Tο ΠΑΣΟΚ καταγγέλλει, με ανακοίνωση του, ότι «ακόμη μία χαμένη ευκαιρία για την αντιμετώπιση του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους», αναφορικά με το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τα δάνεια, ενώ κατηγορεί την κυβέρνηση για «εμμονή σε αποτυχημένα εργαλεία και πρακτικές».

Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ:

«Σε μία περίοδο που η ακρίβεια και τα υψηλά επιτόκια δημιουργούν ασφυκτικές συνθήκες για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, διογκώνοντας ακόμη περαιτέρω τα ληξιπρόθεσμα χρέη και το ιδιωτικό χρέος, το Σχέδιο νόμου της Κυβέρνησης για «Δάνεια: Διαφάνεια, ανταγωνισμός, προστασία των ευάλωτων – Ενσωμάτωση Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167» που αναρτήθηκε για διαβούλευση μακράν απέχει από τους σκοπούς που στον τίτλο του διακηρύσσει. Παρά τις προσδοκίες που επικοινωνιακά και, όπως αποδεικνύεται, με ανακρίβειες καλλιέργησε η Κυβέρνηση, ελάχιστες είναι οι παρεμβάσεις για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητες δυσχέρειες στην εξυπηρέτησή των χρεών τους. Η πραγματικότητα είναι ότι η Κυβέρνηση αφήνει ακόμη μία ευκαιρία για την αντιμετώπιση του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους να πάει χαμένη. Έτσι, η Κυβέρνηση με το Σ/Ν:

Ενσωματώνει την Οδηγία 2021/2167 για τους διαχειριστές και αγοραστές πιστώσεων, παραλείποντας το σημαντικότερο για τους δανειολήπτες μέρος της, εκείνο δηλαδή που καλεί τα κράτη-μέλη να υποχρεώσουν τα funds και τους servicers σε μέτρα ανοχής και ρύθμισης των χρεών, ιδίως όταν απειλείται με πλειστηριασμό η κύρια κατοικία. 

Εξακολουθεί να επιμένει σε έναν εξωδικαστικό μηχανισμό, όπου οι πιστωτές δεν υποχρεούνται ούτε να συμμετέχουν ούτε, στην πραγματικότητα, να αιτιολογούν την απουσία ρεαλιστικής πρότασης, δίχως να αντιμετωπίζουν γι’ αυτό οποιαδήποτε συνέπεια.

Παραπέμπει τους δανειολήπτες στον Κώδικα Δεοντολογίας του Ν. 4224/2013, ωσάν να μην έχει αντιληφθεί ότι στην πράξη αυτός έχει αχρηστευθεί, εξαιτίας της αδράνειάς της να δεσμεύσει τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης σε ρύθμιση της οφειλής με βάση τις αρχές και τα μέσα που προβλέπει ο Κώδικας και να καθιερώσει προστασία και δυνατότητα προσφυγής για τον δανειολήπτη όταν δεν του παρέχεται αντίστοιχη ρύθμιση. 

Εξακολουθεί να προσδιορίζει τους «ευάλωτους δανειολήπτες» με κριτήρια που αποκλείουν τη συντριπτική πλειοψηφία των αδύναμων νοικοκυριών. Όμως και όσοι από τους ευάλωτους αυτούς ενταχθούν τελικά σε ρύθμιση, αυτό συμβαίνει με όρους που με βάση το εισόδημά τους θα είναι απίθανο να εξυπηρετήσουν.

Τα κρίσιμα ζητήματα όσον αφορά την άσκηση του δικαιώματος μιας μικρής μειοψηφίας για επαναπόκτηση της κύριας κατοικίας παραπέμπονται σε υπουργική απόφαση, προκειμένου προφανώς η ρύθμιση να συνδεθεί με τη διασφάλιση της κερδοσκοπίας των εταιρειών (funds) που θα αναλάβουν το φορέα ακινήτων.

Η υπόσχεσή της για το αυτονόητο, ότι δηλαδή οι δανειολήπτες θα ενημερώνονται από τους διαχειριστές για την εξέλιξη της οφειλής τους, ώστε να μπορούν να ελέγχουν και το ύψος στο οποίο έχει αυτή διαμορφωθεί, δεν προκύπτει να διασφαλίζεται από το σχέδιο νόμου.

Η Κυβέρνηση εμφανίζει ως νέα νομοθετική πρωτοβουλία την εμμονή της σε αποτυχημένα εργαλεία και πρακτικές. Κάθε φορά, μονότονα και προβλέψιμα πια, περιορίζεται να επιφέρει σε αυτά μικροβελτιώσεις, που σκοπό τελικά έχουν να κρύβουν την απουσία ουσιαστικής πολιτικής προστασίας για τους αδύναμους δανειολήπτες, οι οποίοι μόνο απογοήτευση βιώνουν από τη μέχρι σήμερα εφαρμογή τους. Οι μόλις 200 ευάλωτοι δανειολήπτες που έχουν αιτηθεί την προστασία της κατοικίας τους στο ενδιάμεσο πρόγραμμα και τα 3,5 δισ. χρεών αβέβαιων μάλιστα, ως προς τη βιωσιμότητά τους, ρυθμίσεων στα τρία έτη λειτουργίας του εξωδικαστικού μηχανισμού, όταν δεκάδες χιλιάδες πλειστηριασμοί είναι σε εξέλιξη και το ιδιωτικό χρέος φτάνει τα 260 δισ., το επιβεβαιώνουν.

Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής έχει δεσμευτεί με ένα ολιστικό σχέδιο για την αντιμετώπιση του τεράστιου κοινωνικού προβλήματος του ιδιωτικού χρέους και έχει καταθέσει, άλλωστε, προς την κατεύθυνση αυτή συγκεκριμένες νομοθετικές προτάσεις, όπως 

– την προστασία της κύριας κατοικίας και της αξιοπρεπούς διαβίωσης των νοικοκυριών που αποδεδειγμένα βρίσκονται σε δυσχέρειες αποπληρωμής,

– την θέσπιση δεσμευτικών κανόνων που θα υποχρεώνουν τα funds σε ρεαλιστικές και βιώσιμες ρυθμίσεις,

– την προστασία της αγροτικής περιουσίας,

– την εισαγωγή ενός πτωχευτικού δικαίου που θα δίνει έμφαση στην εξυγίανση και διάσωση των επιχειρήσεων,

– τη δημιουργία αποτελεσματικών εξωδικαστικών μηχανισμών διευθέτησης των χρεών, με την παραγωγή κινήτρων αλλά και πρόβλεψη κυρώσεων για τους πιστωτές που δεν συμμετέχουν με ουσιαστικές προτάσεις σε αυτές,

– την επιβολή κανόνων δεοντολογίας στους servicers των δανείων, ώστε να έχουν οι οφειλέτες αξιοπρεπή μεταχείριση και προστασία των δικαιωμάτων τους, και όχι μόνο ως προς την ενημέρωση για την οφειλή τους,

– τη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο και ασφαλιστικά σε 120 δόσεις, με διαγραφή του 30% της οφειλής, εφόσον τηρείται η ρύθμιση

– την προαγωγή των κανόνων υπεύθυνου δανεισμού μέσα στις τράπεζες, τον περιορισμό των πωλήσεων των δανείων, τη χορήγηση στους δανειολήπτες του δικαιώματος προαίρεσης στην αγορά του δανείου τους,

– την προστασία των δανειοληπτών από αδιαφανείς πρακτικές και τις υπέρμετρες αυξήσεις των επιτοκίων.

– την αντιμετώπιση αδικιών του παρελθόντος και των αδιεξόδων στα οποία έχουν οδηγηθεί εξαιτίας αυτών νοικοκυριά, όπως με τη δίκαιη κατανομή του συναλλαγματικού κινδύνου στα δάνεια με ελβετικό φράγκο, τη βελτίωση της θέσης των εγγυητών κ.ά.».

Διαβάστε ακόμη: