H προοπτική ενός ευρύτερου πολέμου στην Ουκρανία είναι τρομακτική. Εάν η Ρωσία εισέβαλε, χιλιάδες θα μπορούσαν να πεθάνουν. Το οικονομικό κόστος θα ήταν σοβαρό, το ανθρωπιστικό κόστος καταστροφικό.
Ωστόσο, η Ρωσία συνεχίζει να ενισχύει τις δυνάμεις της γύρω από την Ουκρανία και η Δύση συνεχίζει να απειλεί με τρομερές συνέπειες σε περίπτωση εισβολής.
Οι διπλωμάτες μιλούν για ένα δρόμο μέσω του οποίου όλες οι πλευρές μπορούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο, χωρίς ωστόσο να είναι εύκολος.
Η Δύση θα μπορούσε να πείσει τον Πρόεδρο Πούτιν να υποχωρήσει
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, οι δυτικές δυνάμεις θα αποτρέψουν ουσιαστικά οποιαδήποτε εισβολή πείθοντας τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ότι το κόστος θα υπερέβαινε τα οφέλη.
Ο Πούτιν θα πειστεί ότι οι ανθρώπινες απώλειες, οι οικονομικές κυρώσεις και το διπλωματικό χτύπημα θα ήταν τόσο μεγάλες που θα έβγαινε χαμένος ακόμη και εάν κατήγαγε νίκη στο πεδίο της μάχης.
Θα έπρεπε να φοβάται ότι η Δύση μπορεί να υποστηρίξει μια στρατιωτική εξέγερση στην Ουκρανία, βυθίζοντάς τον έτσι σε έναν δαπανηρό πόλεμο για χρόνια.
Ο Πούτιν θα πρέπει να πιστέψει ότι όλο αυτό το κόστος θα υπονόμευε τα ποσοστά δημοτικότητάς του μέσα στην ίδια την χώρα του και έτσι θα απειλείτο και η ηγεσία του.
Σύμφωνα με αυτό το αφήγημα, η Δύση θα έπρεπε επίσης να επιτρέψει στον Πούτιν να διεκδικήσει μια διπλωματική νίκη, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως ειρηνικό πρωταγωνιστή που δεν ήταν πρόθυμος να απαντήσει στρατιωτικά στις προκλήσεις του ΝΑΤΟ.
Ο κ. Πούτιν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι είχε επιτέλους τραβήξει την προσοχή της Δύσης και οι ηγέτες της αντιμετώπιζαν αυτό που αποκαλούσαν «νόμιμες ανησυχίες για την ασφάλεια». Η Ρωσία θα είχε υπενθυμίσει στον κόσμο ότι ήταν μια μεγάλη δύναμη και θα είχε εμβαθύνει την παρουσία της στη Λευκορωσία.
Η δυσκολία με το συγκεκριμένο αφήγημα είναι ότι θα ήταν εξίσου εύκολο να υποστηριχθεί ότι ο Πούτιν απέτυχε. Οι ενέργειές του θα μπορούσαν να ενώσουν τη Δύση, να οδηγήσουν το ΝΑΤΟ να μετακινήσει τις δυνάμεις πιο κοντά στα σύνορα της Ρωσίας και να ενθαρρύνουν Σουηδία και Φινλανδία να εξετάσουν το ενδεχόμενο ένταξης στο ΝΑΤΟ.
Το πρόβλημα είναι ότι εάν ο κ. Πούτιν επιθυμεί να ελέγξει την Ουκρανία και να υπονομεύσει το ΝΑΤΟ, υπάρχουν λίγοι λόγοι για τους οποίους μπορεί να υποχωρήσει τώρα.
Το ΝΑΤΟ και η Ρωσία θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε μια νέα συμφωνία για την ασφάλεια
Οι δυτικές δυνάμεις έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν θα συμβιβαστούν σε βασικές αρχές, όπως η κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, το δικαίωμά της να ζητήσει ένταξη στο ΝΑΤΟ, το οποίο πρέπει να έχει «ανοιχτή πόρτα» σε κάθε χώρα που επιθυμεί να ενταχθεί.
Ωστόσο, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχουν αποδεχθεί ότι θα μπορούσε να βρεθεί κοινό έδαφος σε ευρύτερα θέματα ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αναβίωση συμφωνιών ελέγχου των όπλων που έχουν λήξει για τη μείωση του αριθμού των πυραύλων και στις δύο πλευρές, την ενίσχυση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ,· μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με τις στρατιωτικές ασκήσεις και τη θέση των πυραύλων.
Η Ρωσία έχει ήδη ξεκαθαρίσει ότι αυτά τα ζητήματα δεν θα ήταν αρκετά για να ικανοποιήσουν τη βασική της ανησυχία ότι δηλ. η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ θα είχε κόστος για τη ρωσική ασφάλεια.
Αλλά ακόμη και εάν οι εγκαταστάσεις πυραύλων του ΝΑΤΟ μειωνόταν σημαντικά, αυτό θα μπορούσε να καλύψει τουλάχιστον ορισμένες ρωσικές ανησυχίες.
Κατά κάποιο τρόπο, ο Πούτιν έχει ήδη επιτύχει στο σημείο αυτό: η Ευρώπη έχει ξεκινήσει πρόσφατα διάλογο για την ασφάλεια με τους όρους της Ρωσίας.
Η Ουκρανία και η Ρωσία θα μπορούσαν να αναβιώσουν τις συμφωνίες του Μινσκ
Αυτό ήταν ένα πακέτο συμφωνιών που διαπραγματεύτηκαν το 2014 και το 2015 στην πρωτεύουσα της Λευκορωσίας, το Μινσκ, με σκοπό να τερματίσει τον πόλεμο μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των υποστηριζόμενων από τη Ρωσία ανταρτών στην ανατολική Ουκρανία.
