Ο Kιρ Στάρμερ ήλπιζε να περάσει τη Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου σηματοδοτώντας ένα νέο ορόσημο στην πολυαναμενόμενη επαναπροσέγγιση του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση πέντε χρόνια μετά το Brexit. 

Αντ’ αυτού, έλαβε μια δραματική υπενθύμιση του πόσο πιο δύσκολο θα είναι αυτό με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.

Καθώς ο Στάρμερ συμμετείχε σε συνάντηση των Ευρωπαίων ηγετών στις Βρυξέλλες, ο Τραμπ ενέκρινε -και στη συνέχεια ανέστειλε- δασμούς έως και 25% σε αγαθά από τον Καναδά και το Μεξικό και υποσχέθηκε να υποβάλει σύντομα την Ευρώπη σε παρόμοια μεταχείριση. Το Ηνωμένο Βασίλειο μάλλον θα γλιτώσει προς το παρόν, όπως δήλωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.

Η αναστολή υπογραμμίζει πώς το διαζύγιο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρώπη θα μπορούσε τελικά να αποφέρει κάποια οφέλη, ακόμη και αν παραμένει στο έλεος μιας «ειδικής σχέσης» που ήταν μονομερής για δεκαετίες. Υπονομεύει επίσης την προεκλογική υπόσχεση του Στάρμερ για την ανοικοδόμηση των σχέσεων με τις Βρυξέλλες, δεδομένου ότι ο ηγέτης των Εργατικών έγινε πολιτικά γνωστός κάνοντας εκστρατεία κατά του Brexit.

Τώρα, ο Τραμπ, ο οποίος συχνά επαινεί το Brexit και κάποτε διατύπωσε την προοπτική μιας εμπορικής συμφωνίας ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου, μπήκε βαθύτερα στο πολιτικό παιχνίδι. Κάποια στιγμή σύντομα, μπορεί κάλλιστα να αναγκάσει τον φημισμένα προσεκτικό Στάρμερ να διαλέξει πλευρά.

Η δυσκολία του Στάρμερ ήταν σαφής στην ενημέρωση που είχε με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, όπου ήλπιζαν να τονίσουν τη δέσμευση του Ηνωμένου Βασιλείου στην ευρωπαϊκή άμυνα, ιδίως όσον αφορά τη στήριξη της Ουκρανίας.

Bloomberg

Όμως και οι δύο απέφυγαν επανειλημμένα να πουν αν ο Τραμπ επιδιώκει να διασπάσει τους συμμάχους των ΗΠΑ με τις απειλές του για δασμούς και τις απαιτήσεις του για μεγαλύτερο έλεγχο της Γροιλανδίας, αυτοδιοικούμενης επικράτειας της επίσης μέλους του ΝΑΤΟ, Δανίας.

Ο κορυφαίος απεσταλμένος του Καναδά στο Ηνωμένο Βασίλειο προειδοποίησε τη Δευτέρα ότι ο Τραμπ δεν θα σταματήσει με τη χώρα του. «Θα μπορούσατε να είστε οι επόμενοι», δήλωσε ο Καναδός Ύπατος Αρμοστής Ραλφ Γκουντέιλ για το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρώπη κατά τη διάρκεια εμφάνισής του στο βρετανικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο LBC.

Ενώ οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος μεμονωμένος εμπορικός εταίρος του Ηνωμένου Βασιλείου, εισάγοντας ετησίως βρετανικά αγαθά και υπηρεσίες αξίας 179 δισεκατομμυρίων λιρών (222 δισεκατομμυρίων δολαρίων), η αγορά της ΕΕ είναι σχεδόν διπλάσια, με 348 δισεκατομμύρια λίρες. Όσο πιο κοντά ευθυγραμμίζεται η κυβέρνηση των Εργατικών τη βρετανική οικονομία με την οικονομία της ΕΕ – όπως υποσχέθηκε να κάνει στις εκλογές του Ιουλίου – τόσο λιγότερα περιθώρια ελιγμών έχει για να ικανοποιήσει τις αμερικανικές απαιτήσεις όσον αφορά το εμπόριο.

Ακόμη και ενώ ο Στάρμερ βρισκόταν στη συνάντησή του με τον Ρούτε, οι επενδυτές έπαιρναν ένα μάθημα για την ικανότητα του Τραμπ να εκπλήσσει τους αντιπάλους του. Ο Τραμπ ανακοίνωσε αναβολή ενός μηνός για τους δασμούς στα μεξικανικά προϊόντα. Σημειωτέον πως η1 πρόεδρος του Μεξικού Κλαούντια Σέϊνμπαουμ έχει συμφωνήσει να στείλει 10.000 μέλη της Εθνοφρουράς στα σύνορα για να βοηθήσει στην αναχαίτιση της ροής της φαιντανύλης και της μετανάστευσης στις ΗΠΑ. Ο Τραμπ επιβεβαίωσε αργότερα μια παρόμοια παύση 30 ημερών και με τον Καναδά.

