Δεν είναι και τόσο σύνηθες, ένας διεθνής οργανισμός, να “σφάζει”, έστω “με το βαμβάκι”, έναν άλλο διεθνή οργανισμό και μάλιστα για ένα θέμα που αποτελεί το κυριότερο στην ημερήσια διάταξη της διεθνούς οικονομίας, εδώ και έναν χρόνο.
Η επικεφαλής οικονομολόγος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), Clare Lombardelli, σε δηλώσεις της σχετικά με τα επιτόκια και τις αυξήσεις από τις κεντρικές τράπεζες, αφού επισήμανε ότι «η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής είναι πολύ αβέβαιη», προφανώς ως προς τα αποτελέσματά της, στάθηκε ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στην Κριστίν Λαγκάρντ.
Αναγνώρισε φυσικά ότι αντιμετωπίζει μια δύσκολη δουλειά αναφορικά με την απόφαση πότε θα σταματήσει να αυξάνει τα επιτόκια, επειδή είναι δύσκολο να μετρηθεί ο αντίκτυπος της σύσφιξης, δηλαδή του κλεισίματος ουσιαστικά της στρόφιγγας του φθηνού χρήματος.
Αλλά εκεί που δεν χαρίστηκε η Clare Lombardelli, ήταν στο θέμα των προοπτικών των αυξήσεων επιτοκίων, αναφέροντας δηκτικά ότι “οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, οι οποίοι έχουν μεν δώσει σήμα για μια αύξηση επιτοκίων αργότερα αυτόν τον μήνα, χωρίς όμως καμία πραγματική υπόδειξη για το τι θα ακολουθήσει”!
Και προσέθεσε ότι η πρόκληση είναι ιδιαίτερα μεγάλη στην τρέχουσα συγκυρία στην Ευρώπη, επειδή ακόμη και όταν η μέτρηση του πληθωρισμού μειώνεται, εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη ισχύς στις πιέσεις του δομικού πληθωρισμού, δηλαδή, η μέτρηση που δεν λαμβάνει υπόψη ασταθή στοιχεία, όπως η ενέργεια.
Το γεγονός αυτό άλλωστε αποτελεί και το μεγαλύτερο πεδίο διαμάχης, για όσους έχουν την ευθύνη των τελικών αποφάσεων, αναφερόμενη προφανώς στις αποκλίνουσες απόψεις πολλών κεντρικών τραπεζιτών, που ζητούν τουλάχιστον ηπιότερη νομισματική πολιτική.
Τέλος, το στέλεχος του ΟΟΣΑ, ανέφερε και κάτι που θα το βρουν οι τράπεζες και οι οικονομίες μπροστά τους, το γεγονός δηλαδή ότι πλέον, μετά τον τελευταίο κύκλο του αυξανόμενου κόστους δανεισμού, το υψηλότερο ποσοστό δανείων είναι σταθερού επιτοκίου, πράγμα που θολώνει την εικόνα για τους κεντρικούς τραπεζίτες.