H μυοκαρδίτιδα είναι φλεγμονώδης προσβολή του μυοκαρδίου (του μυ της καρδιάς) συνήθως από ιούς και μικρόβια και σπανιότερα από ακτινοβολία, τοξικές ουσίες και φάρμακα. Περιγράφεται ως μια φλεγμονώδης διήθηση του μυοκαρδίου με νέκρωση και/ ή εκφυλισμό των μυϊκών κυττάρων. Μπορεί να είναι από ανεπαίσθητη έως ολέθρια.
Ο μυς της καρδιάς λειτουργεί σαν αντλία και κυκλοφορεί το αίμα σε όλο το σώμα. Εάν αυτός ο μυς υποστεί κάποια φλεγμονή, γίνεται αδύναμος και μειώνεται η λειτουργία του. Η μυοκαρδίτιδα δεν είναι μια απλή φλεγμονή του μυοκαρδίου της καρδιάς. Πρόκειται ουσιαστικά για καταστροφή του καρδιακού μυός. Ο καρδιακός μυς νεκρώνεται και καταστρέφεται σε ορισμένες περιοχές, ως αποτέλεσμα της προσβολής του από ιούς, μικρόβια ή τοξικές ουσίες.
Αίτια για τη μυοκαρδίτιδα
Τρεις κυρίως είναι οι τρόποι με τους οποίους μπορεί να προκληθεί μυοκαρδιακή βλάβη του τύπου της μυοκαρδίτιδας:
- η άμεση επίδραση του λοιμογόνου παράγοντα στο μυοκάρδιο (ιογενή μυοκαρδίτιδα).
- η επίδραση τοξινών στο μυοκάρδιο (π.χ. διφθερίτιδα).
- η βλάβη του μυοκαρδίου μέσω ανοσοβιολογικών μηχανισμών σε οξεία ή χρόνια φάση.
Συμπτώματα της μυοκαρδίτιδας
Τις περισσότερες φορές ο άρρωστος δεν αντιλαμβάνεται το παραμικρό. Η προσβολή έχει περιορισμένη έκταση και δεν αφήνει κανένα κατάλοιπο. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, ο άρρωστος εμφανίζει συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας, με αιφνίδια δύσπνοια ή με δύσπνοια που εκδηλώνεται σιγά σιγά. ´Άλλοτε πάλι η μυοκαρδίτιδα εκδηλώνεται με καρδιακές αρρυθμίες, που πολλές φορές απειλούν την ίδια τη ζωή του ασθενούς. Σε ορισμένες μάλιστα, περιπτώσεις, οι αρρυθμίες εκδηλώνονται με συγκοπή ή ακόμη και με αιφνίδιο θάνατο, ιδίως σε αθλητές ή αθλούμενους νέους.
Οι εξετάσεις αίματος, οι ακτίνες-Χ, ο έλεγχος της καρδιακής ηλεκτρικής δραστηριότητας και το σπινθηρογράφημα καρδιάς μπορεί να αναδείξουν πιθανά καρδιακά προβλήματα. Και επειδή πολλές ιικές μολύνσεις της καρδιάς δεν εμφανίζουν συμπτώματα, η νόσος καθίσταται δύσκολο να εντοπιστεί. Όταν, όμως, τα συμπτώματα εμφανιστούν, μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Μυϊκό πόνο.
- Λιποθυμία.
- Δυσκολία στην αναπνοή.
- Πόνο στο στήθος.
- Πυρετό.
- Ανώμαλο καρδιακό παλμό.
- Κόπωση.
- Πονόλαιμο.
- Πόνο ή πρήξιμο στις αρθρώσεις και τα πόδια.
Μυοκαρδίτιδα – Θεραπεία
Σε υποψία μυοκαρδίτιδας ο γιατρός θα ζητήσει τη διενέργεια ειδικών αιματολογικών εξετάσεων, ηλεκτροκαρδιογραφήματος και υπερηχογραφήματος της καρδιάς, με σκοπό να επιβεβαιώσει τη διάγνωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί και βιοψία του μυοκαρδίου, δηλαδή λήψη ενός μικρού δείγματος μυοκαρδιακού ιστού και μικροσκοπική εξέτασή του.
Εκτός από την σαρκοείδωση και κάποια αυτοάνοσα νοσήματα (π.χ. συστηματικός ερυθηματώδης λύκος) όπου η μυοκαρδίτιδα μπορεί να αντιμετωπιστεί με κορτικοστεροειδή, καμία αποδεδειγμένα αποτελεσματική θεραπεία δεν είναι προς το παρόν διαθέσιμη για την θεραπεία ενεργής μυοκαρδίτιδας.
Συνήθως η ασθένεια παρέρχεται από μόνη της.
Συστήνεται ανάπαυση του ασθενούς για χρονικό διάστημα περίπου 6 μηνών με σκοπό να δοθεί χρόνος στο ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού να αντιδράσει ικανοποιητικά. Φάρμακα απαιτούνται για την αντιμετώπιση των επιπλοκών της μυοκαρδίτιδας, κατά την εξέλιξή της σε χρόνια φάση. Οι ασθενείς προειδοποιούνται να σταματούν την άσκηση, αν υπάρξει δυσκολία στην αναπνοή και διδάσκονται να αναγνωρίζουν τα σημεία συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας.
Επιπλέον η θεραπεία εξαρτάται από την αιτία και την σοβαρότητα της κατάστασης του κάθε ασθενούς και συνήθως περιλαμβάνει:
- Έλεγχο ή θεραπεία της αιτίας της φλεγμονής.
- Μείωση της δουλειάς που πρέπει να πραγματοποιήσει η καρδιά.
- Θεραπεία σε καρδιακές ανωμαλίες που προξένησαν την φλεγμονή.
- Φαρμακευτική αγωγή.
- Βηματοδότη.