Η εμπειρία των προηγούμενων μηνών και η επιτυχημένη διαχείριση του πρώτου και του δεύτερου κύματος της πανδημίας δείχνει ότι ακόμη και στο ενδεχόμενο ενός τρίτου κύματος, η κυβέρνηση θ’ αντιμετωπίσει το ίδιο αποφασιστικά και αξιόπιστα κάθε νέα πρόκληση.
Αυτό τονίζει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γενικός Διευθυντής της ΝΔ και Αντιπρόεδρος του ΕΒΕΑ, Γιάννης Μπρατάκος, προσθέτοντας ότι η κοινωνία βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής της ΝΔ για το 2021 και γι’ αυτό θα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις που προωθούν τη μεσοπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη προς όφελος όλων των πολιτών.
Αναφέρεται, επίσης, στις προτεραιότητες του αναπτυξιακού μοντέλου, εν όψει και της αξιοποίησης των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, και υπογραμμίζει ότι η επιτυχημένη πορεία του προγράμματος εμβολιασμού και της Δημόσιας Υγείας, μαζί με την ουσιαστική στήριξη στο επιχειρείν, θα βελτιώσουν αισθητά την αποτελεσματικότητα του σχεδίου της κυβέρνησης.
ΕΡ.: Το δεύτερο κύμα της πανδημίας δείχνει να αναχαιτίστηκε και σταδιακά να ανοίγουν οι δραστηριότητες. Φοβάστε ένα τρίτο κύμα; Και τι απαντάτε σε όσους ισχυρίζονται πως η κυβέρνηση έβαλε στη «ζυγαριά» το άνοιγμα του λιανεμπορίου με τη δημόσια υγεία – και διάλεξε το πρώτο;
ΑΠ.: Το 2021 ξεκίνησε με βάσιμες ελπίδες για τη σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας από την πανδημία και την αποκατάσταση του τρόπου ζωής μας. Επιστροφή στην καθημερινότητα μετά απ’ όσα «θυσιάσαμε» με την καραντίνα για να αντιμετωπίσουμε την COVID-19 – αυτό είναι που ζητάει ο πολίτης, αυτό είναι το πρώτο μέλημα της κυβέρνησης.
Ο εμβολιασμός που ξεκίνησε έγκαιρα, κατάλληλα σχεδιασμένα και οργανωμένα και η αυξανόμενη προθυμία των ανθρώπων να εμβολιαστούν, διαφοροποιούν το 2021 από το 2020 και μπορεί να βοηθήσουν ώστε αυτές οι ελπίδες να γίνουν πραγματικότητα. Έτσι αισιόδοξα νιώθουμε σε κάθε βήμα που γίνεται στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Ακόμα και στο ενδεχόμενο ενός «τρίτου κύματος», είμαστε σίγουροι ότι θα αντιμετωπίσουμε το ίδιο αποφασιστικά και αξιόπιστα κάθε νέα πρόκληση. Το αποδείξαμε με τα μέτρα που πήραμε στη διάρκεια των δέκα προηγούμενων κρίσιμων μηνών.
ΕΡ.: Αρκούν τα 7,5 δις ευρώ που έχει εγγράψει στον προϋπολογισμό του 2021 για τη στήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων λόγω της πανδημίας η κυβέρνηση; Με δεδομένο ότι το πρόγραμμα των εμβολιασμών δείχνει να πηγαίνει πίσω λόγω των προβλημάτων με την παράδοση των δόσεων από τις φαρμακευτικές εταιρείες, μήπως θα χρειαστούν πρόσθετοι πόροι, και από πού θα βρεθούν;
ΑΠ.: Να βάλουμε τα πράγματα στην πραγματική τους διάσταση. Το πρόγραμμα των εμβολιασμών προχωράει στη χώρα μας οργανωμένα και σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό, σε σχέση με τις παραδόσεις των εμβολίων και τον προγραμματισμό μας.
Μην ξεχνάτε ότι το εμβληματικό αυτό εγχείρημα γίνεται συντονισμένα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και ότι η Ελλάδα συμμετέχει τόσο στον επιστημονικό όσο και στον επιτελικό τομέα διαχείρισης της πανδημίας στην ΕΕ.
Δεύτερον, όπως έχει σημειώσει ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, οι δράσεις μας για το 2021 ενισχύονται στον προϋπολογισμό με επιπλέον – το τονίζω, επιπλέον – 7,5 δισ. ευρώ, που θα χρησιμοποιηθούν για να τονωθεί η ζήτηση, η απασχόληση και να προωθηθεί η επανεκκίνηση της οικονομίας. Επίσης, θα θυμίζω ότι η Κυβέρνηση προχώρησε με φορολογικές και ασφαλιστικές ελαφρύνσεις, μια από τις προεκλογικές δεσμεύσεις της ΝΔ.
Η κοινωνία βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής μας για το 2021. Με το εμβόλιο – το επιστημονικό εργαλείο του 21ου αιώνα – και τον προϋπολογισμό της γρήγορης οικονομικής ανάκαμψης, θα συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις που προωθούν τη μεσοπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη, προς όφελος όλων των πολιτών.
ΕΡ.: Υπάρχει, όμως, και η επόμενη μέρα της πανδημίας. Πώς μπορεί η κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι θα επιστρέψουμε στην ανάπτυξη και η ανάκαμψη θα είναι γρήγορη;
ΑΠ.: Έχοντας ξεκινήσει ακόμη και πριν από την πανδημία, οι μεταρρυθμίσεις που έχουμε κάνει – για παράδειγμα στον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους – έχουν πλέον βρει νέα δυναμική. Έχουν καταστεί σημαντικές και σε μεγάλο βαθμό μη αναστρέψιμες αλλαγές στον τρόπο που λειτουργεί και συνδιαλέγεται ο πολίτης και το επιχειρείν με το Κράτος. Η Ελληνική κοινωνία έδειξε ότι είναι έτοιμη για αλλαγές, ακόμα πιο μεγάλης κλίμακας. Μεταξύ άλλων, για δράσεις που αφορούν την αισθητή μείωση των διαπεριφερειακών ανισοτήτων, την περαιτέρω ενίσχυση των καινοτόμων εταιρειών και την εκτενή χρήση του διαδικτύου για προβολή και εξαγωγές, την πράσινη βιώσιμη οικονομία και άλλες.
Μετατοπίζοντας την προσοχή μας στις θεσμικές και πολιτικές διαστάσεις της μετάβασης από μια χαμηλής προστιθέμενης αξίας τοπική οικονομική δραστηριότητα που είναι ευάλωτη στη συγκυρία όπως για παράδειγμα ο τουρισμός, σε μια οικονομία που στοχεύει στα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τον πλούτο της παγκοσμιοποίησης στηριζόμενη στις δικές της δυνάμεις. Για μια Ελλάδα που, όπως τόνισε ο πρωθυπουργός πρόσφατα στη Βουλή, παράγει, εξάγει και ευημερεί.
ΕΡ.: Πώς και πού πρέπει να αξιοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, και τι σημαίνει για την ελληνική οικονομία η «ψηφιακή μετάβαση» και η στροφή στην «πράσινη ανάπτυξη»;
ΑΠ.: Η ψηφιακή τεχνολογία και η επιλογή μας για στροφή στην πράσινη οικονομία, στην ψηφιακή οικονομία με τα ευέλικτα start-ups, ιδίως στον τουρισμό, στον αγροδιατροφικό τομέα, στην κτηματαγορά, στη βιοφαρμακευτική, στις ΑΠΕ και στη Ναυτιλία, αποτελούν την αιχμή του δόρατος για το παραγωγικό μοντέλο που θέλουμε για την «επόμενη» ημέρα. Η δυνατότητα που μας δίνεται μέσα από τα εξειδικευμένα προγράμματα / άξονες του Ταμείου Ανάκαμψης δεν είναι μια «αναδιάταξη του επιχειρείν», αλλά τα χρηματοδοτικά εργαλεία για μια μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη με ρυθμούς πρωτόγνωρους για την ελληνική οικονομία.
ΕΡ.: Τι είναι πιο σημαντικό κατά τη γνώμη σας: η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας ή η προσέλκυση ξένων επενδύσεων; Και ποιές είναι οι προϋποθέσεις για ένα επιτυχημένο πλάνο;
ΑΠ.: Και τα δύο αποτελούν συμπληρωματικές δράσεις του ίδιου αναπτυξιακού μοντέλου.
Η εξωστρεφής ανταγωνιστική ελληνική οικονομία αποτελεί τον καλύτερο «πρεσβευτή» της χώρας μας διεθνώς για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, στην κατεύθυνση της βιώσιμης και σταθερής μακροχρόνιας ανάπτυξης.
Η επιτυχημένη πορεία του προγράμματος εμβολιασμού και της Δημόσιας Υγείας, μαζί με την ουσιαστική στήριξη στο «επιχειρείν», θα βελτιώσουν αισθητά την αποτελεσματικότητα του σχεδίου μας.