«Ο προβληματισμός στην Κομισιόν είναι τεράστιος για την ενεργειακή κρίση που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στην ΕΕ. Το σκηνικό μεταφέρθηκε και στο ECOFIN με αντίστοιχους …πονοκεφάλους αφού η εκρηκτική άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου έχει οδηγήσει σε …τούμπα των δεδομένων στην αγορά της ηλεκτροπαραγωγής.

Ήδη η τιμή του φυσικού αερίου σε πρόσφατο  ολλανδικό συμβόλαιο TTF έσπασε το φράγμα των 100 ευρώ και σκαρφάλωσε μέχρι τα 104 ευρώ. Με την εξέλιξη αυτή οι μονάδες φυσικού αερίου παύουν να είναι οικονομικότερες έναντι των μονάδων λιγνίτη, ακόμη και με το κόστος των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων στα επίπεδα των 60 ευρώ ανά τόνο  ενώ σήμερα η τιμή των ρύπων βρίσκεται σταθερά πάνω από 62-63 ευρώ ανά τόνο.  Να θυμίσω πως πριν 6 ημέρες η τιμή του φ.α. ήταν στα 93 ευρώ και στις 22 Σεπτεμβρίου στα 77 ευρώ!». Αυτή τη, μάλλον ζοφερή περιγραφή μας μετέφερε Έλληνας υψηλόβαθμος τεχνοκράτης που εργάζεται χρόνια στην Κομισιόν για τις πρόσφατες εξελίξεις.

Οι πρώτες προσεγγίσεις των υπουργών Οικονομικών που θα μετακυλιστούν ως εισηγήσεις στη Σύνοδο Κορυφής του Οκτωβρίου αναφέρουν πως «η όσο το δυνατό γρηγορότερη διείσδυση των ΑΠΕ υπό τις ειδικές συνθήκες πίεσης λόγω των υψηλών τιμών καυσίμων και ρύπων, θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για εξισορρόπηση της κατάστασης».

Ο έμπειρος Έλληνας τεχνοκράτης των Βρυξελλών όμως αναρωτιέται εάν αυτό μπορεί χρονικά φέτος το χειμώνα να αποτρέψει τις ιλιγγγιώδεις τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου για τα εκατομμύρια των νοικοκυριών της ΕΕ και φυσικά η απάντηση είναι αρνητική οπότε πρέπει να πάρουν τα …όπλα οι κυβερνήσεις και να προστατεύσουν τους καταναλωτές.

Τα σημάδια του Μάϊου και… “ζήσε Μαύρε μου”! 

Αλώστε η Κομισιόν μόλις τώρα …ξύπνησε και αναθέτει σε ερευνητικές μονάδες Πανεπιστημίων της ΕΕ (μεταξύ αυτών και του Ειδικού Εργαστηρίου του ΕΜΠ)  να διερευνήσει τη χρονική δυνατότητα προσέγγισης  των μεγαλόπνοων πράσινων στόχων της Ε.Ε., αφού οι τιμές φυσικού αερίου, πετρελαίου και CO2 φαίνεται πως θα παραμείνουν «στα ψηλά τα παραθύρια»  και το 2022.

Στην Ελλάδα την έρευνα και ανάλυση έχει αναλάβει το αντίστοιχο εργαστήριο ενεργειακής οικονομίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

Ο καθηγητής ενεργειακής οικονομίας του ΕΜΠ και προϊστάμενος του εργαστηρίου κ.Π. Κάπρος, προσεγγίζει «ως λύση  στην αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου την  επιτάχυνση των ΑΠΕ και την  πλήρη ένταξή τους στην ιδιωτική αγορά ως βάση της προμήθειας ενέργειας προς τους πελάτες», αλλά στη συνέχεια αναγνωρίζει το φετινό αδιέξοδο  λέγοντας ότι «το σχέδιο αυτό θα αποδώσει σε 2-3 χρόνια!».

Όπως έλεγαν και οι σοφοί παππούδες μας «ζήσε Μαύρε μου να φας τον ερχόμενο Μάη τριφύλλι!». Η παροιμία ταιριάζει γάντι αφού στην Βόρειο Ευρώπη ο χειμώνας τελειώνει στις αρχές ή και στα μέσα Μαΐου.

Αναποδογύρισαν όλα τα δεδομένα!

