Τα δύο lockdown της χρονιάς, ένα την περίοδο Μαρτίου-Μαίου και ένα του Νοεμβρίου που συνεχίζεται μέχρι σήμερα χτύπησαν καίρια τις πωλήσεις βενζινών και ντίζελ κίνησης στη χώρα μας. Η κατάσταση διασώθηκε ελαφρώς στο ντίζελ θέρμανσης αφού οι καταναλωτές «φούλαραν» τις δεξαμενές πολυκατοικιών τον Απρίλιο λόγω των πολύ χαμηλών τιμών.
«Η χρονιά θα κλείσει με μεγάλη μείωση ζήτησης και πωλήσεων λόγω της πανδημίας. Οι συνολικές πωλήσεις θα είναι πεσμένες κατά 7,5% σε σχέση με το 2019. Μόνο η ζήτηση του πετρελαίου θέρμανσης φέτος θα είναι μεγαλύτερη κατά περίπου 15% αφού τα νοικοκυριά τον περασμένο Απρίλιο με τη λήξη της περσινής χειμερινής σεζόν, γέμισαν τις δεξαμενές σπεύδοντας να αξιοποιήσουν την ευκαιρία των χαμηλών τιμών. Γιαυτό το λόγο όμως το πετρέλαιο θέρμανσης φέτος το Δεκέμβριο είχε μειωμένη ζήτηση κατά περίπου 40% με τη γενική εικόνα απογοητευτική» τονίζει προς το radar.gr κορυφαίο στέλεχος μεγάλου ιδιωτικού Ομίλου Καυσίμων που προσθέτει: «μην σας ξεγελάει η πυκνή ροή κυκλοφορίας αυτοκινήτων, εν μέσω lockdown, τα οχήματα κάνουν μικρές αποστάσεις, ενώ απαγορεύονται και οι μετακινήσεις από νομό σε νομό οπότε οι καταναλώσεις είναι πολύ χαμηλές».
Αλλά και έμπειρο υπηρεσιακό στέλεχος του Υπουργείου Οικονομικών και των Τελωνείων που ασχολείται με τα έσοδα από τα καύσιμα, αναφερόμενο σε έτερο μεγάλο πρόβλημα τονίζει: «φέτος κατέρρευσε λόγω πανδημίας και απαγορεύσεων ο τουρισμός που αποτελεί τη βασική πηγή εσόδων του κλάδου καυσίμων με αποτέλεσμα οι εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών και τα βενζινάδικα να κάνουν αρνητικό απολογισμό για τη χρονιά που φεύγει. Παράλληλα υποψιάζομαι πως λόγω κρίσης έχει ενταθεί και το λαθρεμπόριο με αποτέλεσμα τα Δημόσια Εσοδα να μειώνονται διαρκώς από αυτή την πηγή» λέει με νόημα.
Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς πετρελαιοειδών οι μέχρι τώρα εκτιμήσεις για συνολικές πωλήσεις βενζινών φέτος θα φθάσουν τα 2.700.000 κυβικά μέτρα έναντι 3.110.000 κ.μ. το 2019.
Οι πωλήσεις ντίζελ κίνησης τα 2.840.000 κ.μ. έναντι 3.180.000 κ.μ. την προηγούμενη χρονιά, ενώ μόνον οι πωλήσεις του ντίζελ θέρμανσης θα κυμανθούν αυξητικά (ανάλογα και με τις καιρικές συνθήκες το μήνα Δεκέμβριο) στις 1.300.000 κ.μ. όλη τη χρονιά από 1.160.000 που ήταν το 2019.
Οριστικά στοιχεία θα υπάρξουν μετά τις 20 Ιανουαρίου.
«Όμως οι προβλέψεις μας δεν είναι καλές ούτε για το πρώτο τρίμηνο του 2021 αφού τα περιοριστικά μέτρα θα συνεχιστούν και άρα και οι πωλήσεις θα είναι μειωμένες, ενώ βαρύ πλήγμα στον κλάδο θα είναι η αύξηση κατά 7% της φορολογίας του πετρελαίου κίνησης εξαιτίας του λεγόμενου πράσινου τέλους που επέβαλε το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η τιμή πώλησης του καυσίμου θα ανέβει κατά 3 λεπτά το λίτρο στην αντλία» προειδοποιεί το στέλεχος μεγάλου ιδιωτικού Ομίλου Καυσίμων.
