Στην προσπάθεια ανάκαμψης από την πανδημία, η ελληνική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια μεγάλη διπλή πρόκληση, η οποία αφορά το χρέος. Σήμερα, το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος στη χώρα ξεπερνά τα 580 δισ. ευρώ και είναι σχεδόν τετραπλάσιο του ΑΕΠ. Από αυτό το ποσό, σχεδόν 243 δισ. αφορούν το ιδιωτικό χρέος, δηλαδή τις μη εξυπηρετούμενες οφειλές ιδιωτών –επιχειρήσεων, ελεύθερων επαγγελματιών, νοικοκυριών– προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία, τις τράπεζες και τις εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια. Το βάρος αυτό αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά εντός του 2021. Σύμφωνα, μάλιστα, με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος η κρίση αναμένεται να δημιουργήσει μια νέα γενιά «κόκκινων» δανείων, της τάξης των 8-10 δισ. ευρώ για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες ήδη διαθέτουν υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Τα μέτρα που έχει λάβει μέχρι τώρα η κυβέρνηση, όπως οι ρυθμίσεις οφειλών και το πρόγραμμα «Γέφυρα» –το οποίο περιλαμβάνει πλέον και επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες– είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, παρέχουν μόνο μια πρόσκαιρη ανάσα, χωρίς να δίνουν οριστική λύση στο πρόβλημα της εκτόξευσης του ιδιωτικού χρέους.

Για να μειωθεί η πίεση που δημιουργείται στην πραγματική οικονομία είναι απαραίτητη η ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους με ανάληψη, ουσιαστικά, ενός μέρος του από τον δημόσιο τομέα. Κι αυτό μπορεί να υλοποιηθεί μόνο εφόσον υπάρξει αντίστοιχη κίνηση ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους στο πλαίσιο της Ευρωζώνης. Θα πρέπει, συγκεκριμένα, να ληφθεί απόφαση ώστε να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα στη μετατροπή τμήματος του δημοσίου χρέους που βρίσκεται στα χέρια της σε ένα ομόλογο χωρίς τακτή λήξη και χωρίς τοκομερίδιο. Κάτι που θα ανακούφιζε άμεσα τις δανειακές επιβαρύνσεις.

Πέρα από την Ελλάδα, άλλωστε, αντίστοιχα προβλήματα αρχίζουν να εμφανίζονται και σε άλλες χώρες, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία. Οι συνήθεις ενστάσεις περί ηθικού κινδύνου στην προκειμένη περίπτωση δεν ισχύουν, καθώς τώρα έχουμε χρέη που στη συντριπτική τους πλειονότητα δημιουργήθηκαν λόγω της πανδημίας και των περιορισμών που τα κράτη έβαλαν για την αντιμετώπισή της. Το άδικο, επομένως, θα είναι να καταδικαστούν οι κοινωνίες σε κατάσταση ασφυξίας, εξαιτίας χρεών για τα οποία δεν ευθύνονται.

Πέρα από το ιδιωτικό, υπάρχει βεβαίως και το δημόσιο χρέος, το οποίο αυξήθηκε στη διάρκεια της πανδημίας. Το 2020 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι άγγιξε το 207% του ΑΕΠ, από 180,5% του ΑΕΠ το 2019. Από το 2021 ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται ότι θα ακολουθήσει πτωτική τάση, καθώς θα αποσύρονται τα έκτακτα μέτρα που σχετίζονται με την πανδημία και η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι η εξυπηρέτηση του χρέους θα ασκήσει πιέσεις στον κρατικό προϋπολογισμό, ιδιαίτερα μετά τη λήξη του προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Αποτελεί, επομένως, μείζον ζητούμενο για το επόμενο διάστημα η αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους, προκειμένου να διατηρηθεί βιώσιμο μεσοπρόθεσμα. Κι αν κάτι μας δίδαξε η εμπειρία της προηγούμενης δεκαετίας είναι ότι αυτό θα πρέπει να γίνει μέσα από την επιδίωξη ταχύτερης ανάπτυξης και όχι μέσα από τη δογματική εμμονή σε πολιτικές λιτότητας. Μετά την πανδημία είναι απαραίτητη η επιστροφή του προϋπολογισμού σε πρωτογενή πλεονάσματα, ώστε να διασφαλίζεται η εξυπηρέτηση του χρέους. Ωστόσο, η απαίτηση για υπερβολικά υψηλά πλεονάσματα θα λειτουργήσει ως μέγγενη στην οικονομία, υποβαθμίζοντας τις προοπτικές ανάπτυξης.

Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να διαμορφωθούν ρεαλιστικοί δημοσιονομικοί στόχοι μετά την πανδημία και την άρση της ρήτρας γενικής διαφυγής που ισχύει φέτος. Θα πρέπει, στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας, να ληφθούν υπόψη τα νέα δεδομένα και να υιοθετηθούν προσεγγίσεις που θα επιτρέψουν την ομαλή προσαρμογή κάθε χώρας.

Η διαχείριση του νέου ιδιωτικού και δημόσιου χρέους που προκάλεσε η πανδημία θα επηρεάσει σημαντικά την ανάκαμψη της επόμενης μέρας στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα ζήτημα που απαιτεί κατάλληλες επιλογές οικονομικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο, ωστόσο επιβάλλεται η ανάληψη πρωτοβουλιών και στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ας ελπίσουμε ότι η ανταπόκριση θα είναι ανάλογη των περιστάσεων.

 

Δείτε όλες τις  τελευταίες Ειδήσεις από την  Ελλάδα και τον  Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο  Radar.gr.