Πως θα εξελιχθεί όμως μέσα στη βαρυχειμωνιά το κόστος των μονάδων αερίου από το οποίο θα εξαρτηθεί η μοίρα των καταναλωτών;

Απευθυνθήκαμε για απαντήσεις σε τρία υψηλόβαθμα και έμπειρα στελέχη από διαφορετικές εταιρίες που όμως ξέρουν από μονάδες αερίου: της ΔΕΗ, της ΔΕΠΑ και μεγάλου ημικρατικού καθετοποιημένου Ομίλου.

Μας είπαν πως «με την τιμή του φυσικού αερίου το Σεπτέμβριο να βρίσκεται στα 70 ευρώ/MWh και το κόστος αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα στα 60 ευρώ ο τόνος, το μεταβλητό κόστος μια μονάδας φυσικού αερίου φτάνει στα 168 ευρώ/MWh (144 ευρώ κόστος καυσίμου και 24 ευρώ κόστος ρύπων). Αντίστοιχα μια λιγνιτική μονάδα με το ίδιο κόστος ρύπων εμφανίζει λειτουργικό κόστος στα 120 ευρώ ο τόνος, δηλαδή 90 ευρώ κόστος ρύπων και 30 ευρώ κόστος καυσίμου. Δηλαδή μια λιγνιτική μονάδα εμφανίζει χαμηλότερο κόστος της τάξης των 48 ευρώ /MWh» που πρακτικά σημαίνει πως «φέτος το χειμώνα κάψτε λιγνίτη!» αναποδογυρίζοντας όλα τα μέχρι σήμερα δεδομένα.

«Η υπεροχή του φθηνότερου πλέον λιγνίτη θα φανεί ακόμη περισσότερο τον Οκτώβριο-Νοέμβριο, κατά τη διάρκεια του οποίου οι τιμές του φυσικού αερίου αναμένεται να φτάσουν τα 90 ευρώ /MWh κατά μέσο όρο και τα 115 σε ακραία τιμή. Αυτό σημαίνει ότι το λειτουργικό κόστος των μονάδων αερίου θα ξεπεράσει τα 200 ευρώ /MWh και άρα η διαφορά με τους λιγνίτες θα ξεπεράσει τα 80 ευρώ /MWh» προσθέτει  το στέλεχος της ΔΕΗ.

Άλλο  στέλεχος  της ηλεκτροπαραγωγής παρατηρεί πως «εμείς οι ηλεκτροπαραγωγοί είμαστε πλέον διστακτικοί να κάνουμε εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG από το σταθμό της Ρεβυθούσας, αφού μπορεί και να μην χρησιμοποιήουμε τις  ποσότητες. Θυμίζω ότι το καλοκαίρι ανταγωνίστρια εταιρεία προχώρησε σε ακύρωση προγραμματισμένου φορτίου στη Ρεβυθούσα λόγω των υψηλών τιμών ενώ την ίδια στιγμή κάποιοι ηλεκτροπαραγωγοί προχώρησαν στην αγορά φορτίων από κοινού, τάση που εκτιμάται ότι θα κυριαρχήσει στην αγορά το επόμενο διάστημα μέχρι να αποκλιμακωθούν οι τιμές» καταλήγει προβλέποντας τις εξελίξεις.

“Γκρεμίστηκαν οι γέφυρες” – Παρεμβαίνουν οι κυβερνήσεις και η ελληνική φυσικά

Όπως είναι γνωστό το φυσικό αέριο είχε χαρακτηριστεί το καύσιμο της μετάβασης από το λιγνίτη στις ΑΠΕ αλλά αυτή η «γέφυρα» για φέτος τουλάχιστον γκρεμίστηκε λόγω των υψηλών τιμών φ.α.

Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα η κυβέρνηση ψηφίζει  στη Βουλή ρύθμιση του ΥΠΕΝ  για την σύσταση του ειδικού λογαριασμού με την ονομασία «Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης», στα πλαίσια του κυβερνητικού πακέτου για την αντιμετώπιση των αυξήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου και την προστασία του εισοδήματος των νοικοκυριών που εξαγγέλθηκε στη ΔΕΘ από τον Πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.

