Έκκληση για άμεσο τερματισμό των επιθέσεων στην Ουκρανία απηύθυνε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε παρέμβασή του μέσω βιντεοσκοπημένου μηνύματος, κατά τις εργασίες του Τμήματος Υψηλού Επιπέδου της Διάσκεψης για τον Αφοπλισμό, τονίζοντας πως η ευρωπαϊκή ήπειρος βρίσκεται αντιμέτωπη με την πιο σοβαρή πρόκληση ασφαλείας. «Οι στρατιωτικές επιθέσεις κατά της Ουκρανίας παραβιάζουν σοβαρά θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, αρχής γενομένης από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο αμφισβητείται σοβαρά» τόνισε ο κ. Δένδιας κάνοντας ειδική αναφορά «στις βάναυσες επιθέσεις κατά αμάχων στα χωριά Σαρτανά και Μπουγάς, στην ευρύτερη περιοχή της Μαριούπολης» και θυμίζοντας ότι «μέχρι στιγμής δέκα μέλη της ελληνικής κοινότητας» έχασαν τη ζωή τους.
Ο υπουργός Εξωτερικών επισήμανε πως είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας να μην επηρεαστεί ή διαταραχθεί με οποιονδήποτε τρόπο η ασφαλής και ακίνδυνη λειτουργία των πυρηνικών εγκαταστάσεων στην Ουκρανία, και πως είναι εξίσου σημαντικό να τηρούνται οι συμβάσεις και οι συνθήκες για τον αφοπλισμό. «Οι κυβερνοεπιθέσεις και οι εκστρατείες παραπληροφόρησης θα πρέπει επίσης να σταματήσουν» είπε και πρόσθεσε πως η χώρα μας είναι έτοιμη να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια σε περιφερειακά και διεθνή φόρα με στόχο την αποκλιμάκωση.
«Τα γεγονότα στην Ουκρανία αφορούν ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα. Ο καθένας από εμάς πρέπει να εργαστεί προς την κατεύθυνση της αποκλιμάκωσης. Αλλά επίσης, να διασφαλίσουμε ότι αυτά τα γεγονότα δεν θα επαναληφθούν στο μέλλον» υπογράμμισε.
Αναφέρθηκε στη συνέχεια στη δήλωση που έκαναν τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, στις 3 Ιανουαρίου 2022 ότι «ένας πυρηνικός πόλεμος δεν μπορεί να κερδηθεί και δεν πρέπει ποτέ να διεξαχθεί». «Θεωρούμε ότι η δήλωση αυτή συνιστά αφετηρία για την αντιμετώπιση της εξαιρετικά περίπλοκης ατζέντας αφοπλισμού, ειδικά υπό το φως των σημερινών ανακοινώσεων και εξελίξεων στην Ουκρανία. Θα μπορούσε επίσης να χρησιμεύσει ως σημαντικό προοίμιο για την πολυαναμενόμενη 10η Διάσκεψη Αναθεώρησης της Συνθήκης περί μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων (NPT)» παρατήρησε και συνέχισε λέγοντας: «Από εθνική σκοπιά και δεδομένου ότι δεν υπάρχουν γρήγορες λύσεις για τον αφοπλισμό, πιστεύουμε ότι μόνο μέσω μιας σταδιακής προσέγγισης μπορούμε να φτάσουμε σε έναν πλήρη και επαληθεύσιμο πυρηνικό αφοπλισμό. Ένα κατάλληλο πρώτο βήμα θα ήταν η ολοκλήρωση της Συνθήκης Αποκοπής Σχάσιμων Υλικών και η καθολικοποίηση της Συνθήκης για την Πλήρη Απαγόρευση των Πυρηνικών Δοκιμών».
Επισήμανε επιπλέον τη σημασία που αποδίδει η Ελλάδα στο ζήτημα της διεύρυνσης. «Είμαστε ο μακροβιότερος παρατηρητής της Διάσκεψης για τον Αφοπλισμό, από το 1984. Έχουμε την άποψη ότι δεν υπάρχει λόγος να αποκλείονται κράτη-μέλη του ΟΗΕ από τις συζητήσεις για τον αφοπλισμό. Δεν πρέπει να περιορίζουμε τη συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις για θέματα αφοπλισμού μόνο σε εξήντα πέντε χώρες. Ειδικά σε μια εποχή που οι παγκόσμιοι μηχανισμοί ασφάλειας απαιτούν παγκόσμιες σχέσεις συνεργασίας. Είναι εξίσου παρωχημένο να παραμένει η διεύρυνση όμηρος διμερών ζητημάτων που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το αντικείμενο της Διάσκεψης για τον Αφοπλισμό» υπογράμμισε και κατέληξε λέγοντας: «Ο Έλεγχος των Εξοπλισμών και ο Αφοπλισμός προέκυψαν κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, προκειμένου να εξευρεθεί μια κοινή αντίληψη για θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια. Σήμερα, δεδομένων των πολλαπλών προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε, πρέπει να ανασυγκροτήσουμε αποτελεσματικά τη διαδικασία, για χάρη της παγκόσμιας ειρήνης και ασφάλειας. Η Ελλάδα είναι έτοιμη, ως υπεύθυνο μέλος της διεθνούς κοινότητας, να συμβάλει σε αυτή τη διαδικασία».