Συνεχίστηκε και κατά το πρώτο μισό του 2025 η ανοδική πορεία του Ομίλου Λάμψα, χάρη στη συνεχιζόμενη ανάκαμψη του τουριστικού προϊόντος.

Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, παρατηρήθηκε μία σταθεροποίηση των μεγεθών στα υψηλά επίπεδα του προηγούμενου έτους, με αυξητική τάση στα ξενοδοχεία της Αθήνας, ενώ μικρή υποχώρηση καταγράφουν τα δύο ξενοδοχεία στην Σερβία.

Οι προοπτικές για το δεύτερο εξάμηνο του έτους είναι εξίσου θετικές και αναμένεται η χρήση να κλείσει με αύξηση των εσόδων.

Το σύνολο των ενεργειών της διοίκησης για τη διασφάλιση επαρκούς ρευστότητας και ορθολογικής διαχείρισης του κόστους στοχεύουν, τόσο στην αντιμετώπιση των επιμέρους διεθνών κρίσεων, όσο και στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Λάμψα σε μακροχρόνιο ορίζοντα.

Στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις αναφέρεται ότι ο Όμιλος, με τοποθετήσεις σε ομόλογα και προθεσμιακές καταθέσεις, συνολικής αξίας περίπου €15 εκατ.  κατά την 30η Ιουνίου 2025, προσδοκά να επωφεληθεί από τα υψηλά επιτόκια που προσφέρθηκαν, βελτιώνοντας σημαντικά τα χρηματοοικονομικά του αποτελέσματα.

Τέλος, η αναχρηματοδότηση του ομολογιακού δανείου της εταιρείας, με σημαντικά μειωμένο περιθώριο επιτοκίου, αναμένεται να εξισορροπήσει τις διεθνείς αυξήσεις του euribor χορηγήσεων και να μην επηρεαστούν σημαντικά τα χρηματοοικονομικά κόστη του Ομίλου.

Από την άλλη πλευρά, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η πολεμική σύγκρουση στην Μέση Ανατολή θέτουν περαιτέρω προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία, κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με τις τιμές πρώτων υλών και ενέργειας.

Η εικόνα στο πρώτο μισό του 2025

Αναφορικά με τα μεγέθη του α’ εξαμήνου σε ενοποιημένο επίπεδο, οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 2%, ξεπερνώντας τα €57 εκατ.

Ο κύκλος εργασιών της μητρικής εταιρείας (ξενοδοχεία «Μεγάλη Βρετανία» και «King George») αυξήθηκε κατά 4%, στα επίπεδα των €38 εκατ.

Η εν λόγω αύξηση οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η πληρότητα δωματίων στην αγορά ξενοδοχείων πολυτελείας της Αθήνας αυξήθηκε κατά 5,32% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2024 διαμορφώνοντας τον δείκτη στο 73,3% έναντι 69,6% το 2024.

Επίσης, η μέση τιμή δωματίου στα ξενοδοχεία αυξήθηκε κατά 1,2% έναντι του 2024, φτάνοντας τα € 247,45 έναντι € 244,63 το 2024.

Ειδικότερα, το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» εμφάνισε αύξηση πωλήσεων 4,39% και το «King George» 2,61%, ενώ το ξενοδοχείο “Athens Capital” ενίσχυσε τις πωλήσεις της κατά 5,1%.

Όσον αφορά τα Ξενοδοχεία του Ομίλου στην Σερβία, το «Hyatt Regency Belgrade» κατέγραψε μείωση κατά 12,68% και το «Mercure Excelsior» σε ποσοστό 16,81%.

Ανεπηρέαστη από τους πολέμους

Αναφορικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο όμιλος, σημειώνεται ότι οι επαφές του με τα κύρια δίκτυα κρατήσεων (Βόρειας Αμερικής και Δυτικής Ευρώπης), δηλαδή τουριστικοί οργανισμοί, ταξιδιωτικά γραφεία, τοπικά γραφεία της διαχειρίστριας εταιρείας και οργανωτές συνεδρίων – groups, επιβεβαίωσαν ότι δεν υφίστανται λόγοι ακυρώσεων ή περιορισμών στις μετακινήσεις ως απόρροια των πολεμικών συγκρούσεων στην Ουκρανία και στην Μέση Ανατολή. Ως εκ τούτου δεν προέκυψαν άμεσες ή έμμεσες αρνητικές συνέπειες, στα έσοδα εξαμήνου.

Τι οδήγησε σε πτώση της κερδοφορίας

Τα ενοποιημένα μικτά αποτελέσματα υποχώρησαν σε περίπου €20 εκατ. από €21,85 εκατ. πέρυσι, ενώ το περιθώριο μικτού κέρδους διαμορφώθηκε σε 38,94% από 35,03% το 2024. Η μείωση των μικτών αποτελεσμάτων του Ομίλου, οφείλεται κυρίως στην αύξηση του κόστους πωληθέντων, με επιπλέον αμοιβές και έξοδα προσωπικού, καθώς και με αυξημένες παροχές σε τρίτους. Γενικότερα, παρατηρήθηκε αδυναμία εξεύρεσης εξειδικευμένου προσωπικού και αύξηση των εξόδων μισθοδοσίας.

Τα λειτουργικά αποτελέσματα του Ομίλου προ φόρων, χρηματοδοτικών, επενδυτικών αποτελεσμάτων και αποσβέσεων (EBITDA) του ομίλου υποχώρησαν κατά 24%, στα €13,35 εκατ., με τα προ φόρων κέρδη να μειώνονται σε €7,45 εκατ. από €10,55 εκατ. το α’ εξάμηνο του 2024.

Τέλος, η καθαρή κερδοφορία του ομίλου διαμορφώθηκε σε €5,443 εκατ. έναντι κερδών €9,07 εκατ. την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.

Σημαντικές ήταν οι αυξήσεις των τιμών σε μία σειρά προϊόντων (τρόφιμα, ποτά, αναλώσιμα, υλικά κλπ) καθώς και των μεταφορικών εξόδων, λόγω της υψηλής αύξησης της τιμής των καυσίμων, επηρεάζοντας αρνητικά την κερδοφορία του Ομίλου.

Διαβάστε ακόμη: