Οι περισσότεροι πρόδρομοι δείκτες οικονομικής συγκυρίας (π.χ. δείκτης υπευθύνων προμηθειών στη μεταποίηση, δείκτης οικονομικής συγκυρίας, δείκτης βιομηχανικής παραγωγής) καταγράφουν θετική τάση και είναι συμβατοί με την εκτίμηση για ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας εντός του 2021, η οποία σε όρους ΑΕΠ αναμένεται να προσεγγίσει ή και να ξεπεράσει ακόμα το 7% σε αύξηση.
Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης
Αυτό υπογραμμίζει μεταξύ άλλων το Ελληνικο Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ) στην φθινοπωρινή έκθεσή του. Αναλυτικότερα, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν σημείωσε το β’ τρίμηνο του 2021 ισχυρή αύξηση της τάξης του 16,2%, ενώ στο α’ εξάμηνο του 2021 η αύξηση του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 6,3%, σε ετήσια βάση. Όλοι οι προσδιοριστικοί παράγοντες του ΑΕΠ το α’ εξάμηνο παρουσίασαν βελτίωση, πλην των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
Η ελαφρά άνοδος της αξίας των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών δεν ήταν επαρκής για να αντισταθμίσει τη μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών, με αποτέλεσμα την αρνητική επίδραση του συνολικού εξωτερικού τομέα στη διαμόρφωση του ΑΕΠ.
Ειδικότερα, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, κατά το Α’ εξάμηνο του 2021 η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 4,0%, η δημόσια κατανάλωση κατά 7,1%, o ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (ΑΣΠΚ) κατά 11,8%, και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κατά 3,4%. Στον αντίποδα, όπως προαναφέρθηκε, οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 8,4%, αντισταθμίζοντας πλήρως στο τελικό ισοζύγιο την αύξηση των εξαγωγών.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας το γενικό επίπεδο των τιμών υποχώρησε με αποτέλεσμα την ύπαρξη αρνητικού πληθωρισμού καθ’ όλη την περίοδο από τον Απρίλιο του 2020 μέχρι και τον Μάιο του 2021.Από τον Ιούνιο του 2021, όμως ο πληθωρισμός επανήλθε σε θετικό επίπεδο και τον Οκτώβριο του 2021 ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή (Εν.ΔΤΚ) αυξήθηκε κατά 2,8% σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα.
Σε κάθε περίπτωση, οι πληθωριστικές πιέσεις σε Ελλάδα και ευρωζώνη φαίνεται να έχουν προσωρινό χαρακτήρα και να οφείλονται κυρίως στην άνοδο των τιμών των ενεργειακών εισροών κατά το τρέχον έτος, η οποία υπεραντιστάθμισε τη σημαντική μείωση που είχε προηγηθεί πέρυσι.
Επιπλέον, η εκτίμηση ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα είναι παροδικές ενισχύεται και από το γεγονός ότι αυτές οφείλονται επίσης σε δυσλειτουργίες των εφοδιαστικών αλυσίδων, λόγω της απότομης αύξησης της ζήτησης μετά τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, οι οποίες αναμένεται να εξομαλυνθούν.
Κατά συνέπεια, μια αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ δεν φαίνεται πιθανή στο προσεχές μέλλον, αλλά δεν μπορεί ούτε να αποκλειστεί εάν οι πληθωριστικές πιέσεις επιμείνουν και επικρατήσουν οι πλευρές που πιέζουν για πιο σφιχτή νομισματική πολιτική. Για το 2022 αναμένεται αύξηση του ΑΕΠ της τάξης του 4,5% σύμφωνα με συγκλίνουσες προβλέψεις Υπουργείου Οικονομικών και διεθνών οργανισμών.
Βασικές πηγές αβεβαιότητας των μακροοικονομικών προβλέψεων για το 2022 αποτελούν:
η πορεία της πανδημικής κρίσης
η ομαλή και γρήγορη ενεργοποίηση των σχημάτων στήριξης των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
οι εξελίξεις στο πεδίο του πληθωρισμού, οι οποίες ενδεχομένως να σηματοδοτήσουν μεταβολές της νομισματικής πολιτικής της ευρωζώνης που θα μπορούσαν να θέσουν σε δοκιμασία το θετικό σενάριο για οικονομική μεγέθυνση
Οι δημοσιονομικές εξελίξεις
Τα δημοσιονομικά στοιχεία του ενεαμήνου Ιανουαρίου–Σεπτεμβρίου 2021 για την εκτέλεση του προϋπολογισμού σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) αποτυπώνουν τη μερική αναστροφή των δυσμενών επιπτώσεων που προκάλεσε η πανδημία. Η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας καταγράφεται με την αύξηση των εσόδων κατά 12,4% σε σχέση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2020 με τα συνολικά έσοδα να προσεγγίζουν τα 59.771 εκατ. ευρώ, έναντι 53.187 εκατ. ευρώ το 2020. Οι δαπάνες της ΓΚ παρουσιάζουν σημαντική αύξηση κατά 8,1% σε σχέση με πέρυσι και διαμορφώνονται σε 63.561 εκατ. ευρώ.
Η σημαντικότερη αύξηση εμφανίζεται στις μεταβιβάσεις (61%) και συνδέεται με τα μέτρα στήριξης της οικονομίας λόγω της πανδημικής κρίσης. Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα, στο εννεάμηνο, παραμένει αρνητικό κατά 9.546 εκατ. ευρώ, επιβαρυμένο κατά 585 εκατ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι ενώ το πρωτογενές έλλειμμα διαμορφώνεται στα 5.744 εκατ. ευρώ (3,3% του ΑΕΠ), αυξημένο κατά 522 εκατ. ευρώ, σε σχέση με το 2020.
Σημειώνεται πάντως ότι το πρωτογενές έλλειμμα σε επίπεδο ΓΚ ως ποσοστό του ΑΕΠ βαίνει μειούμενο κυρίως ως αποτέλεσμα της ανάκαμψης της οικονομίας, λόγω της άρσης των περιοριστικών μέτρων, αλλά και της ισχυρής ανάκαμψης της τουριστικής κίνησης σε σχέση με πέρυσι. Επιπλέον, οι δαπάνες σε επίπεδο ΓΚ δεν αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά μέχρι το τέλος του έτους. Υπό το πρίσμα αυτό διατηρείται η εκτίμησή μας για διαμόρφωση του πρωτογενούς ελλείμματος 2021 εντός του στόχου του ΜΠΔΣ 2022- 2025, δηλαδή περί το 7% του ΑΕΠ, πιθανώς και χαμηλότερα.
Για το 2022 ο δημοσιονομικός στόχος, όπως καταγράφεται στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2022, για πρωτογενές έλλειμμα της τάξης του 1,4% του ΑΕΠ είναι ευθυγραμμισμένος με τις προβλέψεις διεθνών οργανισμών (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ) και θεωρείται επιτεύξιμος.
Δημοσιονομικοί κίνδυνοι κατά την εκτέλεση του Προϋπολογισμού του 2022 μπορεί να προκύψουν από τυχόν αναζωπύρωση της πανδημίας που θα απαιτήσει νέα μέτρα στήριξης της οικονομίας και ενίσχυσης του συστήματος υγείας, τυχόν καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων και έκδοση δικαστικών αποφάσεων με αρνητικό δημοσιονομικό αντίκτυπο. Τέλος ενδεχόμενες παρατεταμένες πληθωριστικές πιέσεις -ιδίως στην ενέργεια- πιθανώς να απαιτήσουν ενδεχομένως τη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων.