Ξένα κεφάλαια, που υπερβαίνουν τα 16 δις. ευρώ, εισέρευσαν στα ελληνικά assets, ομόλογα και μετοχές, μετά την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας και τις συνεχείς αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Δημοσίου.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, που καταγράφονται στην έκθεση για τη νομισματική πολιτική που δόθηκε την περασμένη Πέμπτη στη δημοσιότητα, μετά την ανάκτηση της αξιολόγησης επενδυτικής κατηγορίας, το 2024, έχουν εισρεύσει στο Χρηματιστήριο Αθηνών περί τα 11 δις. ευρώ κεφάλαια, ενώ στα ελληνικά ομόλογα οι εισροές ανέρχονται στα 5,5 δις. ερυώ.
Οι αναλυτές της ΤτΕ σημειώνουν ότι «η κρατική πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδος έχει αναβαθμιστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με περαιτέρω θετικές εξελίξεις να συντελούνται το 2024 και το 2025».
Συγκεκριμένα, όλοι οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης που είναι αποδεκτοί με βάση το πλαίσιο εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος (δηλ. οι Fitch, Moody’s, Morningstar DBRS, Scope Ratings και S&P) έχουν πλέον αποδώσει κρατική πιστοληπτική αξιολόγηση για την Ελλάδα εντός της επενδυτικής κατηγορίας.
11 δις κεφάλαια εισέρευσαν στο ΧΑ
Αναλυτικότερα οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών ακολούθησαν σε σημαντικό βαθμό τις διεθνείς εξελίξεις, συνεχίζοντας την ανοδική τους πορεία στις αρχές του 2025, ενώ η σημαντική υποχώρηση που καταγράφηκε στις αρχές Απριλίου, λόγω της αναταραχής στις διεθνείς αγορές, αντιστράφηκε στη συνέχεια σε μεγάλο βαθμό (μεταβολή γενικού δείκτη από την αρχή του 2025: +25,1%).
Σε αυτό το περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, το επίπεδο της μεταβλητότητας τους πέντε πρώτους μήνες του 2025 αυξήθηκε, με την ετησιοποιημένη μεταβλητότητα των ημερήσιων αποδόσεων το διάστημα 1.1-5.6.2025 να βρίσκεται στο 23%, καταγράφοντας αύξηση κατά 10 μονάδες σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024.
Σε κλαδικό επίπεδο, τη θετική επίδοση του γενικού δείκτη από την αρχή του 2025 στήριξαν οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών, ενώ οι περισσότεροι κλάδοι κατέγραψαν θετικές αποδόσεις.
Η σημαντική ενίσχυση της ζήτησης ελληνικών αξιογράφων εκ μέρους διεθνών επενδυτών έχει οδηγήσει σε αύξηση των επενδυτικών θέσεων σε ελληνικές μετοχές κατά 11 δισεκ. ευρώ από το α΄ τρίμηνο του 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Επενδυτικής Θέσης, διευκολύνοντας μεταξύ άλλων τη χρηματοδότηση ελληνικών εταιριών μέσω του χρηματιστηρίου.
Αυξήσεις κεφαλαίου 530 εκατ. ευρώ
Έτσι, από τις αρχές του 2025 καταγράφηκαν τρεις εισαγωγές και τρεις διαγραφές στην κύρια αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ενώ πραγματοποιήθηκε μεγαλύτερο ύψος αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου από εισηγμένες εταιρίες του μη χρηματοπιστωτικού τομέα.
Συμπεριλαμβανομένων των νέων εισαγωγών, το συνολικό ύψος των κεφαλαίων που αντλήθηκαν το διάστημα Ιανουαρίου-Μαΐου 2025 ήταν 531,4 εκατ. ευρώ, έναντι 240,8 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Τέλος, η συναλλακτική δραστηριότητα στο Χρηματιστήριο Αθηνών (μέσος ημερήσιος όγκος συναλλαγών) ανήλθε σε 196 εκατ. ευρώ από τις αρχές του 2025, ενισχυμένη κατά 35% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Έκρηξη ζήτησης για ελληνικά ομόλογα
Την ίδια στιγμή αποτελεί επενδυτικό θέσφατο ότι οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των τοποθετήσεων από μεγάλους διεθνείς επενδυτές.
Έτσι, η ζήτηση ελληνικών κρατικών ομολόγων εκ μέρους διεθνών επενδυτών έχει ενισχυθεί, ήδη αφότου διαφάνηκε η προοπτική αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική κατηγορία, με αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση των επενδυτικών θέσεων σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.
Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία της Διεθνούς Επενδυτικής Θέσης, από το α΄ τρίμηνο του 2023, δηλ. λίγο πριν την πρώτη αναβάθμιση στη επενδυτική κατηγορία, έως το δ΄ τρίμηνο του 2024, οι θέσεις διεθνών επενδυτών σε ελληνικά κρατικά ομόλογα έχουν αυξηθεί κατά 5,5 δισεκ. ευρώ.
Σε επίπεδα προ κρίσης χρέους οι αποδόσεις
Συνεπώς, οι αναβαθμίσεις, καθώς αυξάνουν τη ζήτηση ελληνικών τίτλων, ασκούν μειωτική επίδραση στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, μέσω της μείωσης της συνιστώσας πιστωτικού κινδύνου των ελληνικών ομολόγων. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι οι διαφορές αποδόσεων των ΟΕΔ έναντι άλλων κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης έχουν περιοριστεί και βρίσκονται σε επίπεδα συγκρίσιμα με εκείνα προ της κρίσης χρέους.
Συγκεκριμένα, η διαφορά αποδόσεων (spread) του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έναντι του αντίστοιχου γερμανικού τίτλου ήταν 73 μ.β. στις 5.6.2025, περίπου 125 μ.β. χαμηλότερη σε σχέση με το μέσο επίπεδό της το α΄ τρίμηνο του 2023, δηλ. πριν από τη διαμόρφωση προσδοκιών για επικείμενη αναβάθμιση στην επενδυτική κατηγορία.
Επίσης, οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων συνεχίζουν να είναι μειωμένες και έναντι άλλων ομολόγων της ευρωζώνης με συγκρίσιμη πιστοληπτική αξιολόγηση, όπως τα ιταλικά κρατικά ομόλογα.
Το 2025 οι αποδόσεις των ΟΕΔ έχουν ακολουθήσει τις εξελίξεις στις αποδόσεις των άλλων κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης. Έτσι, αυξήθηκαν στα μέσα Μαρτίου, καθώς η αύξηση των αποδόσεων των γερμανικών ομολόγων άσκησε ανοδική επίδραση και στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Όμως, κατά τη διάρκεια της αναταραχής του Απριλίου στις διεθνείς αγορές μειώθηκαν, σε στενή συνάφεια με εκείνες των υπόλοιπων κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ. Έτσι, στις 5.6.2025 οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων σε όλο το εύρος της καμπύλης αποδόσεων βρίσκονταν περίπου στα ίδια επίπεδα όπως στις αρχές του έτους.