Ο πόλεμος που συνεχίζεται, το ενεργειακό κόστος και ο πληθωρισμός ανατρέπουν τους σχεδιασμούς των τραπεζών σε δύο επίπεδα:

Βλέπουν τον εφιάλτη των «κόκκινων» δανείων να επιστρέφει.

Και την ίδια ώρα πατάνε φρένο οι νέες εκταμιεύσεις, ειδικά στο κομμάτι της λιανικής, τομέα στον οποίο πόνταραν για ενίσχυση των εσόδων και της κερδοφορίας τους.

Ενώ ανατροπές υπάρχουν και στα επενδυτικά σχέδια που ήταν ώριμα προς χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Τι τρομάζει περισσότερο τους τραπεζίτες;

Όπως λένε η κατάσταση είναι δύσκολη σε πολλούς τομείς. Ευελπιστούν σε σύντομη εξομάλυνση σε ό,τι έχει να κάνει με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Διαφορετικά θα χρειαστεί να προχωρήσουν στην αναθεώρηση των στόχων που είχαν για το 2022.

Οι τραπεζίτες παραδέχονται πως τον Μάρτιο σταμάτησε η ροή νέων αιτημάτων για χορήγηση στεγαστικών δανείων.

«Τα δάνεια που εκταμιεύουμε αφορούν αιτήματα αφορούν αιτήματα του Δεκεμβρίου και Ιανουαρίου», λένε και σημειώνουν πως περιορισμένα είναι και τα αιτήματα για τα «γρήγορα καταναλωτικά» δάνεια, τα fast loans. Τα νοικοκυριά ζητούν ποσά από 2.000-5.000 ευρώ για να καλύψουν τρέχουσες ανάγκες.

Καλύτερη είναι η εικόνα στα small business δάνεια –που υπάγονται στο κομμάτι της λιανικής– καθώς οι μικρές επιχειρήσεις σπεύδουν να δανειστούν για να προμηθευτούν πρώτες ύλες και εμπορεύματα, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη λειτουργία τους. Τις γραμμές χρηματοδότησης που έχουν στις τράπεζες χρησιμοποιούν και ανανεωνουν συνεχώς οι μεγάλες επιχειρήσεις.

Αλλά και σε ό,τι αφορά τα επενδυτικά σχέδια, που επρόκειτο να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης, παρατηρούνται δύο τάσεις.

Τα μεγάλα έργα οδεύουν –έστω με μικρές καθυστερήσεις– προς χρηματοδότηση. Εργα που αφορούν κυρίως τους τομείς της ενέργειας, υποδομών και τουρισμού.

Αντίθετα, πιο επιφυλακτικές είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες προτιμούν να περιμένουν, μέχρι να υπάρξει εξομάλυνση της κατάστασης στο πεδίο των πολεμικών συρράξεων.

Οι επιχειρηματίες μετράνε τις επιπτωσεις από το αυξημένο ενεργειακό κόστος, ενώ σύντομα θα πρέπει να καλύψουν και αυξήσεις στο μισθολογικό κόστος.

Από την πλευρά τους οι τραπεζίτες γνωρίζουν πως:

-Η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με ένα σοβαρό οικονομικό σοκ αβέβαιης διάρκειας και μεγέθους.

– Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας τροφοδοτούν ήδη τις υφιστάμενες πληθωριστικές πιέσεις και είναι πραγματικός ο κίνδυνος του στασιμοπληθωρισμού.

-Τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά είναι τα πρώτα που υποφέρουν από τις αυξήσεις των τιμών, ακόμη και στις περισσότερο προηγμένες, οικονομικά, χώρες. Και ελπίζουν ότι οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και επιχειρήσεων θα περιορίσουν τη δημιουργία νέων «κόκκινων» δανείων.

Ταμείο Ανάκαμψης: Πώς θα χορηγήσουν τα δάνεια οι τράπεζες

Ο νέος εφιάλτης

Οι τραπεζίτες βρίσκονται και πάλι σε αυξημένη επιφυλακή. Τρέμουν την προοπτική να βρεθούν και πάλι αντιμέτωποι με νεα «κόκκινα» δάνεια, την ώρα που συνεχίζουν την προσπάθεια να απαλλαγούν πλήρως από τα παλαιά προβληματικά δάνεια.

Σήμερα υπάρχουν δάνεια ύψους 24 δισ. ευρώ, τα οποία βρίσκονται σε μία «γκρίζα» ζώνη. Τα 15,3 δισ. ευρώ είναι ρυθμισμένα δάνεια και τα 9 δισ. ευρώ δάνεια που βρίσκονται ακόμα σε κάποια μορφή στήριξης.

Η δημιουργία νέων προβληματικών δανείων απασχολεί και την Τράπεζα της Ελλάδος και κυρίως το γεγονός ότι τα ρυθμισμένα δάνεια σκάνε σε σύντομο χρόνο από τη ρύθμισή τους.

Στην τελευταία Έκθεση του Διοικητή Γιάννη Στουρνάρα αναφέρεται χαρακτηριστικά πως: «υψηλό ποσοστό δανείων σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε πάλι καθυστέρηση. Εκτιμάται ότι, λόγω της πανδημίας αλλά και των επιπτώσεων του υψηλού πληθωρισμού, επιπλέον ποσοστό ρυθμισμένων δανείων ενδέχεται να καταγραφεί ως μη εξυπηρετούμενο το 2022. Απαιτείται επομένως εντατικότερη προσπάθεια περαιτέρω μείωσης των ΜΕΔ, όταν μάλιστα δεν έχει ακόμη καταγραφεί η πλήρης επίδραση της πανδημικής κρίσης και του πληθωρισμού στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών».

Ανατροπή σκηνικού

Διότι ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση και η εκτίναξη του πληθωρισμού ανατρέπουν το σκηνικό και επιβάλλουν την αναθεώρηση των πλάνων.

Να σημειωθεί ότι το ποσοστό των προβληματικών δανείων υποχώρησε στο 12,8% –στα 18,4 δισ. ευρώ– στο τέλος του 2021, με τον μέσο όρο σε επίπεδο Ε.Ε. να είναι στο 2,1%. Σύμφωνα με την έκθεση είναι περίπου ισόποση η κατανομή μεταξύ δανειακών συμβάσεων που έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, δανείων αβέβαιης είσπραξης (unlikely to pay) και δανείων σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών τα οποία δεν έχουν ακόμη καταγγελθεί.

Υψηλά είναι τα ποσοστά «κόκκινων» στα δάνεια των ελεύθερων επαγγελματιών, των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Καλύτερη είναι η εικόνα στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων και στο χαρτοφυλάκιο των ναυτιλιακών δανείων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η έκθεση της ΤτΕ, με βάση την κλαδική ανάλυση, στους τρεις κλάδους με το υψηλότερο υπόλοιπο δανείων, δηλαδή το εμπόριο, τη μεταποίηση και τις κατασκευές, ο δείκτης ΜΕΔ ανήλθε σε 16,7%, 13,1% και 20,8% αντίστοιχα, ενώ σε κλάδους συναφείς με τον τουρισμό, όπως των καταλυμάτων και της εστίασης, ανήλθε σε 15,4% και 31,5% αντίστοιχα.