Προφανώς απέτυχε – η μάχη συνεχίζεται. Αλλά τουλάχιστον χάραξε μια πορεία προς μια κατάπαυση του πυρός και μια πολιτική διευθέτηση βασισμένη σε ένα πιο ομοσπονδιακό σύνταγμα.
Δυτικοί πολιτικοί έχουν προτείνει η αναβίωση των συμφωνιών του Μινσκ θα μπορούσε τώρα να είναι μια λύση σε αυτήν την κρίση. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι το Μινσκ είναι «ο μόνος δρόμος που μας επιτρέπει να οικοδομήσουμε ειρήνη».
Το πρόβλημα είναι ότι οι διατάξεις της συμφωνίας είναι περίπλοκες και αμφισβητούνται.
Το Κρεμλίνο απαιτεί από την Ουκρανία να διεξαχθούν τοπικές εκλογές για να ενδυναμώσει τους φιλορώσους πολιτικούς. Το Κίεβο θέλει η Μόσχα πρώτα να αφοπλίσει και να απομακρύνει τα ρωσικά μαχητικά.
Η μεγαλύτερη διαμάχη είναι για το πόση αυτονομία θα έδινε το Μινσκ στους αποσχισμένους θύλακες στο Ντονμπάς. Το Κίεβο λέει μέτρια αυτοδιοίκηση. Η Μόσχα διαφωνεί και λέει ότι το Ντόνετσκ και το Λουχάνσκ θα πρέπει να έχουν λόγο για την εξωτερική πολιτική της Ουκρανίας και συνεπώς να ασκήσουν βέτο για την ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Η Ουκρανία θα μπορούσε να γίνει ουδέτερη, όπως η Φινλανδία
Θα μπορούσε να πειστεί η Ουκρανία να υιοθετήσει κάποιο είδος ουδετερότητας;
Υπήρξαν αναφορές – που στη συνέχεια διαψεύστηκαν – ότι Γάλλοι αξιωματούχοι πρότειναν ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να έχει τη Φινλανδία ως πρότυπο.
Η Φινλανδία υιοθέτησε επίσημη ουδετερότητα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ήταν ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο και δημοκρατικό κράτος. Έμεινε -και παραμένει- εκτός ΝΑΤΟ.
Θα μπορούσε αυτό να είναι ελκυστικό για το Κίεβο; Θα απέφευγε μία στρατιωτική κρίση, καθώς, θεωρητικά, θα μπορούσε να ικανοποιήσει την επιθυμία του κ. Πούτιν να μην ενταχθεί ποτέ η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ.
Και η συμμαχία δεν θα έπρεπε να συμβιβαστεί με την πολιτική της «ανοιχτής πόρτας»: η Ουκρανία θα είχε κάνει την κυρίαρχη επιλογή της να μην ενταχθεί.
Αλλά θα το υποστήριζε η Ουκρανία; Πιθανώς όχι επειδή η ουδετερότητα θα άφηνε ουσιαστικά την Ουκρανία ανοιχτή στη ρωσική επιρροή.
Η τρέχουσα αντιπαράθεση θα μπορούσε να γίνει το status quo
Θα ήταν δυνατόν η τρέχουσα αντιπαράθεση απλώς να παραμείνει – αλλά να μειωθεί σε ένταση σταδιακά;
Η Ρωσία θα μπορούσε σιγά-σιγά να αποσύρει τα στρατεύματά της πίσω στους στρατώνες, κηρύσσοντας ότι οι ασκήσεις τους έχουν τελειώσει. Αλλά ταυτόχρονα θα μπορούσε να μείνει πίσω πολύς στρατιωτικός εξοπλισμός, για κάθε ενδεχόμενο.
Η Μόσχα θα μπορούσε να συνεχίσει να υποστηρίζει τις δυνάμεις των ανταρτών στο Ντονμπάς. Και όλο αυτό το διάστημα, η πολιτική και η οικονομία της Ουκρανίας θα συνέχιζαν να αποσταθεροποιούνται από τη συνεχή απειλή από τη Ρωσία.
Με τη σειρά της, η Δύση θα διατηρήσει μια ενισχυμένη παρουσία του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη. Οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες της θα συνέχιζαν να συνεργάζονται σποραδικά με τους Ρώσους.
Η Ουκρανία θα δυσκολευτεί. Αλλά τουλάχιστον δεν θα υπήρχε πόλεμος πλήρους κλίμακας.
Και σιγά σιγά η αντιπαράθεση θα έσβηνε από τα πρωτοσέλιδα και θα ενταχθεί ξανά στη μακρά λίστα των «παγωμένων» συγκρούσεων που εξαφανίζονται από την προσοχή του κοινού.
Καμία από αυτές τις επιλογές δεν είναι εύκολη ή πιθανή. Όλα συνεπάγονται συμβιβασμό.
Ο φόβος στο Κίεβο είναι ότι η Ουκρανία μπορεί να είναι η χώρα που πρέπει να συμβιβαστεί περισσότερο. Ο υπολογισμός, ωστόσο, είναι εάν η απειλή μιας καταστροφικής σύγκρουσης είναι πραγματική και αν ναι, τι θα μπορούσε να γίνει για να αποφευχθεί.
Το μόνο ίχνος ελπίδας αυτή τη στιγμή είναι ότι όλες οι πλευρές εξακολουθούν να φαίνονται πρόθυμες για διαπραγματεύσεις, όσο άκαρπες κι αν είναι. Και όσο περισσότερο οι άνθρωποι συνεχίζουν να μιλούν, τόσο περισσότερο η διπλωματική πόρτα για μια λύση παραμένει ανοιχτή, ακόμα κι αν αυτή είναι απλώς μισάνοιχτη.