Την εκτίμησή της ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη είναι πιθανό να παραμείνει υψηλός στο εγγύς μέλλον, εξέφρασε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ.

Μιλώντας ενώπιον της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, με αφορμή την 20ή επέτειο από την κυκλοφορία του κοινού νομίσματος, του ευρώ, και το έργο της ΕΚΤ για το 2021, η πρόεδρος Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι «το τρέχον κύμα της πανδημίας και οι σχετικοί περιορισμοί είναι πιθανό να συνεχίσουν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη στις αρχές του τρέχοντος έτους. Δύο άλλοι παράγοντες, δηλαδή τα προβλήματα στον εφοδιασμό και το υψηλό ενεργειακό κόστος, αναμένεται επίσης να μειώσουν την οικονομική δραστηριότητα στο εγγύς μέλλον».
Ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια την κυρία Λαγκάρντ «ο οικονομικός αντίκτυπος του τρέχοντος κύματος πανδημίας φαίνεται να είναι λιγότερο επιζήμιος για τη δραστηριότητα σε σχέση με τα προηγούμενα κύματα. Επιπλέον, οι προαναφερθέντες περιορισμοί στην εφοδιαστική αλυσίδα, θα συνεχίσουν να υφίστανται για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να αρχίσουν να χαλαρώνουν. Αυτό θα επιτρέψει στην οικονομία να ανακάμψει εκ νέου αργότερα εντός του έτους».

Ο πληθωρισμός αυξήθηκε απότομα τους τελευταίους μήνες

Σύμφωνα με την πρόεδρο της ΕΚΤ «ο πληθωρισμός αυξήθηκε απότομα τους τελευταίους μήνες και μας εξέπληξε καθώς κινήθηκε περαιτέρω ανοδικά τον Ιανουάριο, με το ποσοστό να αυξάνεται στο 5,1% από 5% τον Δεκέμβριο. Ο πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει υψηλός στο εγγύς μέλλον. Οι τιμές της ενέργειας εξακολουθούν να είναι ο κύριος λόγος για τον αυξημένο ρυθμό πληθωρισμού. Ο άμεσος αντίκτυπός τους αντιπροσώπευε πάνω από το ήμισυ του μετρούμενου πληθωρισμού τον Ιανουάριο και το ενεργειακό κόστος ωθεί επίσης τις τιμές σε πολλούς τομείς. Οι τιμές των τροφίμων έχουν επίσης αυξηθεί, λόγω εποχιακών παραγόντων, του αυξημένου κόστους μεταφοράς και της υψηλότερης τιμής των λιπασμάτων».

Η κυρία Λαγκάρντ υποστήριξε ότι αναφορικά με την αξιολόγηση κινδύνου, η ΕΚΤ συνεχίζει να θεωρεί τους κινδύνους για τις οικονομικές προοπτικές ως γενικά ισορροπημένους μεσοπρόθεσμα. Οι αβεβαιότητες που σχετίζονται με την πανδημία έχουν κάπως υποχωρήσει. Ταυτόχρονα, οι γεωπολιτικές εντάσεις έχουν αυξηθεί και το επίμονα υψηλό κόστος ενέργειας θα μπορούσε να ασκήσει ισχυρότερη από την αναμενόμενη επιβράδυνση στην κατανάλωση και τις επενδύσεις. Συνοψίζοντας, η πρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε ότι η οικονομία της Ευρωζώνης συνέχισε να ανακάμπτει, αν και η ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει υποτονική το πρώτο τρίμηνο του 2022. «Αν και η προοπτική για τον πληθωρισμό είναι αβέβαιη, είναι πιθανό να παραμείνει υψηλά για περισσότερο από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως, αλλά να υποχωρήσει στη διάρκεια του τρέχοντος έτους» υπογράμμισε η κυρία Λαγκάρντ.

Από την πλευρά του ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι υπογράμμισε, με αφορμή τα 20 έτη κυκλοφορίας του ευρώ ως κοινού νομίσματος στην Ευρωζώνη, ότι η ΕΕ έχει εκδώσει 78,5 δισεκατομμύρια σε ομόλογα για το NextGenerationEU, ωστόσο πρέπει επίσης να προσελκύσουμε διεθνείς επενδυτές. 250 δισεκατομμύρια πράσινων ομολόγων θα μας επιτρέψουν να γίνουμε ηγέτες σε αυτή τη διεθνή αγορά. Στη συνέχεια πρέπει να ολοκληρώσουμε την Τραπεζική Ένωση και να προχωρήσουμε προς την ένωση των κεφαλαιαγορών». Όπως υπογράμμισε ο Επίτροπος Τζεντιλόνι «στην τρέχουσα γεωπολιτική αβεβαιότητα, πρέπει να υπερβούμε τις διαφορές για να οικοδομήσουμε μια ισχυρή Ευρώπη».