Αυτό είναι το είδος της διαπραγμάτευσης που θα μπορούσε σύντομα να αντιμετωπίσει ο Στάρμερ, παρά το τελευταίο άνοιγμα του Τραμπ προς τον «πολύ καλό» Βρετανό πρωθυπουργό.

Ένας λόγος για τον οποίο οι εξαγωγές της Βρετανίας προς τις ΗΠΑ βρίσκονται εκτός της γραμμής πυρός του Τραμπ είναι ότι τα αμερικανικά στοιχεία δείχνουν ότι οι ΗΠΑ είχαν εμπορικό πλεόνασμα φυσικών αγαθών με τη Βρετανία ύψους περίπου 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2023. Τα βρετανικά στοιχεία, αντίθετα, δείχνουν ότι η Βρετανία απολαμβάνει ένα μικρό πλεόνασμα. Αυτό δεν είναι εύκολα συγκρίσιμο με το εκτεταμένο πλεόνασμα άνω των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων που απολαμβάνει η ΕΕ στις εμπορικές συναλλαγές της με τις ΗΠΑ.

Αν και οι Βρετανοί αξιωματούχοι εξέφρασαν κατ’ ιδίαν ανακούφιση για τις δηλώσεις του Τραμπ, ανησυχούν ότι η διατήρηση της ηρεμίας θα μπορούσε να έχει σημαντικό κόστος. Οι αξιωματούχοι του Ηνωμένου Βασιλείου μελετούν υποθετικά σενάρια στα οποία η κυβέρνηση Τραμπ καταλήγει να απειλεί το Ηνωμένο Βασίλειο με δασμούς εάν δεν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των ΗΠΑ στο μέλλον, σύμφωνα με πηγές του Bloomberg.

O Τραμπ ενδέχεται να προσπαθεί να πιέσει το Ηνωμένο Βασίλειο να σταματήσει τις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων. Εάν συμβεί αυτό, ο Στάρμερ θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ του να αναστατώσει το Πεκίνο, ή να αντιμετωπίσει την προοπτική να μπει στο στόχαστρο του Τραμπ για δασμούς. Σε αυτή την περίπτωση, το Ηνωμένο Βασίλειο πιθανότατα δε θα είχε άλλη επιλογή από το να υποκύψει στις απαιτήσεις των ΗΠΑ.

Προς το παρόν, η κυβέρνηση Στάρμερ έχει παραμείνει σταθερή στην άρνηση χαλάρωσης των προτύπων τροφίμων, βασικό αίτημα των ΗΠΑ σε προηγούμενες εμπορικές συνομιλίες.

Υπάρχει επίσης η προοπτική να αποξενώσει τα κράτη-μέλη της ΕΕ στην προσπάθειά του να αποφύγει την αντιπαράθεση με τον Τραμπ. Ήδη, ο Στάρμερ έχει αντιμετωπίσει κάποιες εγχώριες επικρίσεις για τη σιωπή του απέναντι στους δασμούς των ΗΠΑ στον Καναδά και για τον δισταγμό του να υποστηρίξει τη Δανία στη διαμάχη της με τον Τραμπ.

Οι κινήσεις του Τραμπ δείχνουν πόσο γρήγορα μπορεί να αλλάξει στάση. Το Bloomberg Economics εκτιμά ότι αν ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 20% στο Ηνωμένο Βασίλειο, η ανάπτυξη φέτος θα μπορούσε να διαμορφωθεί στο 0,4% αντί για 1,1%.

Αυτό θα αποτελούσε πλήγμα για τον Στάρμερ και την υπουργό Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς, οι οποίοι θεωρούν τη δημιουργία οικονομικής ανάπτυξης ως το κλειδί για να μπορέσουν να υλοποιήσουν τις ευρύτερες προεκλογικές τους υποσχέσεις γύρω από το βιοτικό επίπεδο και τις δημόσιες υπηρεσίες. Με τη βρετανική οικονομία να βρίσκεται σε στασιμότητα, προωθούν μία λίστα δαπανών για υποδομές και απορρύθμιση παράλληλα με την επιδίωξη στενότερων οικονομικών δεσμών με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Στο δείπνο της ΕΕ τη Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου, ο Στάρμερ συνέχισε την προσπάθειά του για τη σύναψη στενότερων δεσμών, επιδιώκοντας να πείσει τους ομολόγους του να επιταχύνουν τις συνομιλίες για ένα αμυντικό σύμφωνο Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ, που θα καλύπτει τη συνεργασία για την ανάπτυξη στρατιωτικής τεχνολογίας, την κινητικότητα των στρατευμάτων σε όλη την Ευρώπη, την προστασία κρίσιμων υποδομών και την αμυντική παραγωγή. Εάν αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ συμμάχων, η επανεκκίνηση των σχέσεων αυτών είναι πιθανό να επικρατήσει.

Διαβάστε ακόμη: