Η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 επέφερε σημαντικές αποπληθωριστικές πιέσεις, με αποτέλεσμα ο ρυθμός μεταβολής του γενικού επιπέδου των τιμών στην Ελλάδα το 2020 και μέχρι σήμερα να είναι αρνητικός.

Παράλληλα αυξήθηκε η αβεβαιότητα σχετικά με τη μελλοντική πορεία του πληθωρισμού, όπως προκύπτει μεταξύ άλλων από έρευνες πεδίου για τη ζώνη του ευρώ, όπως επισημαίνει σε σχετική ανάλυση η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ).

Η αυξημένη οικονομική αβεβαιότητα επηρεάζει τις οικονομικές αποφάσεις των ατόμων και των επιχειρήσεων, επιφέροντας δυνητικά σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα και δυσχεραίνοντας την άσκηση οικονομικής πολιτικής. Αντίστοιχα, η αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά την πορεία του πληθωρισμού αποτελεί τροχοπέδη για την άσκηση νομισματικής πολιτικής, επιδρώντας αρνητικά στην αποτελεσματικότητά της, αφού υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να επηρεάζει τον ίδιο το ρυθμό μεταβολής των τιμών.

Η τρέχουσα αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού αντανακλά αντίρροπες τάσεις στην οικονομία.

Ειδικότερα, τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις έχουν περιορίσει σημαντικά την κατανάλωσή τους, αφενός λόγω του ότι τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης την καθιστούν δυσχερή και αφετέρου λόγω της μεγάλης μείωσης των εισοδημάτων που παρατηρείται σε αρκετούς κλάδους, μέρος της οποίας ίσως δεν είναι προσωρινό.

Παράλληλα έχει αυξηθεί σημαντικά η αποταμίευση λόγω των περιοριστικών μέτρων που αύξησαν την αναγκαστική αποταμίευση καθώς και για λόγους πρόνοιας, με αποπληθωριστικό αντίκτυπο στην οικονομία.

Από την άλλη πλευρά εκφράζεται ο προβληματισμός ότι η υιοθέτηση πληθώρας έκτακτων μέτρων επεκτατικής νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής κατά την περίοδο της πανδημίας ίσως δημιουργήσει πληθωριστικές πιέσεις, όταν η οικονομία αρχίσει σταδιακά να ανακάμπτει. Προκύπτει συνεπώς το ερώτημα κατά πόσον η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού επηρεάζει το ίδιο το επίπεδό του και, αν ναι, μέσω ποιου μηχανισμού.

Όπως παρατηρεί στην ανάλυσή της η ΤτΕ, η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία των τιμών λαμβάνει τις υψηλότερες τιμές της κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και της ελληνικής κρίσης δημόσιου χρέους. Ύστερα από μια δεύτερη περίοδο σχετικά αυξημένης αβεβαιότητας, με κορύφωση την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, ακολουθεί ταχεία αποκλιμάκωση της αβεβαιότητας σχετικά με τον πληθωρισμό, καθώς η ελληνική οικονομία επανέρχεται σταδιακά σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και ο πληθωρισμός καταγράφει θετικές τιμές.

Ωστόσο, η ευνοϊκή αυτή τάση διακόπτεται με το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, που οδήγησε σε εκ νέου σημαντική αύξηση της αβεβαιότητας σε σχέση με τον πληθωρισμό, η οποία πάντως φαίνεται να αποκλιμακώνεται κατά τους τελευταίους μήνες του δείγματος.

Η ευαισθησία του πληθωρισμού στην αβεβαιότητα

Ο διαχρονικά μεταβαλλόμενος εκτιμώμενος συντελεστής ευαισθησίας του πληθωρισμού στην αβεβαιότητα για τον πληθωρισμό αντανακλά πώς το εκάστοτε επίπεδο αβεβαιότητας επηρεάζει το ρυθμό αύξησης του επιπέδου των τιμών.Η επίδραση της αβεβαιότητας στον πληθωρισμό είναι ως επί το πλείστον μη στατιστικά σημαντική. Ο εκτιμώμενος συντελεστής ευαισθησίας είναι για μια μικρή πε

ρίοδο θετικός και στατιστικά σημαντικός, αντανακλώντας το γεγονός ότι, πριν από την ένταξη της Ελλάδος στην ΟΝΕ, υπήρχε σχετικά αυξημένη αβεβαιότητα όσον αφορά το επίπεδο του πληθωρισμού, η οποία ασκούσε πληθωριστικές πιέσεις.

Παρατηρείται ωστόσο μια εμφανής δομική αλλαγή από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση περίπου και μετά, καθώς ο συντελεστής ευαισθησίας του πληθωρισμού στην αβεβαιότητα γίνεται αρνητικός. Σε αυτό το διάστημα, εκτιμάται στατιστικά διάφορος του μηδενός για δύο υποπεριόδους.

Η πρώτη είναι μεταξύ δ΄ τριμήνου 2012 και α΄ τριμήνου 2016, δηλ. πριν και κατά τη διάρκεια της επιβολής των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, περίοδος κατά την οποία η οικονομία επανειλλημένα συρρικνώθηκε, και η δεύτερη είναι η τρέχουσα περίοδος της πανδημίας COVID-19. Σε αυτά τα διαστήματα, μια αύξηση της αβεβαιότητας για τον πληθωρισμό επιδρά στατιστικά σημαντικά και αρνητικά στο επίπεδο του πληθωρισμού, λειτουργεί δηλαδή αποπληθωριστικά.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, ενδεχομένως το εύρημα αυτό υποδηλώνει ότι η πρόσφατα αυξημένη αβεβαιότητα για τον πληθωρισμό αντανακλά κυρίως τον κίνδυνο περαιτέρω αποπληθωρισμού (downside risk) και λιγότερο τον κίνδυνο απροσδόκητης ανάκαμψής του, και γι’ αυτό πυροδοτεί και η ίδια μια περαιτέρω μείωση του πληθωρισμού.

Ο ακριβής μηχανισμός μέσω του οποίου η αβεβαιότητα για τον πληθωρισμό επιδρά στον πληθωρισμό δεν είναι γνωστός, είναι όμως πιθανόν να πρόκειται για μηχανισμό ανατροφοδότησης διαμέσου των προσδοκιών.

Γνωρίζοντας τον κίνδυνο περαιτέρω αποπληθωρισμού, οι καταναλωτές ίσως λειτουργούν κατά τρόπο που τον εντείνει, περιορίζοντας δηλαδή την καταναλωτική και επενδυτική τους δαπάνη για λόγους πρόνοιας, αφού διαβλέπουν πιθανή μελλοντική κάμψη των τιμών και συνεπώς οικονομική συρρίκνωση.

Μια τέτοια οικονομική συμπεριφορά θα μπορούσε να ερμηνεύσει το εύρημα του αρνητικού και στατιστικά σημαντικού συντελεστή ευαισθησίας του πληθωρισμού στην αβεβαιότητα κατά τις πρόσφατες περιόδους κρίσης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ένας τέτοιος μηχανισμός διαφαίνεται μόνο σε περιόδους κατά τις οποίες η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα ήταν ταχεία και οι προσδοκίες πολύ αρνητικές και όχι κατά την περίοδο 2008-2009, όταν η ύφεση ήταν μικρότερη.

Συνάγεται συνεπώς ότι η συστηματική προσπάθεια από πλευράς του Ευρωσυστήματος να κατευθύνει τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό και να περιορίσει τη σχετική αβεβαιότητα είναι σημαντική για την ίδια την πορεία του πληθωρισμού και, σε περιόδους έντονων αρνητικών προσδοκιών για την πραγματική οικονομία και το επίπεδο των τιμών, μπορεί να συμβάλει στην αποτροπή της περαιτέρω επιδείνωσης ήδη υφιστάμενων συνθηκών ύφεσης και αποπληθωρισμού.

Ο περιορισμός της αβεβαιότητας σχετικά με τον πληθωρισμό, η εμπέδωση δηλαδή της εμπιστοσύνης στη νομισματική αρχή, αποτελεί αφ’ εαυτής μια μορφή επεκτατικής νομισματικής πολιτικής σε περιόδους στασιμότητας και αποπληθωρισμού, διευκολύνοντας τη σταθεροποίηση του επιπέδου των τιμών.

Συνεπώς, τα έκτακτα μέτρα νομισματικής πολιτικής που έλαβε το Ευρωσύστημα κατά τη διάρκεια της πανδημίας με σκοπό τη διατήρηση της τραπεζικής ρευστότητας και των πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία πιθανόν δρουν και μέσω της μείωσης της αβεβαιότητας για τον πληθωρισμό. Ενδεχομένως μάλιστα συνέβαλαν στη μείωση της αβεβαιότητας, αλλά και στην ελαφρά κάμψη της ευαισθησίας του πληθωρισμού που καταγράφεται κατά τους τελευταίους μήνες.

Τα συμπεράσματα της ΤτΕ

Εν κατακλείδι, η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού επιδρά κατά περιόδους στο ίδιο το επίπεδο του πληθωρισμού και η κατεύθυνση της επίδρασης μεταβάλλεται διαχρονικά. Η αβεβαιότητα για τον πληθωρισμό αυξήθηκε ιδιαίτερα στην περίοδο της πανδημίας, με αποπληθωριστικές επιπτώσεις.

Η εφαρμογή μέτρων διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής από το Ευρωσύστημα, σε συνδυασμό με τα μέτρα επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής από την ελληνική κυβέρνηση, φαίνεται ότι επέδρασαν θετικά, καθώς πρόσφατα παρατηρείται σταδιακή αποκλιμάκωση της αβεβαιότητας σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού, σε μια περίοδο μάλιστα κατά την οποία η ευαισθησία του πληθωρισμού στο βαθμό αβεβαιότητας είναι στατιστικά σημαντική.

Ωστόσο, η διατάραξη της οικονομικής δραστηριότητας λόγω της πανδημίας COVID-19 και η συνακόλουθη αβεβαιότητα αναμένεται να επιμείνουν για αρκετούς μήνες. Παρότι ο ρυθμός μεταβολής των τιμών αναμένεται να αρχίσει σταδιακά να ανακάμπτει, η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία του ίσως συνεχίσει να ασκεί αποπληθωριστικές πιέσεις στο άμεσο μέλλον.

 

Στο υψηλότερο επίπεδο από το 1991 ο πληθωρισμός!