Όντας πολιτικά ευάλωτο, το ACA έχει ενταχθεί στην Κοινωνική Ασφάλιση και το Medicare στο πάνθεον των αμερικανικών δικαιωμάτων. Να πώς μπορεί ο νέος πρόεδρος να το χρησιμοποιήσει ως μοχλό και τι θα μπορούσε να διορθώσει.
Όταν ο Πρόεδρος Μπαρακ Ομπάμα υπέγραψε το νόμο περί Προσιτής Περίθαλψης το 2010, πολλά από τα μέσα ενημέρωσης χαρακτήρισαν το νομοσχέδιο ως μια τεράστια επέκταση του υπάρχοντος δικτύου κοινωνικής ασφάλισης . Επειδή η επέκταση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ήταν ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του νόμου, εμφανίστηκε κυρίως ότι λειτουργεί προς όφελος των χαμηλών κοινωνικών τάξεων, οι οποίες είχαν περιορισμένη πρόσβαση σε δημόσια περίθαλψη.
Από τότε, ωστόσο, η εθνική εξάρτηση στις παροχές του Obamacare – κυρίως για εκείνους με προϋπάρχουσες παθήσεις – άλλαξε την αντίληψη του κοινού. Το ACA έχει εντάξει σήμερα την Κοινωνική Ασφάλιση και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στο πάνθεον των αμερικανικών δικαιωμάτων: Είναι δημοφιλές και οι Αμερικανοί από όλα τα κοινωνικά στρώματα έχουν βασιστεί στις υπηρεσίες του, ειδικά στη μέση μιας πανδημίας.
Με αυτήν την αλλαγή, το επίτευγμα του Ομπάμα, κάποτε πολιτικά ευάλωτο, έχει γίνει «επικίνδυνο» για τους αμφισβητίες του. Τώρα, την παραμονή της νέας προεδρίας η βελτιωμένη δημόσια εικόνα της ACA δημιουργεί ένα πολιτικό άνοιγμα για τον νεο εκλεγέντα Πρόεδρο Joe Biden να συνεργαστεί με το Κογκρέσο για να επεκτείνει το αρχικό νομοσχέδιο και να προσφέρει περισσότερη κάλυψη σε περισσότερους Αμερικανούς.
Το υπάρχον καθεστώς του Obamacare ως δικαίωμα δίνει ένα νέο είδος πολιτικής δύναμης – και δείχνει έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους οι Δημοκρατικοί τα κατάφεραν στα μεσοπρόθεσμα του 2018 και την εμφανή νίκη του Μπάιντεν στις αρχές του μήνα.
Οι συντηρητικοί εξακολουθούν να επικρίνουν με άνεση προγράμματα που απευθύνονται σε κατώτερα εργατικά στρώματα – κουπόνια φαγητού,σχολικά γεύματα, ασφάλιση ανέργων,επιδόματα – επειδή πολλοί ψηφοφόροι της μεσαίας τάξης τα βλέπουν ως οφέλη προς τρίτους. Όμως, τα δικαιώματα, από τη φύση τους, έχουν μια καθολική αποδοχή, που τα θέτει για τους Ρεπουμλικάνους εκτός πολιτικής αντιπαράθεσης.
Το 2016, ο τότε υποψήφιος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, το είχε αντιληφθεί και διαβεβαίωσε δημόσια ότι δεν θα αγγίξει το Σύστημα Υγείας και την Κοινωνική Ασφάλιση. Αλλά τυφλωμένος από την έχθρα του για τον προκάτοχό του, στη συνέχεια απέτυχε να αντιληφθεί ότι και στο Obamacare, διέβη το Ρουβίκωνα.
Η μεγαλύτερη ειρωνία: Επειδή ο Πρόεδρος Τραμπ επιτέθηκε στο Obamacare τόσο αδυσώπητα, αφήνει την Ουάσινγκτον με το νόμο πολύ πιο ισχυρό πολιτικά από ό, τι ήταν όταν ορκίστηκε ο ίδιος πρόεδρος.
