Ειδικότερα, προβλέπεται μια αύξηση των εσόδων σε σχέση με το 2021 κατά 5 δισ. (έναντι 4,6 δισ. στο Προσχέδιο) και μια μείωση δαπανών κατά 4,65 δισ. (έναντι 6,35 δισ. στο Προσχέδιο). Κατά συνέπεια, η έκταση της δημοσιονομικής προσαρμογής του 2022 (σε όρους ESA) περιορίζεται στα 9,66 δισ. (5,7% του ΑΕΠ) έναντι 10,98 δισ. (6,3% του ΑΕΠ) του Προσχεδίου, και το πρωτογενές αποτέλεσμα του 2022 (πάντα σε όρους ESA) αναμένεται να διαμορφωθεί σε έλλειμμα 2,68 δισ. (1,4% του ΑΕΠ) έναντι 2,03 δισ. (1,1% του ΑΕΠ) που προέβλεπε το Προσχέδιο.
Από την πλευρά του το ΕΔΣ σημειώνει ότι, οι δημοσιονομικές προβλέψεις του Προϋπολογισμού τελούν σε συνάφεια με την γενικότερη παραδοχή και υπόθεση της επιστροφής της χώρας στην κοινωνική και οικονομική κανονικότητα. Υπό την έννοια αυτή, μόνο ένα εξαιρετικά μικρό μέρος των εκτάκτων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν το 2020 και 2021 για την αντιμετώπιση της πανδημίας προβλέπεται να επαναληφθεί το 2022, ενώ τα φορολογικά έσοδα αναμένεται να ενισχυθούν σημαντικά λόγω της αύξησης του ΑΕΠ και της ιδιωτικής κατανάλωσης. Συνακόλουθα, στο σχέδιο του Προϋπολογισμού για το 2022 αποτυπώνεται η πρόβλεψη για δημοσιονομικό έλλειμμα, κατά ESA, το οποίο ανέρχεται στο 4% ως ποσοστό του ΑΕΠ και πρωτογενές έλλειμμα 1,4% του ΑΕΠ.
Έλλειμμα 7,4 δισ. ευρώ
Ειδικότερα, το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης το 2022 σύμφωνα με το σχέδιο Προϋπολογισμού 2022 αναμένεται να παρουσιάσει έλλειμμα 7,4 δισ. ευρώ, έναντι πρόβλεψης ελλείμματος περίπου 6,7 δισ. ευρώ που είχε αποτυπωθεί στο προσχέδιο. Τόσο τα συνολικά έσοδα είναι αυξημένα σε σχέση με το προσχέδιο (λόγω της μεγαλύτερης μεταβολής του ΑΕΠ), όσο και οι δαπάνες. Συνολικά τα έσοδα προβλέπεται να αυξηθούν σε σχέση με το προσχέδιο κατά 617 εκατ. ευρώ, ενώ οι δαπάνες κατά 1,3 δισ. ευρώ.
Το αποτέλεσμα των ΟΤΑ και των ΟΚΑ είναι επίσης ελαφρώς επιδεινωμένο, λόγω κυρίως της αύξησης των επενδυτικών δαπανών και της μείωσης της πρόβλεψης για τα καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές αντίστοιχα, χωρίς όμως αυτό να συνιστά πηγή ιδιαίτερης ανησυχίας. Το σχέδιο του Προϋπολογισμού προβλέπει σημαντική αύξηση των εσόδων, κυρίως λόγω της προβλεπόμενης οικονομικής μεγέθυνσης και της αύξησης της απασχόλησης. Συγκεκριμένα, τα φορολογικά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού αναμένεται να ανέλθουν σε 50.055 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 536 εκατ. ευρώ σε σχέση με το προσχέδιο λόγω της μεγαλύτερης προβλεπόμενης αύξησης του ΑΕΠ.
