Για δεύτερο συνεχόμενο έτος, η κατάρτιση του προϋπολογισμού χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητες και προκλήσεις. Οι οικονομικές διαταραχές, εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης, συνεχίζουν να υφίστανται ενώ νέες προκλήσεις παρατηρούνται από τις τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις στο επίπεδο των τιμών.
Δημοσιονομικές παρεμβάσεις και ελληνική οικονομία – Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης
Σύμφωνα με σχετική ανάλυση του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΟΕΕ), η ελληνική κυβέρνηση, θέλοντας να προστατεύσει και να στηρίξει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, υποχρεώθηκε να προβεί σε αλλαγές των πολιτικών της προτεραιοτήτων αλλά ταυτόχρονα σε διατήρηση του μεταρρυθμιστικού της πλάνου. Η επιβολή περιοριστικών μέτρων στην κίνηση (lockdown) ήταν αναγκαία, με απώτερο σκοπό την προστασία των πολιτών.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την οικονομική δυσπραγία και ακόμα και τη χρεοκοπία πολλών επιχειρήσεων. Για την εξομάλυνση των διαταραχών χρειάστηκε ένα σύμπλεγμα χαλαρής νομισματικής πολιτικής και επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής. Στο παρόν άρθρο εστιάζουμε στη δημοσιονομική πολιτική, που διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην απορρόφηση των κραδασμών και στην ενίσχυση των πολιτών. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Πολιτεία ορθά προχώρησε σε μια πρωτόγνωρη οικονομική στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, με παρεμβάσεις στη χώρα μας που ξεπερνούν τα 43 δισ. ευρώ, για την περίοδο 2020-2022.
Οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις, μαζί με τις υγειονομικές εξελίξεις και την επιτάχυνση του εμβολιασμού, τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης των οικονομιών. Μάλιστα, οι προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας κρίνονται άκρως ενθαρρυντικές, με στόχο την κάλυψη του χαμένου εδάφους το πρώτο εξάμηνο του 2022. Παρόλα αυτά, η αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη φαίνεται να επισκιάζεται από τις πληθωριστικές πιέσεις, με αύξηση των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών. Εδώ η Πολιτεία, χρειάζεται ένα εναλλακτικό σχέδιο με πρόσθετες παρεμβάσεις, αν οι ανατιμήσεις έχουν μεγαλύτερη διάρκεια.
Δημοσιονομικές παρεμβάσεις-η ανάλυσή τους
Στη χώρα μας, από το Μάρτιο του 2020, έχουν εφαρμοστεί αυστηρά περιοριστικά μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας και αναστολής λειτουργίας κλάδων επιχειρήσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αποτέλεσμα αυτών των περιορισμών, από μακροοικονομικής πλευράς, είναι η καταγραφή υψηλού ποσοστού ύφεσης για το 2020, της τάξεως του 9% του ΑΕΠ. Η υγειονομική κρίση άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια της, τόσο στην πλευρά της ζήτησης, με συρρίκνωση των εξαγωγών όσο και την πλευρά της προσφοράς, με απώλειες στους τομείς των υπηρεσιών. Οι συνέπειες της πανδημίας για την ελληνική επιχειρηματικότητα και τα νοικοκυριά ήταν δραματικές, αλλά περιορίστηκαν αισθητά από τις παρεμβάσεις που λήφθηκαν από την ελληνική Πολιτεία.
Μάλιστα σύμφωνα και με την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, τα μέτρα που ελήφθησαν είχαν θετική συμβολή στη μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ, η οποία εκτιμάται σε 7,1 ποσοστιαίες μονάδες για το 2020 και σε 4,8 ποσοστιαίες μονάδες για το 2021. Η συνολική αξία των μέτρων που έχουν ληφθεί για την απορρόφηση των κραδασμών από την Κυβέρνηση, ξεπερνάει τα 43 δισ. ευρώ, με ένα ποσό της τάξεως των 16,9 δισ. ευρώ να έχει υπολογισθεί για το 2021 και 3,3 δισ. ευρώ για το 2022. Αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, αφού πολλοί οικονομολόγοι αλλά και διεθνείς οργανισμοί έχουν επισημάνει τους κινδύνους από την απότομη διακοπή της δημοσιονομικής επέκτασης και επιστροφή στη συσταλτική πολιτική.