Η πολιτική εξέλιξη του Obamacare είναι αξιοσημείωτη. Και επειδή τόσο πολλοί Αμερικανοί θεώρησαν το νομοσχέδιο ωφέλιμο για την εργατική τάξη χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων (καθώς και τους ανέργους), οι Ρεπουμπλικάνοι θα μπορούσαν να του επιτεθούν, σχεδόν με ατιμωρησία, όπως και έκαναν. Όταν ο Τραμπ ανέλαβε τα καθήκοντά του, πριν από τέσσερα χρόνια, το «πρόγραμμα» δεν ήταν ακόμη δημοφιλές.
Ωστόσο,το Obamacare κέρδισε έδαφος γρήγορα μετά την εκλογή του Τραμπ και τώρα αναδύεται ισχυρότερο με τη λήξη της θητείας του αντίστοιχα. Μετά από χρόνια που ο Τραμπ ασχολείτο με τον νόμο για την υγεία χωρίς να προσφέρει εναλλακτική,η χώρα συνειδητοποίησε ότι τίποτα δεν είχε στην πραγματικότητα γίνει προς την κατεύθυνση της κοινωνικής ευαισθητοποίησης και ότι οι διάφορες διατάξεις του νόμου δεν έχουν καμία σχέση με την «καταστροφολογία» του Trump. Έναν άνθρωπο που δεν φάνηκε καθόλου αξιόπιστος στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης χάνοντας ακόμη περισσότερο στην πορεία.
Με την εμφάνιση δε της Covid-19, ολόκληρα τμήματα του εκλογικού σώματος είδαν πόσο σημαντική ήταν η προστασία.
Πέρα από τον προσωπικό διχασμό του Τραμπ, τίποτα δεν βοήθησε περισσότερο τις μεγάλες νίκες των Δημοκρατικών στα μεσοπρόθεσμα του 2018 από τη δέσμευση του κόμματος να προστατεύσει το Obamacare. Ακόμη και ο Γερουσιαστής Mitch McConnell κατάφερε να αντιληφθεί τον παλμό του εκλογικού σώματος. Όταν ο πρόεδρος πίεσε το Κογκρέσο το 2019 να προσπαθήσει και πάλι να καταργήσει και να αντικαταστήσει το νόμο, ο ΜακΚόνελ απάντησε : «Έκανα σαφές στον [πρόεδρο] ότι η Γερουσία διαφωνεί μαζί του».
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γιατί, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας φέτος, ο Μπάιντεν έφερε την υγειονομική περίθαλψη στο επίκεντρο της καμπάνιας του,σε συνάρτηση μετά τον χαρακτήρα του Τραμπ. Όπως αποδεικνύεται από τις πρόσφατες ερωτήσεις του δικαστή Brett Kavanaugh από την έδρα, σχετικά με αγωγή για την ACA, το συντηρητικό Ανώτατο Δικαστήριο των συντηρητικών θα προτιμούσε επίσης να μην παρέμβει στο Obamacare. Εάν όχι, τα μεσοπρόθεσμα του 2022 ενδέχεται να είναι επανάληψη του 2018.
Αυτό πρέπει να δείξει στους Δημοκρατικούς στα δύο άκρα της Πενσυλβάνια ποια είναι τα τρία κρίσιμα ζητήματα για τους επόμενους μήνες.
Πρώτον, τα στοιχεία του νομοσχεδίου που αποδείχθηκαν τόσο αμφιλεγόμενα πριν από μια δεκαετία – δηλαδή, οι διατάξεις που επέκτειναν την κάλυψη στους εργαζόμενους ανασφάλιστους – τελικά εξασθένησαν για να γίνουν ένα μόνο στοιχείο της ευρύτερης προσφυγής του νόμου. Σήμερα, οι προστασίες για νεαρούς ενήλικες και εκείνους με προϋπάρχουσες συνθήκες έχουν γίνει το προσάρτημα της αμερικανικής εμπειρίας. Οι προοδευτικοί συζητούν συχνά εάν είναι πιο σκόπιμο να στοχεύσουν στα οφέλη ή να τα διευρύνουν. Όπως συμβαίνει συνήθως, ο πιο σίγουρος τρόπος για να βοηθηθούν τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα είναι να συνδεθούν τα οφέλη τους με αυτά που εξυπηρετούν τη μεσαία τάξη.
