Για υπαρκτό δίλημμα που ποτέ δεν υπήρξε μεταξύ υγείας και οικονομίας, μίλησε στα Νεα του Σαββάτου ο υφυπουργός Εσωτερικών Θοδωρής Λιβάνιος . Από την πρώτη μέρα που ξέσπασε η υγειονομική κρίση τέθηκε, από τον Πρωθυπουργό, ως κυρίαρχος στόχος να σωθούν όσο το δυνατόν περισσότερες ζωές. Επίσης δήλωσε οτι τίποτα δεν υπερβαίνει την αξία της ανθρώπινης ζωής και οτι καλή οικονομία και υγειονομική καταστροφή δεν μπορούν να συμβαδίσουν.
Αναφέρθηκε στα πρωτόγνωρα άλματα ενίσχυσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας που η κυβέρνηση έχει πετυχει με την αυταπάρνηση γιατρών και νοσηλευτών, οι οποίοι μέσα από τα χαρακώματα του πολέμου, παρακολουθούν – την άχαρη συζήτηση και την πλειοδοσία εκτιμήσεων για τον χρόνο χαλάρωσης των μέτρων, ενώ ακόμη η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά κρίσιμη.
Παράλληλα,μ ίλησε για την ανάκτηση που εδώ και πολλά χρόνια ήταν χαμένη: την αξιοπιστία του κράτους και της δημόσιας λειτουργίας. Αποζημιώσεις για τους πληττόμενους, σχέδιο για την επόμενη ημέρα. Επίσης, χωρίς να λείψουν τα προβλήματα για αρκετές υπηρεσίες, η εξ αποστάσεως σχέση με τον πολίτη δημιουργεί νέα δεδομένα πιο γρήγορης και αξιοπρεπούς εξυπηρέτησης για περισσότερες από 100 υπηρεσίες αλλά παράλληλα δοκιμάζει τις αντοχές του συστήματος αλλά και το βαθμό εξοικείωσης των πολιτών.
Τα εμβόλια αποτελούν ελπίδα για όλη την ανθρωπότητα. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε το απίστευτο επίτευγμα της επιστημονικής κοινότητας που είναι τόσο κοντά –σε χρόνο ρεκόρ- να λυτρώσει τον πλανήτη από μία πανδημία, που έχει ως όχημά της την κοινωνικότητα και τη συναναστροφή, τον πυρήνα, δηλαδή, του σύγχρονου τρόπου ζωής.
Την ίδια ώρα, το εμβόλιο αποτελεί ευκαιρία και ευθύνη. Στην ευρεία χρήση του πρέπει να συναντηθούν, και να αρθούν στο ύψος της ευθύνης τους όλες οι πολιτικές δυνάμεις και οι ηγεσίες τους. Με το παράδειγμά τους πρέπει να σπάσουν τις προκαταλήψεις που προκαλεί η ελλιπής πληροφόρηση, που συνεπικουρείται από τους «εμπόρους» της συνωμοσιολογίας και της παρα-επιστημονικής δημαγωγίας.
Ωστόσο, γίνεται σαφές ότι ο εμβολιασμός ναι μεν θα χτίσει το απαιτούμενο τείχος ανάσχεσης της πανδημίας, δεν σημαίνει όμως ότι η έλευσή του πρέπει να επισπεύσει ασύντακτα την άρση των μέτρων προστασίας. Ο δρόμος για κάτι τέτοιο μπορεί να μην είναι τόσο μακρύς όσο πριν, δεν είναι ωστόσο ανοιχτός. Η κλίση είναι ακόμη ανηφορική.
Η κυβέρνηση σήκωσε τα μανίκια και έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά. Από την πρώτη στιγμή. Οι πολίτες της το πίστωσαν. Ναι, πιθανόν και με αβλεψίες, αστοχίες ή λάθη, αλλά πως θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, μέσα στη δίνη της πρωτόγνωρης καταιγίδας που δοκιμάζει όλον τον κόσμο; Που έβγαλε, και απειλεί να ξαναβγάλει, νοκ άουτ ακόμη και τα πιο ισχυρά συστήματα υγείας.
Η κυβέρνηση δεν επαναπαύθηκε στη διεθνώς επικρατούσα άποψη ότι στα δύσκολα οι πολίτες συσπειρώνονται με τις ηγεσίες τους και που επιβεβαιώνεται και στην Ελλάδα. Λειτούργησε συνθετικά με τους επιστήμονες, συνεκτικά με τις κοινωνικές ομάδες, συναινετικά με τα κόμματα, γνωρίζοντας ότι εκείνοι που την κατηγορούν για καθυστερήσεις στο λοκντάουν, είναι οι ίδιοι που θα της καταλογίσουν εγκληματική αμέλεια αν βιαστεί να χαλαρώσει τα μέτρα. Μένει τώρα να αποδειχθεί αν η αντιπολίτευση έχει διδαχθεί από τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο ή αν θα την αφήσει πίσω η ιστορία, υποκύπτοντας στην αντιπολίτευση του «τσουρεκιού», του «ποδηλάτου ή του επιλεκτικού μοντάζ δηλώσεων υπουργών, εν μέσω μιας ιστορικής πανδημίας που θα θυμόμαστε για πολλές δεκαετίες.