Μιλώντας στο πάνελ του Συνεδρίου του Economist, με τίτλο: «Οι οικονομικές προοπτικές για τη χώρα και την περιφέρεια», ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης ξεκίνησε την παρέμβασή του υπογραμμίζοντας την εντολή, που έχει λάβει η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, όπως είπε.
Την εντολή, για «μια χώρα υψηλών απαιτήσεων και αυξημένων προσδοκιών. Η κριτική οφείλει να είναι αυστηρή, γιατί τώρα που μπαίνουμε σε ένα κύκλο κανονικότητας, παρά τις δυσκολίες, έχουμε την υποχρέωση να συνεχίσουμε το δρόμο που χαράξαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια».
Και, εξειδικεύοντας εν συνεχεία, «δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια η χώρα μας είναι πρώτη στην ποσοστιαία μείωση χρέους, όπως δεν είναι τυχαίο ότι ο δείκτης στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις ελληνικές τράπεζες, από το 45%, σήμερα είναι μονοψήφιος. Δεν είναι τυχαίο ότι συνεχίζουμε το πρόγραμμα “Ηρακλής”, δεν είναι τυχαίο ότι και ευρωπαϊκές τράπεζες επενδύουν σε ένα τραπεζικό σύστημα με καλούς ισολογισμούς, όπως φαίνεται. Τα αποτελέσματα αυτά αντανακλώνται και στους ρυθμούς ανάπτυξης, είναι διπλάσιοι από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο τα τελευταία δύο χρόνια. Όπως (αντανακλώνται) και στη μείωση της ανεργίας και την αύξηση των θέσεων απασχόλησης. Εν μέσω πανδημικής κρίσης και μιας απειλής να βυθιστεί η κοινωνία, καταφέραμε η ελληνική οικονομία να παράξει επιπλέον 300.000 θέσεις εργασίας και η ανεργία να βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2010», υπογράμμισε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
Επιπλέον, οι κυβερνητικές προτεραιότητες για το επόμενο διάστημα και στο πλαίσιο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι: «δημόσια διοίκηση, δικαιοσύνη, υγεία και βέβαια ο οικονομικός μετασχηματισμός, που ενσωματώνει αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, όπως στη φορολογική δικαιοσύνη, τις κεφαλαιαγορές κ.α. Σε αυτά θα επιμείνουμε και για αυτό εκεί υπάρχει ένα δικό μας πρόγραμμα ιδιοκτησίας».
Εξάλλου, συνέχισε, «η συζήτηση για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας συνδέεται με τη συζήτηση για την ιδιοκτησία του προγράμματος [...] Το να επιταχύνουμε και να τρέξουμε γρήγορα το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι προς όφελος της χώρας μας, είναι βασικός επενδυτικός πυλώνας, αλλά και καταλύτης για τις μεταρρυθμίσεις».
Έκανε, μάλιστα, γνωστό απαντώντας σε σχετική ερώτηση της δημοσιογράφου Joan Hoey, ότι «βρισκόμασταν σε μια συζήτηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πράγματι είμαστε πολύ κοντά αυτές τις ημέρες να κλείσει το κείμενο της αναθεώρησης που θα αντικατοπτρίζει τη δουλειά που έχει γίνει στο Ταμείο». Ταυτοχρόνως, όμως, «θα έχει νέες μεταρρυθμίσεις στον οικονομικό πυλώνα κυρίως, αλλά και στον κοινωνικό πυλώνα, και ταυτόχρονα θα υποβάλουμε ένα νέο αίτημα για 5 δισ. δάνεια. Έως τώρα έχουν υποβληθεί προτάσεις για 20 δισ. και έχουν συμβασιοποιηθεί 8 δισ. ιδιωτικά σχέδια. Στοίχημα για εμάς, αυτή τη στιγμή, είναι η υλοποίηση και τίποτε άλλο. Έχουμε μπροστά μας 2,5 χρόνια και επί τη βάσει του αναθεωρημένου προγράμματος (πρέπει) να απορροφήσουμε γρήγορα, να καλύψουμε το επενδυτικό κενό, να ενισχύσουμε τις παραγωγικές δυνάμεις της ελληνικής οικονομίας. Νομίζω πως είμαστε σε ένα καλό δρόμο και σε συνεχή συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ώστε να το πετύχουμε».
Από την πλευρά του, ο Martin Bijsterbosch της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τόνισε πως το βασικό, κατ’ αυτόν, μήνυμα που «πρέπει να εκπέμψουμε σήμερα», είναι ότι «η Ελλάδα έκανε τεράστια πρόοδο, αλλά έχει πολλά ακόμη να κάνει προκειμένου να επανέλθει σε ένα βιώσιμο μονοπάτι πραγματικής σύγκλισης με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης -και όταν λέω σύγκλιση, εννοώ το ΑΕΠ κατά κεφαλήν».
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Paolo Fioretti του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας σημείωσε αφενός ότι είναι το τέλος ενός μεγάλου ταξιδιού για την κυβέρνηση και την ελληνική κοινωνία και αφετέρου ότι «δεν πρέπει να επαναπαυθούμε, ιδίως η ελληνική κυβέρνηση και η χώρα εν γένει. Τα επιτεύγματα αυτά είναι τα πρώτα βήματα σε ένα νέο ταξίδι».