Σήμερα, το 25% των κρουσμάτων είναι σε παιδιά και εφήβους. Με την αναμενόμενη αύξηση της μεταδοτικότητας του στελέχους Όμικρον θα έχουμε πολύ μεγάλα θέματα. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να ενισχύσουμε τον εμβολιασμό και στα μικρά παιδιά. Γνωρίζουμε ότι τα παιδιά κολλάνε και μεταδίδουν τον ιό, εξίσου συχνά με τους ενήλικες».

Αυτό τόνισε  η καθηγήτρια Παιδιατρικής και Λοιμωξιολογίας κα Μαρία Τσολιά και διευθύντρια της Β’ Παιδιατρικής κλινικής του ΕΚΠΑ στο νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού», σε συνέντευξή της στην ΕΡΤ.

Η κ. Τσολιά δίνει συμβουλές και για τα σημεία στα οποία πρέπει να εστιάζεται η προσοχή των γονέων, όταν το παιδί τους έχει μολυνθεί από τον κορωνοϊό.

Από την αρχή της πανδημίας έως στις 2 Δεκεμβρίου νοσηλεύτηκαν στο «Αγλαΐα Κυριακού» 262 παιδιά. Σε ποσοστό 51%, επρόκειτο για μικρότερα του ενός έτους, με τα περισσότερα από αυτά να είναι βρέφη κάτω των τριών μηνών (τα πιο πολλά μπήκαν για παρακολούθηση)

Η πνευμονία διαγνώστηκε σε παιδιά όλων των ηλικιών, με την πιο σοβαρή μορφή της να εκδηλώνεται σε μικρά κάτω του ενός έτους.

Κατά το προηγούμενο επιδημικό κύμα, ένα βρέφος έχασε τη μάχη για τη ζωή. Άλλα τρία παιδιά, χρειάστηκε να νοσηλευτούν στη Μονάδα Εντατικής θεραπείας.

Τα μεγαλύτερα παιδιά

Τα μεγαλύτερα παιδιά, στη συντριπτική πλειονότητά τους, ήταν έφηβοι με παχυσαρκία, οι οποίοι έκαναν πνευμονία και χρειάστηκαν οξυγόνο ή μεγαλύτερη αναπνευστική υποστήριξη με high flow (οξυγόνο υψηλής ροής). Στα παιδιά αυτά χορηγήθηκε και θεραπεία – που συνήθως δεν δίνουμε, remdesivir και δεξαμεθαζόνη, αναφέρει η κ. Τσολιά και επισημαίνει:
«Η παχυσαρκία είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου στην περίπτωση της λοίμωξης από κορωνοϊό».

Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς 

Στο ερώτημα τί πρέπει να κάνουν οι γονείς των παιδιών που μολύνονται από τον ιό, η καθηγήτρια Παιδιατρικής αναφέρει: «Τα περισσότερα παιδιά είναι χωρίς συμπτώματα ή με ελάχιστα συμπτώματα, σαν μιας ίωσης. Αν το παιδί είναι σε καλή κατάσταση και δεν φαίνεται να είναι μειωμένη η δραστηριότητά του, αν δεν έχει δυσκολία στην αναπνοή, λαμβάνει υγρά, τρώει κανονικά, τότε, δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι ιδιαίτερο, όπως κι αν έχει βήχα και συνάχι και λίγο πονόλαιμο ή ήπια διάρροια. Εξαρτάται από την ένταση των συμπτωμάτων, η επόμενη κίνηση.

Αν το παιδί κάνει υψηλό πυρετό (πάνω από 38,5) και ιδίως αν περάσουν 2-3 μέρες και ο πυρετός παραμένει, αν έχει αίσθημα δύσπνοιας, γρήγορη αναπνοή, θα πρέπει να εξεταστεί από γιατρό, να κάνει εργαστηριακό έλεγχο για να εκτιμηθεί η κατάστασή του.
«Δεν μπορείς να αφήνεις το παιδί μέρες με πυρετό και συμπτώματα , χωρίς να είσαι σε επικοινωνία με τον παιδίατρο», επισημαίνει η κ. Τσολιά, η οποία εξηγεί ότι στις καινούργιες συστάσεις δεν συμπεριλαμβάνεται η χρήση του οξύμετρου στα παιδιά, όπως ήταν στο αρχικό πρωτόκολλο, γιατί είναι δύσκολο να το χρησιμοποιήσουν οι γονείς και γίνονται λάθη.

Στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων υπάρχουν οδηγίες για τους παιδιάτρους σε ότι αφορά τους την αντιμετώπιση των μικρών ασθενών με κορονοϊό, εκτός νοσοκομείου.

Σημείο-κλειδί για την εξέλιξη της κατάστασης ενός ασθενή με κορωνοϊό αποτελεί, πάντα, η σωστή στιγμή για τη μεταφορά του στο νοσοκομείο.

«Γενικώς δεν βλέπουμε μεγάλες καθυστερήσεις, στην προσέλευση των άρρωστων παιδιών στο νοσοκομείο, σε αντίθεση με τους ενήλικες», αναφέρει η Τσολιά, η οποία ως μέλος της Επιτροπής των Εμπειρογνωμόνων έχει συνολική εικόνα της κατάστασης.

«Ενήλικες ασθενείς φτάνουν, συχνά, με μεγάλη καθυστέρηση στα νοσοκομεία. Κατά την παραμονή τους στο σπίτι, τους έχουν χορηγηθεί πολλές ακατάλληλες θεραπείες, πολλά αντιβιοτικά, κορτιζόνη και πολλά σκευάσματα που δεν κάνουν τίποτα, ιχνοστοιχεία, βιταμίνες…».