Το δημοσιονομικό κόστος των παρεμβάσεων για τη περίοδο 2021-2022 ανέρχεται στο ποσό των 19,1 δισ. ευρώ. Από τα 19,1 δισ. ευρώ, 5.731 εκατ. ευρώ αφορούν τη μείωση των εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης, εκ των οποίων 3.693 εκατ. ευρώ για το 2021 και 2.038 εκατ. ευρώ για το 2022. Επίσης, 13.367 εκατ. ευρώ αφορούν την αύξηση των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης, εκ των οποίων 12.108 εκατ. ευρώ για το 2021 και 1.259 εκατ. ευρώ για το 2022. Οι χρηματοδοτήσεις των παρεμβάσεων στο σκέλος των δαπανών προέρχονται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (3.360 εκατ. ευρώ) και από τον τακτικό προϋπολογισμό (10.007 εκατ. ευρώ).
Αυτές αφορούν παρεμβάσεις οι οποίες προέρχονται από το σκέλος των εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης (ταμειακή βάση), με τις κύριες να είναι η μείωση κατά τρείς ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, η αναστολή της καταβολής της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα καθώς και η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ σε συγκεκριμένες κατηγορίες. Επίσης, μία σημαντική παρέμβαση οι οποία περιλαμβάνεται στο συγκεκριμένο σκέλος και αφορά το έτος 2021, είναι η μείωση της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων που επλήγησαν από την πανδημία Covid-19.
To ύψος όλων αυτών των παρεμβάσεων ανέρχεται στο ποσό των 3.693 εκατ. ευρώ για το 2021 και 2.038 εκατ. ευρώ το 2022. Όσον αφορά το σκέλος των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης (ταμειακή βάση), οι σημαντικότερες παρεμβάσεις αφορούν την Χρηματοδότηση των επιχειρήσεων με τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής (αφορά το 2021), την αποζημίωση ειδικού σκοπού των εργαζομένων των οποίων οι συμβάσεις τίθενται σε προσωρινή αναστολή (αφορά κυρίως το 2021), την κάλυψη από τον κρατικό προϋπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών επί του ονομαστικού μισθού, των εργαζομένων των οποίων οι συμβάσεις τίθενται σε αναστολή (αφορά το 2021) καθώς και η κάλυψη των αυξημένων υγειονομικών δαπανών λόγω της πανδημίας.
Το ύψος του συγκεκριμένου σκέλους των παρεμβάσεων ανέρχεται στα 11.931 εκατ. ευρώ για το 2021 και στα 1.259 εκατ. ευρώ για το 2022.
Περαιτέρω, ποσό ύψους 1.093 εκατ. ευρώ αφορά σε παρεμβάσεις με δημοσιονομική επιβάρυνση που προέρχονται από την πρόβλεψη για μη αποπληρωμή από τις επιχειρήσεις ενός ποσοστού από τις επιστρεπτέες προκαταβολές που δόθηκαν εντός του 2020 και ποσό ύψους 230 εκατ. ευρώ αφορά παρεμβάσεις για μόχλευση δανείων πολύ μικρών επιχειρήσεων που χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Η συνολική αξία όλων αυτών των παρεμβάσεων ανέρχεται στο ποσό των 16.947 εκατ. ευρώ για το 2021 και στο ποσό των 3.297 εκατ. ευρώ για το 2022.
Οι προκλήσεις για το μέλλον
Σύμφωνα με το ΟΕΕ, όλες οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις, διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο, προκειμένου η ελληνική οικονομία να μην οδηγηθεί για άλλη μία φορά σε βαθιά ύφεση αλλά αντιθέτως να περιορίσει τις όποιες απώλειες σε σχετικά χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με αυτές της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ισπανίας.
Η εμπειρία της προηγούμενης δεκαετίας, με τα προγράμματα προσαρμογής, βοήθησε ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να λάβει πιο γρήγορα αποφάσεις και να στηρίξει τις οικονομίες, δείχνοντας την αλληλεγγύη της, που έλειπε τα προηγούμενα έτη. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία είναι πολλαπλές καθώς πέραν της υγειονομικής κρίσης, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν και οι διεθνείς προκλήσεις όπως οι πληθωριστικές πιέσεις και οι πρόσφατες ενεργειακές ανατιμήσεις.
Αναμφίβολα, η επιστροφή στην ανάπτυξη, με την επίτευξη υψηλών ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ, είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, το οποίο θα πρέπει να συνεχιστεί, με τη συνέχιση στοχευμένων δημοσιονομικών παρεμβάσεων προκειμένου να αντιμετωπιστούν οποιεσδήποτε προκλήσεις θα προκύψουν και οι οποίες θα στηρίξουν τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Η αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης κρίνεται απαραίτητη, με στόχο να δίνεται η δυνατότητα στα κράτη να ασκούν εν μέρει μια αυτόνομη δημοσιονομική πολιτική αλλά και η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, δηλαδή η διασφάλιση της απρόσκοπτης εξυπηρέτησής του, αφού σύντομα θα φανούν οι επιπτώσεις της αύξησης του δανεισμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας.