Μετά από έναν χρόνο υγειονομικής κρίσης και περιορισμών στη λειτουργία της αγοράς, οι αντοχές των επιχειρήσεων έχουν περιοριστεί δραματικά. Οι ζημιές που προκαλούνται στην πραγματική οικονομία από την –επιβεβλημένη, λόγω των επιδημιολογικών δεδομένων– παράταση των μέτρων αναχαίτισης της πανδημίας, τείνουν να γίνουν ανεπανόρθωτες, ιδιαίτερα σε κλάδους με σημαντική συμβολή στο ΑΕΠ, όπως το εμπόριο, η εστίαση, ο τουρισμός κ.ά.

Σε αυτό το πλαίσιο η επέκταση και ενίσχυση των δράσεων στήριξης της αγοράς από την πλευρά της Πολιτείας είναι προφανώς απαραίτητη. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν πρόσφατα από τον πρωθυπουργό και εξειδικεύθηκαν στη συνέχεια από τον υπουργό Ανάπτυξης θα προσφέρουν αναμφίβολα σημαντικές ανάσες σε επιχειρήσεις και εργαζομένους. Ο επιχειρηματικός κόσμος ανέμενε, άλλωστε, και νέα επιστρεπτέα προκαταβολή και βελτίωση των όρων των πρώτων επιστρεπτέων προκαταβολών, ώστε ένα ποσό από αυτές να καταστεί μη επιστρεπτέο. Ανέμενε, επίσης, το νέο πρόγραμμα «Γέφυρα» σε διευρυμένη μορφή, ώστε να περιλαμβάνει και επιχειρήσεις.

Το ζητούμενο, ωστόσο, είναι αν αυτά τα μέτρα μπορούν να δώσουν οριστικές λύσεις στην καταρρέουσα οικονομία και αγορά, προλαμβάνοντας προβλήματα της επόμενης μέρας. Αυτή τη στιγμή χιλιάδες επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα δεν αντιμετωπίζουν μόνο την ασφυκτική έλλειψη ρευστότητας, αλλά και μια χιονοστιβάδα χρεών που διαρκώς μεγαλώνει. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος σχετικά με τα ληξιπρόθεσμα δάνεια, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αδυνατούν να εξυπηρετήσουν το 47% των δανείων τους, ενώ οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες αδυνατούν να καταβάλουν κανονικά τις δόσεις για το 55,4% των δανείων τους.

Για τον λόγο αυτό η Επιμελητηριακή Κοινότητα έχει τονίσει επανειλημμένα ότι, πέραν των θετικών μέτρων στήριξης, θα πρέπει να υπάρξει και συντονισμένη δράση για το κούρεμα των χρεών που δημιουργήθηκαν εν μέσω της πανδημίας. Πρόκειται για μια κίνηση επιβεβλημένη ηθικά, στον βαθμό που η συσσώρευση αυτών των οφειλών σχετίζεται με εξωτερικούς παράγοντες, αλλά και πρακτικά προκειμένου να μην εγκλωβιστούν βιώσιμες επιχειρήσεις και συνολικά η ελληνική οικονομία, σε μια νέα δίνη ιδιωτικού χρέους.

Παράλληλα, θα πρέπει η κυβέρνηση να σχεδιάσει την πολιτική της όσον αφορά το πότε και το πώς θα επαναλειτουργήσει η αγορά, ώστε να αποκατασταθεί η ομαλότητα. Κανείς δεν παραγνωρίζει ότι πρωταρχική προτεραιότητα παραμένει η προστασία της δημόσιας υγείας. Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να εξεταστούν όλες οι διαθέσιμες επιλογές και λύσεις, για να μπορέσουν να διασωθούν οι επιχειρήσεις και οι θέσεις εργασίας των εργαζομένων τους.

Η γραμμή μεταξύ της ανάγκης για διαχείριση της πανδημίας και της ανάγκης για επιβίωση της οικονομίας θα εξακολουθήσει να είναι λεπτή για ένα διάστημα ακόμα. Είμαστε υποχρεωμένοι όλοι –κυβέρνηση, αγορά, κοινωνία– να την βαδίσουμε με προσοχή, μέχρι να φθάσουμε στο τέλος αυτής της πρωτόγνωρης κρίσης, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι την επόμενη μέρα θα υπάρχουν ζωντανές επιχειρήσεις, θέσεις εργασίας και εισοδήματα.

 

Δείτε όλες τις  τελευταίες Ειδήσεις από την  Ελλάδα και τον  Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο  Radar.gr.