Η συνολική μεταβολή των φορολογικών εσόδων μεταξύ 2021 και 2022 ανέρχεται συνολικά στα 3,5 δισ. ευρώ με τους φόρους κατανάλωσης να συνεισφέρουν κατά περίπου 2,2 δισ. ευρώ και τους φόρους εισοδήματος κατά 1,3 δισ. ευρώ. Επίσης, προβλέπεται αύξηση κατά 520 εκατ. ευρώ των εσόδων των ΟΚΑ από ασφαλιστικές εισφορές, λόγω αύξησης της απασχόλησης. Οι συνολικές δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2022 προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 65.594 εκατ. ευρώ, σημαντικά χαμηλότερες κατά 5.253 εκατ. ευρώ σε σχέση με εκτιμώμενο ύψος τους για το 2021, εξαιτίας των μειωμένων δαπανών για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Οι δαπάνες
Ωστόσο, οι δαπάνες αυτές εμφανίζονται αυξημένες σε σχέση με το προβλεπόμενο ύψος τους στο ΜΠΔΣ 2022-2025 κατά 2.600 εκατ. ευρώ. Οι αυξημένες πιστώσεις προβλέπονται στην κατηγορία «πιστώσεις υπό κατανομή» κατά 1.708 εκατ. ευρώ και αφορούν κυρίως προβλέψεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας και δαπάνες ΠΔΕ (550 εκατ. ευρώ), στην κατηγορία «αγορές παγίων περιουσιακών στοιχείων» κατά 528 εκατ. ευρώ για φυσικές παραλαβές εξοπλιστικών και στην κατηγορία «μεταβιβάσεις» κατά 277 εκατ. ευρώ. Αυξημένες επίσης είναι οι προβλέψεις δαπανών στο σχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2022, σε σχέση με τις αντίστοιχες του προσχεδίου κατά 1.259 εκατ. ευρώ, εξαιτίας περαιτέρω αύξησης των προβλέψεων για δαπάνες αντιμετώπισης της πανδημίας, καθώς και του ΠΔΕ (350 εκατ. ευρώ).
Κίνδυνοι και αβεβαιότητες
Στον κρατικό προϋπολογισμό του 2022 σημειώνεται ότι οι δημοσιονομικές προβλέψεις υπόκεινται σε κινδύνους και αβεβαιότητες. Υπό τις παρούσες συνθήκες, οι σημαντικότεροι κίνδυνοι σχετίζονται με την εξέλιξη της πανδημίας.Τυχόν διατήρηση των μολύνσεων σε υψηλά επίπεδα ή περαιτέρω αύξησή τους κατά τους επόμενους μήνες μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα, ιδίως μέσω επιπτώσεων σε κλάδους όπως ο τουρισμός.
Μία άλλη πιθανή πηγή κινδύνου για τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις του Προϋπολογισμού σχετίζεται με τη σταδιακή κατάργηση μίας σειράς έκτακτων μέτρων ενίσχυσης τα οποία υλοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των ετών 2020-2021, προκειμένου να προστατεύσουν την απασχόληση και το εισόδημα πολιτών και επιχειρήσεων από τις συνέπειες της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν. Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που ασκήθηκε μέσω αυτών των μέτρων ενίσχυσε σε σημαντικό βαθμό την οικονομία και αποτέλεσε μία από τις αιτίες της ταχύτατης ανάκαμψης που σημειώθηκε κατά το τρέχον έτος.
Η παύση της ισχύος τους, αν και απαραίτητη καθώς τα μέτρα περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας έχουν πλέον αρθεί, συνεπάγεται μία μείωση της στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας η οποία είναι πιθανό να έχει αρνητική επίπτωση βραχυπρόθεσμα. Αντιθέτως, σε περίπτωση ταχείας αύξησης του ποσοστού εμβολιασμού του πληθυσμού και υποχώρησης της πανδημίας, ο αντίκτυπος στην οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να είναι θετικός και η ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη θα επιδράσει θετικά στα δημοσιονομικά μεγέθη.
Μια πρόσθετη πηγή κινδύνου είναι οι μακροοικονομικές επιπτώσεις από τις ανατιμήσεις της ενέργειας, των πρώτων υλών, των μεταφορών και κατ’ επέκταση της εφοδιαστικής αλυσίδας. Σε αυτή την περίπτωση αναμένεται να επηρεαστεί αρνητικά ο πραγματικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης. Ωστόσο η κατεύθυνση των επιδράσεων στον ονομαστικό ρυθμό μεγέθυνσης και κατ’ επέκταση στα δημοσιονομικά έσοδα δεν είναι σαφής και εξαρτάται από την έκταση και διάρκεια αυτών των μεταβολών, όπως και από την ελαστικότητα ζήτησης και προσφοράς των προϊόντων και υπηρεσιών που θα επηρεαστούν.
Οι πιθανότητες να μην επηρεαστεί αρνητικά το ονομαστικό ΑΕΠ αυξάνονται όσο δεν αποσταθεροποιούνται οι μεσοπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες. Η παρούσα ανάλυση ευαισθησίας αποσκοπεί στο να εκτιμήσει την πορεία των κύριων δημοσιονομικών μεταβλητών κάτω από διαφορετικές υποθέσεις περί του ρυθμού μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας κατά το 2022. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της ανάλυσης έχει εκτιμηθεί η επίδραση στο εκτιμώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το 2022 από μία μείωση του ρυθμού ονομαστικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 1,0% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο του Προϋπολογισμού.
Η επίπτωση αυτή έχει εκτιμηθεί μέσω των ελαστικοτήτων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής δημοσιονομικής εποπτείας και οι οποίες περιγράφονται στην έκδοση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής “Report on Public Finances in EMU 2018”. Η μείωση του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης κατά 1,0% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο συνεπάγεται ότι το ΑΕΠ του 2022 (σε τρέχουσες τιμές) θα διαμορφωθεί σε 185,5 δισ. ευρώ από 177,6 δισ. ευρώ το 2021, έναντι ονομαστικού ΑΕΠ ύψους 187,3 δισ. ευρώ το 2022 σύμφωνα με το βασικό σενάριο.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης ευαισθησίας, μία τέτοια μεταβολή του επιπέδου του ονομαστικού ΑΕΠ θα οδηγούσε σε επιδείνωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά 0,5% του ΑΕΠ σε σχέση με το σενάριο του Προϋπολογισμού 2022. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση αυτή το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε -4,5% του ΑΕΠ έναντι -4,0% του ΑΕΠ, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε -1,9% του ΑΕΠ έναντι -1,4% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους όρους, ο μειωμένος κατά 1,0% ονομαστικός ρυθμός μεγέθυνσης θα οδηγούσε σε επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης των 0,85 δισ. ευρώ.
Η γενική ρήτρα διαφυγής
Σημειώνεται πάντως, ότι η γενική ρήτρα διαφυγής (general escape clause) θα διατηρηθεί σε ισχύ και το 2022, οπότε δεν υφίσταται άμεσος δημοσιονομικός περιορισμός. Στο πλαίσιο αυτό παρέλκει και η αξιολόγηση τήρησης των ορίων του «Δημοσιονομικού Συμφώνου». Επισημαίνεται, πάντως, ότι η επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων από το 2023 και η διασφάλιση της διαχειρισιμότητας του υψηλού δημοσίου χρέους επιβάλλουν δημοσιονομική εγρήγορση και υπευθυνότητα. Επίσης, η κλιμακούμενη αναθεώρηση των προβλέψεων των δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2022 σε σχέση με τις αντίστοιχες του ΜΠΔΣ 2022-2025 και του προσχεδίου, οφείλεται κυρίως σε πιθανή αναθεώρηση σχετικά με τυχόν έξαρση του επιδημιολογικού φαινομένου το επόμενο έτος, η οποία θα απαιτήσει λήψη νέων μέτρων αντιμετώπισής του. Αφορούν δηλαδή σε πρόβλεψη μη μόνιμου χαρακτήρα που σημαίνει ότι ενδεχόμενος έλεγχος του επιδημιολογικού φαινομένου το επόμενο έτος, θα προκαλέσει συγκράτηση των δαπανών, με θετικό αντίκτυπο στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης.