Ένα ιστορικά ισχυρό φετινό ξεκίνημα για το αμερικανικό χρηματιστήριο αναμένεται να συνεχιστεί και το β’ εξάμηνο του 2024, σύμφωνα με την JPMorgan Chase & Co.

Ενώ η κίνηση αυτή μπορεί να μοιάζει περισσότερο με συνεχιζόμενη πορεία παρά με απότομη άνοδο μετά την πρόσφατη διόρθωση του δείκτη S&P 500, τα σταθερά κέρδη, το τέλος της εκστρατείας νομισματικής σύσφιξης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και η οικονομική ισχύς θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις αμερικανικές μετοχές τους επόμενους μήνες, όπως εκτιμούν οι στρατηγικοί αναλυτές της εταιρείας με επικεφαλής τον Ντέιβιντ Κέλι.

«Οι προσδοκίες όσον αφορά τις αποδόσεις θα πρέπει να είναι πιο μετριοπαθείς, αλλά η αύξηση των κερδών και το εύρος των αποτιμήσεων υποδηλώνουν ότι το περιβάλλον παραμένει θετικό για την απόδοση των μετοχών», ανέφερε ο επικεφαλής παγκόσμιος στρατηγικός αναλυτής της JPMorgan Asset Management, Ντέιβιντ Κέλι. 

Οι αναλυτές συνιστούν την αγορά μετοχών εταιρειών μεγάλης κεφαλαιοποίησης και ένα μείγμα μετοχών εταιρειών αξίας και ανάπτυξης.

Ο S&P 500 ταλαντεύτηκε μεταξύ μικρών κερδών και απωλειών την Πέμπτη, αφού οι αξιωματούχοι της Fed περιόρισαν τις προβλέψεις τους για μία μόνο μείωση των επιτοκίων το 2024, λιγότερες από όσες ήλπιζαν πρώτιστα οι επενδυτές.

Παρ’ όλα αυτά, ο δείκτης αναφοράς των αμερικανικών μετοχών παραμένει κοντά σε υψηλά ρεκόρ, ωθούμενος από την αισιοδοξία ότι η επόμενη κίνηση της κεντρικής τράπεζας θα είναι μια μείωση των επιτοκίων, καθώς και από τον συνεχιζόμενο ενθουσιασμό για την τεχνητή νοημοσύνη που έχει τροφοδοτήσει υπερμεγέθη κέρδη σε μεγαθήρια της Big Tech, όπως η Nvidia Corp. και η Microsoft Inc.

Ο Κέλι και η ομάδα του σημείωσαν ότι, σε αντίθεση με πέρυσι, η δυναμική της αγοράς συνοδεύεται από βελτίωση του εύρους, καθώς η ευρύτερη ανάκαμψη των κερδών βοηθά στην ενίσχυση των μετοχών εταιρειών πέραν των τεχνολογικών κολοσσών.

Κάθε τομέας του S&P 500 εκτός από τα ακίνητα έχει κινηθεί υψηλότερα σε ετήσια βάση. Πέρυσι, μόλις πέντε από τους 11 τομείς του δείκτη κατέγραφαν συνολική άνοδο, σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg.

Ένας κίνδυνος για τις προοπτικές των κερδών είναι η τεχνητή νοημοσύνη, όπου μόνο ένας μικρός αριθμός εταιρειών οδηγεί τον ενθουσιασμό της αγοράς και το χρονοδιάγραμμα για την υιοθέτηση της νέας τεχνολογίας παραμένει «στον αέρα», όπως υπογράμμισαν οι στρατηγικοί αναλυτές.

Ένας άλλος παράγοντας είναι η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, η οποία θα μπορούσε να πλήξει τα περιθώρια κέρδους, εάν η τιμολογιακή δύναμη των επιχειρήσεων βρεθεί υπό πίεση.

Παρ’ όλα αυτά, η έρευνα θεωρεί αυτές τις ανησυχίες μετριοπαθείς, σε αντίθεση με τον στρατηγικό αναλυτή της JPMorgan, Μάρκο Κολάνοβιτς, ο οποίος συνεχίζει να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για μια πιθανή πτώση της αγοράς.

Ενώ οι εταιρείες της Wall Street έχουν αρκετές φορές διαφορετικές απόψεις αναλόγως με τους αναλυτές και τις ομάδες τους, η JPMorgan Asset Management και το γραφείο συναλλαγών της με επικεφαλής τον Άντριου Τάιλερ διαφοροποιούνται σαφώς από τον Κολάνοβιτς, ο οποίος εκπροσωπεί την άποψη της τράπεζας.

«Το τέλος της νομισματικής σύσφιξης σε συνδυασμό με την ισχυρή ονομαστική αύξηση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος παρέχουν ένα εποικοδομητικό σκηνικό για τις αμερικανικές μετοχές κατά το υπόλοιπο του έτους», έγραψαν οι στρατηγικοί αναλυτές της JPMorgan Αsset Management.

Διαβάστε ακόμη