Μια κυβερνητικής χρηματοδότησης έρευνα, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ρίχνει φως στην ανοδική τάση των μαζικών ένοπλων επιθέσεων στις ΗΠΑ, καταδεικνύοντας πως ο αριθμός των Αμερικανών που πεθαίνουν σε μαζικές ένοπλες επιθέσεις αυξάνεται και οι περισσότεροι άνθρωποι που διαπράττουν τέτοιες πράξεις βίας έχουν ιστορικό τραύματος ή βρίσκονταν σε κατάσταση κρίσης.
Το Violence Project, το οποίο χρηματοδότησε το Εθνικό Ινστιτούτο Δικαιοσύνης του υπουργείου Δικαιοσύνης, εξέτασε 172 μαζικές ένοπλες επιθέσεις (με θύματα 4 ή περισσότερους ανθρώπους, όπως ορίζεται), που χρονολογούνται από 50 και πλέον χρόνια.
Βρήκε πως απ’ όλες τις ένοπλες επιθέσεις αυτού του είδους, που διαπράχθηκαν μεταξύ 1966 και 2019, οι περισσότερες από τις μισές πραγματοποιήθηκαν από το 2000, με το 20% εξ αυτών να καταγράφεται μεταξύ 2010 και 2019. Τα τελευταία 5 χρόνια της περιόδου της έρευνας, ένας μέσος όρος 51 ανθρώπων σκοτώθηκε σε μαζικές ένοπλες επιθέσεις τον χρόνο, σε σύγκριση με 8 ανθρώπους τη δεκαετία του 1970.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης αποκάλυψε ορισμένα από τα κεντρικά σημεία της έρευνας, μία ημέρα αφότου ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο γενικός εισαγγελέας Μέρικ Γκάρλαντ συναντήθηκαν με τον δήμαρχο της Νέας Υόρκης, προκειμένου να ζητήσουν περισσότερες επενδύσεις στην τοπική αστυνομία για να πολεμήσει την πρόσφατη αύξηση στην ένοπλη βία.
«Αυτή η έρευνα, μία από τις εκτενέστερες αποτιμήσεις της μαζικής ένοπλης βίας έως σήμερα, αποκαλύπτει μια βαθιά ανησυχητική τάση: περισσότεροι Αμερικανοί πεθαίνουν από τα χέρια δραστών μαζικών ένοπλων επιθέσεων σε σύγκριση με οποιαδήποτε στιγμή στην πρόσφατη ιστορία», δήλωσε η Έιμι Σόλομον, αναπληρώτρια βοηθός του γενικού εισαγγελέα για το Γραφείο Προγραμμάτων του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Τα παιδικά τραύματα και η «κρίση»
Ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από μαζικές ένοπλες επιθέσεις χρησιμοποιώντας μια δημοσίως διαθέσιμη βάση δεδομένων, που αντλεί στοιχεία από πηγές, όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις εφημερίδες.
Μια ανάλυση κατέδειξε πως η αυτοκτονική πρόθεση είναι ένας «ισχυρός δείκτης πρόβλεψης» για τους δράστες μαζικών ένοπλων επιθέσεων κι ότι το 31% των ανθρώπων που διέπραξαν τέτοιου είδους επιθέσεις είχε βιώσει παιδικό τραύμα, ενώ το 80% βρισκόταν «σε κρίση».
Ένα μεγάλο ποσοστό των δραστών, 48%, διέρρευσε τα σχέδιά του από πριν σε οικογένεια, φίλους, αρχές επιβολής του νόμου ή ξένους.