Ο θαλάσσιος τουρισμός –ειδικότερα ο τουρισμός σκαφών αναψυχής– είναι μια από τις πιο δυναμικές ειδικές μορφές του σύγχρονου τουρισμού, με σημαντική ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο και ουσιαστική συνεισφορά στις εθνικές και τοπικές οικονομίες υποδοχής. Ο κύκλος εργασιών του, ο οποίος περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα  δραστηριοτήτων φιλοξενίας και αναψυχής, έχει καθοριστικό ρόλο στην επιχειρηματικότητα και στην απασχόληση.

Σύμφωνα με μελέτη του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, για κάθε 100 θέσεις ελλιμενισμού σκαφών δημιουργούνται 4,4 άμεσες θέσεις εργασίας και άλλες 100 έμμεσες θέσεις εργασίας στην ευρύτερη περιοχή της μαρίνας, όπου δραστηριοποιούνται επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις εξυπηρέτησης σκαφών, συντήρησης, τροφοδοσίας κ.ά.

Η Ελλάδα, διαθέτοντας ακτογραμμή 13.700 χιλιομέτρων, ευνοϊκό κλίμα, μικρές αποστάσεις μεταξύ προορισμών, πλούσια φυσική και πολιτιστική κληρονομιά, αλλά και αξιόλογο στόλο σκαφών αναψυχής, συνδυάζει μια σειρά από πλεονεκτήματα που της επιτρέπουν να χτίσει ένα ανταγωνιστικό προϊόν στον τομέα του θαλάσσιου τουρισμού. Απαραίτητη προϋπόθεση στο πλαίσιο αυτό είναι η ανάπτυξη κατάλληλη τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων, οι οποίες θα ενισχύσουν τόσο την έλευση όσο και την παραμονή τουριστικών σκαφών αναψυχής στη χώρα μας.

Η σημασία της διαμόρφωσης ενός λειτουργικού δικτύου τουριστικών λιμένων με ικανή χωρητικότητα και ποιοτικά χαρακτηριστικά, έχει αναγνωριστεί εδώ και χρόνια από την Πολιτεία. Ωστόσο, το ισχύον από το 1993 νομοθετικό πλαίσιο για τη δημιουργία της συγκεκριμένης υποδομής –μαρίνες, καταφύγια και αγκυροβόλια– δεν έχει αποδώσει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι νησιά με παγκόσμια αναγνωρισιμότητα, όπως η Μύκονος και η Κρήτη, είτε δεν διαθέτουν καμμία μαρίνα, είτε οι υποδομές τους δεν συμβαδίζουν με το επίπεδο του τουριστικού τους προϊόντος.

Όπως επισημαίνεται σε υπό δημοσίευση μελέτη, ενώ στην Ελλάδα έχει χωροθετηθεί πληθώρα εγκαταστάσεων, ένα μικρό ποσοστό αυτών έχουν προχωρήσει στο στάδιο της κατασκευής. Για την ακρίβεια, σήμερα έχουν κατασκευαστεί και λειτουργούν μόλις 37 από τους 168 χωροθετημένους τουριστικούς λιμένες, δηλαδή το 22% του χωροθετημένου δικτύου, ενώ είναι διαθέσιμο μόνο το 30,9% των χωροθετημένων θέσεων ελλιμενισμού. Σημαντικό εμπόδιο στην ανάπτυξη, αλλά και την ομαλή λειτουργία των μαρίνων στην Ελλάδα, φαίνεται να αποτελεί το ισχύον πλαίσιο διακυβέρνησης.

Ένα πλαίσιο, το οποίο χαρακτηρίζεται από πληθώρα φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης, υψηλή συμμετοχή κρατικών αρχών στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των τουριστικών λιμένων, καθώς και στην άμεση ή έμμεση εμπλοκή περισσότερων υπουργείων και φορών στην εποπτεία τους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολύπλοκες και χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες.

Τα στοιχεία αυτά δείχνουν προς την κατεύθυνση των παρεμβάσεων που θα απαιτηθούν, προκειμένου η Ελλάδα να μπορέσει να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητές της στον τομέα του θαλάσσιου τουρισμού. Είναι απαραίτητο να υπάρξει μια ολοκληρωμένη στρατηγική, με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των τουριστικών λιμένων της χώρας.

Η στρατηγική αυτή θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιλαμβάνει την αξιολόγηση των ήδη χωροθετημένων εγκαταστάσεων και την απεμπλοκή όσων μπορούν να ολοκληρωθούν κατασκευαστικά, την επιτάχυνση του προγράμματος αποκρατικοποίησης των τουριστικών λιμένων που κατέχει το ΤΑΙΠΕΔκαι την επικαιροποίηση του υφιστάμενου μοντέλου παραχώρησης, την ανάπτυξη νέων χρηματοδοτικών εργαλείων για την υποστήριξη επενδύσεων, τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης και εποπτείας, την αναβάθμιση του πλαισίου διοίκησης και διαχείρισης με ενίσχυση της ψηφιοποίησης κ.ά.

Εφαρμόζοντας μια ολιστική προσέγγιση στο θέμα της κατασκευής και λειτουργίας τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων η Ελλάδα μπορεί να διαμορφώσει προϋποθέσεις για την προσέλκυση νέων, βιώσιμων επενδύσεων και να αναδείξει το θαλάσσιο τουρισμό σε πόλο προστιθέμενης αξίας, για την εθνική και τις τοπικές οικονομίες.