Αυτό θα μπορούσε να ξεκινήσει με μια νέα προσπάθεια για την ανάπτυξη της επέκτασης της Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης της ACA στις 12 πολιτείες που δεν την έχουν αγκαλιάσει ακόμη. Ας αναλογιστούμε ότι το Obamacare έδωσε αρχικά στις πολιτείες την ευκαιρία να επεκτείνουν (την κρατική διοίκηση και την ομοσπονδιακή επιχορήγηση) Περίθαλψη για τους φτωχούς και εκείνους που ζουν λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας. Το νομοσχέδιο φάνηκε να καλύπτει το πλήρες κόστος για τα πρώτα χρόνια, ζητώντας από τις πολιτείες να πληρώνουν μόνο ένα μικρό ποσό του κόστους κάθε φορά.
Τριάντα οκτώ πολιτείες έχουν αγκαλιάσει την ευκαιρία – αλλά ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι εξακολουθούν να διατηρούν αρνητική στάση. Καθώς οι κυβερνήτες ζητούν ενίσχυση εν μέσω της πανδημικής ύφεσης, ο Πρόεδρος Μπάιντεν θα πρέπει να τους κάνει μια πρόταση που θα ήταν δύσκολο να αρνηθούν : η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, για άλλη μια φορά, να καλύψει το 100 τοις εκατό του κόστους της ενίσχυσης της Ιατρικής Περίθαλψης σε όλες τις πολιτείες.
Με τη ανάγκη επιπλέον οικονομικής ενίσχυσης για όσους πλήττονται από Covid-19, οι Δημοκρατικοί μπορούν να μπουν σε μία διαδικασία win win.
Τέλος, για να αποσυμφορηθούν τα ασφαλιστικά ταμεία , το Κογκρέσο θα πρέπει να περάσει νόμο για μείωση του ορίου ηλικίας όσων έχουν πρόσβαση στο Σύστημα Υγείας από τα 65 στα 58 έτη , ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα παίρνει την πλειοψηφία της Γερουσίας.
Ο Μπάιντεν πρότεινε επίσης να προστεθεί μια δημόσια επιλογή στο ACA – κάτι στο οποίο το Κογκρέσο έφερε αντιρρήσεις πριν από μια δεκαετία, αλλά πλέον αποτελεί το επόμενο λογικό βήμα. Ωστόσο, ίσως να μην είναι ακόμη πολιτικά εφικτό. Εν τω μεταξύ, καθώς αυξάνεται ο αριθμός των ανασφάλιστων Αμερικανών που ανήκουν στη μέση ηλικία, αντιμετωπιζόμενοι ως πολύ νέοι σύμφωνα με το όρια ηλικίας που αναγνωρίζει το τρέχον Υγειονομικό Σύστημα, θα πρέπει ναδημιουργηθεί η ευκαιρία μίας έγκαιρης οικονομικής ενίσχυσης εν είδοι προκαταβολής για το στόχο του «Υγειονομική Ασφάλιση για όλους»
Πριν από μια δεκαετία, πολλοί θα δυσκολευόντουσαν να διαφωνήσουν ότι η πολιτική του Obamacare ήταν μία καλή στρατηγική.
Αλλά μακροπρόθεσμα, όπως λένε, «η αλήθεια θα λάμψει». Μια δεκαετία μετά,η επιβίωση του Obamacare δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση και το μέλλον του δεν ήταν ποτέ πιο πολλά υποσχόμενο. Έχοντας ασφαλίσει εκατομμύρια Αμερικανούς, οι παροχές του έχουν γίνει στεγανά της ζωής της μεσαίας τάξης.
Στην τελετή υπογραφής του νομοσχεδίου, ο τότε αντιπρόεδρος Μπάιντεν χαρακτήρισε το νομοσχέδιο « πολύ μεγάλη υπόθεση ». Ως πρόεδρος, θα έχει την ευκαιρία να το κάνει ακόμα μεγαλύτερο.