Υπάρχει εδώ η πρόνοια για επιδότηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου, η οποία θα πιστώνεται στους λογαριασμούς των δικαιούχων ως έκπτωση από τους προμηθευτές φυσικού αερίου. Δικαιούχοι της επιδότησης είναι οι οικιακοί καταναλωτές φυσικού αερίου.

Με τον τρόπο αυτό, όλοι οι λογαριασμοί ρεύματος χαμηλής τάσης θα επιδοτηθούν με 30 ευρώ ανά Μεγαβατώρα  το μήνα (χωρίς ακόμη να υπολογίζονται οι έξτρα εκπτώσεις των παρόχων όπως η ΔΕΗ), ενώ διαχειριστής του ειδικού λογαριασμού ορίστηκε  η ΔΑΠΕΕΠ (Διαχειριστής ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης Α.Ε) και υπάρχει πρόβλεψη επιπλέον  χρηματοδότησης του λογαριασμού και από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Οι δικαιούχοι καταναλωτές καθορίζονται με οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια, το ύψος επιδότησης σε ευρώ ανά μεγαβατώρα, η διαδικασία, ο τρόπος και ο χρόνος χορήγησής της, ο χρόνος εκκαθάρισης, η περίοδος κατανάλωσης, ανώτατα και κατώτατα όρια καταναλώσεων, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη χορήγηση της επιδότησης.

Αλλά και το ΕΜΠ που αναλύει για λογαριασμό της Κομισιόν την κατάσταση υποστηρίζει   τη δημιουργία μηχανισμού προστασίας των καταναλωτών κατά τη μεταβατική περίοδο.

Ο καθηγητής κ.Π. Κάπρος αναφέρει: «Όπως θα έκανε και κάθε ορθολογική επιχείρηση, η μετάβαση, η οποία καθοδηγείται από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, και επομένως πρέπει να αποδοθεί στην ευθύνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής, έπρεπε να είχε περιλάβει μηχανισμό προστασίας των καταναλωτών από τυχόν απρόβλεπτες διακυμάνσεις των τιμών του φυσικού αερίου ιδίως κατά τον βραχυχρόνιο ορίζοντα που περιλαμβάνει αύξηση της εξάρτησης από το φυσικό αέριο. Ο μηχανισμός προστασίας, βασιζόμενος στα τεράστια έσοδα του ETS, θα έπρεπε να είναι σε ετοιμότητα να επιδοτήσει τις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού αντισταθμίζοντας τις υπέρογκες αυξήσεις και να ανακτήσει το κόστος σε μεγάλο βάθος χρόνου. Με τον τρόπο αυτό, η πολιτική διαχείριση της μετάβασης θα ήταν ασφαλής και θα τύγχανε σταθερότερης κοινωνικής συναίνεσης».

Σύμφωνα με το ΕΜΠ «υπάρχει ακόμα λίγος χρόνος να τεθεί σε λειτουργία μόνιμος μηχανισμός αντιστάθμισης της αύξησης των τιμών (Hedging Fund) από την Ευρωπαϊκή Ένωση και σε αυτό αποσκοπεί η πρόταση που κατατέθηκε από την Ελλάδα και λειτουργεί παράλληλα με αντίστοιχες προτάσεις και πιέσεις που έχουν εκδηλώσει πολλές χώρες ενόψει των συνεδριάσεων του Συμβουλίου».

Σε θεωρητικό επίπεδο η μετάβαση προς τις ΑΠΕ και τις νέες τεχνολογίες δεν αναμένεται να επιβαρύνει τους καταναλωτές, γιατί οι ΑΠΕ είναι ο φθηνότερος τρόπος παραγωγής ενέργειας. Όμως η οργάνωση των αγορών και το ρυθμιστικό πλαίσιο δεν έχουν φθάσει ακόμα στην ωριμότητα εκείνη όπου οι τιμές καταναλωτή να αντανακλούν απευθείας το χαμηλό κόστος των ΑΠΕ, άρα για φέτος τα νοικοκυριά επρόκειτο να «χτυπηθούν αλύπητα» εξ ού και οι κυβερνητικές παρεμβάσεις στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες της ΕΕ.

«Η αγορά θα ωριμάσει  όταν οι ιδιωτικές συμβάσεις των πωλητών ενέργειας στηρίζονται απευθείας σε χαρτοφυλάκια αγοράς ενέργειας από ΑΠΕ στα οποία το φυσικό αέριο και τεχνολογίες αποθήκευσης θα έχουν συμπληρωματικό και όχι καθοριστικό ρόλο στο κόστος» προσθέτει ο κ. Κάπρος.