 
ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΚΛΙΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΥΣΙΜΑ
Ενώ όμως στις πιο πρόσφατες έρευνες για το οικονομικό κλίμα, όπως αυτή του ΙΟΒΕ, οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική τους κατάσταση το επόμενο διάστημα καλυτερεύουν διαρκώς παρά την πανδημία (η έλευση του εμβολίου παίζει σημαντικό ρόλο στην αισιοδοξία), εντούτοις ένας από τους πιο κομβικούς δείκτες της πραγματικής οικονομίας, αυτός της κατανάλωσης καυσίμων έχει πάρει άλλη κατεύθυνση.
«Η σχετική απαισιοδοξία για την αγορά καυσίμων είναι απόρροια των φόρων που επέβαλλε στον κλάδο η προηγούμενη κυβέρνηση και διατηρούνται» επισημαίνει στέλεχος του ΣΕΒ από τον ευρύτερο ενεργειακό χώρο και συνεχίζει: «δεκαετίες τώρα έχει επικρατήσει η καθαρά εισπρακτική προσέγγιση που φέρνει συνεχόμενη αύξηση των φόρων στα καύσιμα, προκειμένου να εισπραχθούν ακόμη περισσότερα έσοδα και να επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ ώς το 2022. Όμως η αντίληψη ότι δεν μπορεί ούτε σήμερα λόγω πανδημίας να γίνει μείωση των φόρων και ο κόσμος αναγκαστικά θα πληρώσει τις ακριβότερες βενζίνες, δεν οδηγεί πουθενά» συνεχίζει.
Πάλι από τον ΣΕΒ, τεχνοκράτες-αναλυτές αυτή τη φορά επισημαίνουν ότι «υπα΄ρχει παράλογη υπερφορολόγηση παντού από την εποχή του πρώτου Μνημονίου και μετά: ακίνητα, κινητή τηλεφωνία, καπνικά, αλλά και επιχειρήσεις, των οποίων οι φόροι θα φτιάξουν τα πλεονάσματα των επόμενων ετών, αλλά αυτό είναι μεσοπρόθεσμα αντιπαραγωγικό διότι εμποδίζει πραγματικές επενδύσεις που θα φέρουν νέες θέσεις εργασίας».
Αλλά και μηχανικός σε μεγάλο διϋλιστήριο της χώρας με πλούσια εμπειρία στη διοίκηση του κλάδου υπενθυμίζει πως «η Ελλάδα ήδη από τις αρχές του 2017, με απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης, έγινε η 3η χώρα με τον υψηλότερο ΕΦΚ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκεί που η χώρα επέβαλλε έναν ΦΠΑ στα καύσιμα, πλέον επιβάλλει δύο ΦΠΑ, έναν επί της αξίας του προϊόντος και άλλον έναν επί του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.
Παραθέτει μάλιστα στοιχεία της «GlobalPetrolPrices», για την τιμή της βενζίνης στην Ελλάδα, που δείχνει πως ξεπερνά την αντίστοιχη σε χώρες με πολλαπλάσια αγοραστική δύναμη. Ενώ στην Ελλάδα είναι 1,51 ευρώ (1,49 ευρώ σύμφωνα με την Κομισιόν), στην Πορτογαλία δεν ξεπερνά τα 1,41 ευρώ, στο Βέλγιο τα 1,32 ευρώ, στη Βρετανία το 1,35 ευρώ, στη Γερμανία το 1,31 ευρώ, στην Ιρλανδία τα 1,35 ευρώ, στην Ισπανία το 1,23 ευρώ, στη Βουλγαρία τα 0,99 ευρώ, και στη Κύπρο τα 1,11 ευρώ.
«Κάπως έτσι η παραβατικότητα και η νοθεία στα καύσιμα έχουν έχουν εκτοξευθεί στην αγορά όπως και τα κρούσματα λαθρεμπορίου, το οποίο υπολογίζεται ότι μπορεί και να φέρνει απώλεια εσόδων γύρω πάνω από μισό δις. ευρώ το χρόνο, και το οποίο κάποτε πρέπει να βρεθεί μια κυβέρνηση να το εξαλείψει».