Χαρακτηριστικό πάντως είναι ότι σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά  του ΔΕΣΦΑ το μερίδιο του LNG στο 8μηνο έχει υποχωρήσει πάρα πολύ πέφτοντας στο 32% της αγοράς από τα επίπεδα του 50% που είχε βρεθεί πέρυσι όταν οι τιμές στη spot αγορά είχαν πέσει σημαντικά. Αυτό σημαίνει ότι στη Ρεβυθούσα εκφόρτωσαν φέτος 22 δεξαμενόπλοια από 38 πέρυσι, με τις μειώσεις να αφορούν κυρίως σε φορτία LNG από τις Ηνωμένες Πολιτείες (-41%) και το Κατάρ (-35%).

Το αντίδοτο στην κρίση, δηλαδή η επιδότηση θα ξεκινήσει από τους τρέχοντες λογαριασμούς  και θα εφαρμοστεί μέχρι και τον Δεκέμβριο. Η επιδότηση αφορά σε όλους τους καταναλωτές ανεξαρτήτως παρόχου, ενώ θα δίνεται κανονικά και στους καταναλωτές που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές. Υπενθυμίζουμε  ότι αν το διεθνές ανατιμητικό ράλι συνεχιστεί και μετά το Δεκέμβριο και οι τιμές δεν αποκλιμακωθούν, τότε, «εφόσον κριθεί ότι χρειάζεται, η επιδότηση θα παραταθεί», όπως άλλωστε είχε δηλώσει και ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνέντευξη Τύπου στην ΔΕΘ.

Ξυπνήστε έστω και αργά η Κομισιόν: “Στρατηγικά αποθέματα αερίου στην ΕΕ και αποδέσμευση τιμών αερίου από το ρεύμα” ζητά η Φον Ντερ Λάιεν 

«Κάλλιο αργά παρά ποτέ»  το …ξύπνημα της Κομισιόν και της ΕΕ αφού ξέσπασε η μεγάλη ενεργειακή κρίση.  Σε αυτό περιλαμβάνεται και η εισήγηση της κας Φον Ντερ Λάιεν προς τους ηγέτες της ΕΕ για τη δημιουργία μόνιμου στρατηγικού αποθέματος φυσικού αερίου και αποδέσμευσης τιμών αερίου από το ρεύμα, κάτι που έπρεπε να γίνει από καιρό. Βεβαίως το στρατηγικό απόθεμα σχηματίζεται σε εποχή πλεονασμάτων και λογικής ζήτησης και όχι σε περίοδο έλλειψης και μεγάλης κατανάλωσης όπως αυτό το χειμώνα.

Οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συζητήσουν πάντως στη Σύνοδο Κορυφής τον Οκτώβριο την πρόταση της Κομισιόν για τη δημιουργία στρατηγικού αποθέματος φυσικού αερίου και την αποδέσμευση των τιμών του ηλεκτρικού από τις τιμές του αερίου, όπως δήλωσε   η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

«Για το αέριο βασιζόμαστε πολύ σε εισαγωγές αφού το 90% του αερίου εισάγεται» παραδέχτηκε η πρόεδρος της Κομισιόν η οποία πρόσθεσε πως «η άνοδος των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος που πληρώνουν οι ευρωπαίοι καταναλωτές είναι κυρίως αποτέλεσμα του πολύ πιο ακριβού αερίου καθώς η παγκόσμια ζήτηση έχει αυξηθεί, όμως σημαντικοί προμηθευτές της Ευρώπης, όπως η Ρωσία, δεν έχουν αυξήσει την προσφορά».

Σε άλλο σημείο των δηλώσεών της η Γερμανίδα αξιωματούχος παρατήρησε «Σε παγκόσμιο επίπεδο υπάρχει ταχεία ανάκαμψη μετά την πανδημία, έτσι η ζήτηση αυξάνεται, όμως η προσφορά δεν αυξάνεται αναλόγως. Είμαστε ευγνώμονες για το γεγονός ότι η Νορβηγία αυξάνει την παραγωγή της, όμως αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει με τη Ρωσία» δήλωσε χαρακτηριστικά.